Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

Γενική Γραμματέας Ισόβιων Παροχών

Mε μούτρα «ταγγισμένης νυφίτσας» -που θα’ λεγε ο αείμνηστος Χάρολντ Πίντερ- ο κ. Χάρης Θεοχάρης ξηλώθηκε από τη καρέκλα των εσόδων της χώρας. Πάει να πει, βέβαια, ότι για την ώρα έσοδα και χώρα υπάρχουν. Ακόμη. Ίσως γι’ αυτό διαμαρτυρήθηκαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η τρόικα, το ΔΝΤ και αυτοί που τους διορίζουν.

Τα ερωτήματα για την αποπομπή του, τιθέμενα εν είδη εθνικής αγωνίας, σκέπαζαν χθες χαυνωτικά την μία και μοναδική απάντηση. Ότι μια αόρατη υπερεθνική αρχή βάζει όρους και τοποθετεί ανθρώπους που...
θα εκτελέσουν αυτούς τους όρους σε πολλές χώρες ανάμεσα σε αυτές και τη δική μας. Οι όροι συμπυκνώνονται στην εξίσωση: ποιός και πόσο θα φτωχύνει ποιοί και πώς θα πλουτίζουν επ’ άπειρο. Δουλειά του κ. Θεοχάρη ήταν να μαζεύει τα λεφτά που πληρώνουμε στους τοκογλύφους. Διέπρεψε σε αυτό τον τομέα όπως και για τον βαθμό του κυνισμού που επέδειξε έναντι των καθαριστριών από τις οποίες μαζεύει έσοδα και τις πληρώνει μόνο με βουρδουλιές. Ήταν ένας άμεμπτος Τελώνης κι ένας αψεγάδιαστος Φαρισαίος.

Όσο και να θέλει να παίξει η κυβέρνηση την αντιστασιακή απέναντι στις διεθνείς πιέσεις δεν μπορεί να κρύψει την άφατη υποκρισία της. Ο Θεοχάρης χτυπούσε με την μεταλλική άκρη του γκλομπ της οικονομικής πολιτικής, η συγκυβέρνηση χτυπάει με την πλαστική. Παλιά χτυπούσαν με τον τηλεφωνικό κατάλογο για να μην μένουν σημάδια αλλά ο κατάλογος ήταν δύσχρηστος και δεν έβγαινε δουλειά σε μαζική κλίμακα.

Τέτοια σκεφτόμουνα όταν συναντήθηκα πάνω από την Αρχαία Αγορά με μια από τις καθηγήτριες που απολύθηκαν. Η Σοφία κρατούσε μια μεγάλη σακούλα με μοσχομυριστές ντομάτες, αγγουράκια και πιπεριές. Με έφαγε το ασίγαστο κομμάτι της φαντασίας και χαμογέλασα μέσα μου «λες να άρχισε να λειτουργεί πάλι η αγορά στο cryptoporticus;».  Αλλά στις μέρες μας και της φαντασίας τα αποθέματα κρατάνε λίγο. Μόλις είχαν τελειώσει την πορεία μαζί με άλλα θύματα της διαθεσιμότητας, αυτόν τον άλλο κατάλογο των εξοντωμένων.

«Πώς πήγε η συγκέντρωση;» την ρώτησα. «Χάλια» μου απάντησε «μεγάλη αδιαφορία από τους συναδέλφους. Και δεν είναι από φόβο μήπως έρθει η σειρά τους, αυτό θα το καταλάβαινα, είναι που κάνουν ότι δεν μας ξέρουν. Σε θυμήθηκα, μάλιστα, που έλεγες μια μέρα στην εκπομπή για τον Μοσκιό, που δεν ήξερε τίποτα για την δολοφονία του Αθανασόπουλου. Ε, πήξαμε στους Μοσκιούς».

Δεν ήξερα τι να απαντήσω, πώς να την παρηγορήσω, μου ήταν αδύνατο να ντραπώ και εξ ονόματος όλων των Μοσκιών και γύρισα την συζήτηση «τι είναι αυτές οι ντομάτες;» την ρώτησα. «Α, αυτές μας τις φέρανε αλληλέγγυοι, νομίζω από την Κρήτη, και μας τις δίνανε τζάμπα, στην αρχή κανένας δεν έπαιρνε, ντρεπόμασταν, ύστερα είπαμε, ντροπή να μην τις πάρουμε, τις φέρανε μέχρι εδώ οι άνθρωποι για εμάς, και μοσχομυρίζουνε οι αφιλότιμες όπως οι ντομάτες τα παλιά χρόνια».

Έσκυψα και μύρισα ασυναίσθητα. Άγια ντοματίλα, αρχέγονη, καρφώθηκε στην μύτη μου. Καθώς αποχαιρέτησα την Σοφία που ανέβαινε την ανηφόρα του Εργατικού Κέντρου, κάτω από το μεγάλο πανό που καλεί σε μποϋκοτάζ κατά της Κόκα Κόλα, σκέφτηκα ότι μπορεί να μην είχα μυρίσει την ντοματίλα. Αυτό που ευωδίαζε ήταν η Αλληλεγγύη των Ανθρώπων.

Και τότε, φαντάστηκα τούτη την ιδιότητα ως Γενική Γραμματέα Παροχών και μούρθε να ανεβώ στο Εργατικό Κέντρο να πάρω μια ντουντούκα και να φωνάξω, όπως τότε, που μπήκε ο ΕΛΑΣ στην πόλη και διαδήλωναν στην κατεβασιά απ’ τη Ραμόνα οι πολίτες όπως τα μοιράστηκε μαζί μου ο Φραγκίσκος Σομμαρίπας, ανάκατα με δάκρυα και εργατικά τραγούδια, εκεί στο ίδιο σημείο πάνω από τα αρχαία λουτρά και τα θέατρα, πάνω από τα μάρμαρα της Αγοράς και των ναών, είπα να φωνάξω το σύνθημα για τούτη την Αλληλεγγύη: «Μεγάλη η Χάρη της, ... χαρούλη μου».

Του Απόστολου Λυκεσά από alterthess μοντάζ Γρέκι μέσω paganeli