Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

Και τώρα η σειρά των ΔΕΚΟ για περικοπές

Η κυβέρνηση προχωρεί σε μειώσεις αποδοχών και σε συγχωνεύσεις οργανισμών με στόχο να μειώσει τα ελλείμματα
Τον «σκληρό πυρήνα» των ελλειμμάτων που δημιουργεί ο ευρύτερος δημόσιος τομέας και βαρύνουν τον προϋπολογισμό θα επιχειρήσει να διασπάσει η κυβέρνηση το 2011, με περικοπές αποδοχών και επιδομάτων...
για τους περίπου 24.000 υπαλλήλους των ΔΕΚΟ, με συγχωνεύσεις οργανισμών και με αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων σε όλα τα συγκοινωνιακά μέσα.

Επτά μήνες μετά την εφαρμογή του μνημονίου και εν όψει του νέου ελέγχου της οικονομίας από την τρόικα, η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να δώσει στη δημοσιότητα τα στοιχεία για τις ΔΕΚΟ με τις μεγαλύτερες ζημιές και να ανακοινώσει προγράμματα εξυγίανσης, όπως ακριβώς αποφάσισε για τον ΟΣΕ που είναι πρώτος στον κατάλογο, με ζημιές περί το 1 δισ. ευρώ ετησίως.

Οι σωρευμένες ζημιές των ΔΕΚΟ που επιχορηγούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό ανέρχονται στα 13 δισ. ευρώ, ενώ πέραν των τακτικών επιχορηγήσεων το υπουργείο Οικονομικών έχει δώσει εγγυήσεις για δάνεια από τις τράπεζες που υπερβαίνουν τα 25 δισ. ευρώ.

Είναι προφανές ότι η επέμβαση θα είναι επώδυνη για τους εργαζόμενους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, καθώς όπως έχει διαπιστωθεί από έρευνα της ειδικής γραμματείας του υπουργείου Οικονομικών, που αναμένεται να ανακοινωθεί από μέρα σε μέρα, αντίθετα με το πνεύμα λιτότητας, οι δαπάνες για τη μισθοδοσία αυξήθηκαν το 2010 στα 1,4 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι μέσες ετήσιες αποδοχές στις ΔΕΚΟ ανήλθαν το 2009 στις 40.000 ευρώ, και μάλιστα θα είναι αυξημένες το 2010, σε σχέση με 23.000 ευρώ που ήταν στον στενό δημόσιο τομέα και 19.000 ευρώ στον ιδιωτικό τομέα.

Πέραν του υψηλού μέσου όρου, καταγράφονται και ακραίες περιπτώσεις, όπως οι αμοιβές στον Οργανισμό Διεξαγωγής Ιπποδρομιών Ελλάδος που ξεπερνούν τις 60.000 ευρώ, αλλά και στους εργαζόμενους των ΗΣΑΠ που υπερβαίνουν τις 70.000 ευρώ.

Από την έρευνα επίσης προκύπτει ότι για κάθε ένα ευρώ έσοδο οι 11 πλέον ζημιογόνες ΔΕΚΟ δανείζονται οκτώ ευρώ από τις τράπεζες.

Η καταγραφή των στοιχείων ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς δεν τηρούν όλες τα λογιστικά πρότυπα (ισολογισμούς κ.ά. στοιχεία).

Από το ΒΗΜΑ