«Πρεμιέρα» κάνει σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας στα ευρωπαϊκά όργανα με την
επίσημη πρώτη παρουσία του ως πρωθυπουργού της Ελλάδας στην άτυπη Σύνοδο
Κορυφής στις Βρυξέλλες, όπου όμως κεντρικό δεν θα είναι το θέμα της
Ελλάδας.
Το ελληνικό ενδιαφέρον - και όχι μόνο - εστιάζεται στο πρώτο τετ α τετ που αναμένεται να έχει στο πλαίσιο της Συνόδου ο Έλληνας πρωθυπουργός με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και τα μηνύματα που θα εκπέμψει η δεύτερη, ειδικά αν υπάρξει διμερής επαφή στο περιθώριο...
Το ελληνικό ενδιαφέρον - και όχι μόνο - εστιάζεται στο πρώτο τετ α τετ που αναμένεται να έχει στο πλαίσιο της Συνόδου ο Έλληνας πρωθυπουργός με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και τα μηνύματα που θα εκπέμψει η δεύτερη, ειδικά αν υπάρξει διμερής επαφή στο περιθώριο...
των εργασιών της
Συνόδου.
Το ελληνικό ζήτημα ουσιαστικά συζητήθηκε χθες στην έκτακτη συνεδρίαση
του Eurogoup, η οποία είχε αποκλειστικό αντικείμενο την Ελλάδα.
Το κλίμα της συνεδρίασης του Eurogroup ήταν κακό. Οι εταίροι έδειξαν
διατεθειμένοι να ακούσουν την ελληνική πλευρά, αλλά και να εξαντλήσουν
όλα τα περιθώρια πιέσεων, αποφεύγοντας, κατά το αναμενόμενο, να δείξουν
σημάδια υποχωρητικότητας με το «καλησπέρα».
Η συνεδρίαση του Eurogroup άρχισε σε κλίμα ασφυκτικών πιέσεων προς την
ελληνική πλευρά, όπως αποτυπώθηκε στις - κατά τα άλλα... φιλικές -
δηλώσεις των προσερχόμενων στη συνεδρίαση υπουργών των κρατών - μελών
και του επικεφαλής του οργάνου Γερούν Ντάισελμπλουμ, οι οποίες όμως
είχαν κοινό παρονομαστή την υπογράμμιση ότι η Ελλάδα πρέπει να σεβαστεί
τους ευρωπαϊκούς κανόνες και να τηρήσει τις δεσμεύσεις της ως προς το
υφιστάμενο πρόγραμμα.
Έως την ώρα που το «Ποντίκι» πήγαινε στο τυπογραφείο και ύστερα από
δραματικές διαβουλεύσεις, επρόκειτο να εκδοθεί κοινό ανακοινωθέν που θα
παρέπεμπε τη διαδικασία στο επόμενο Eurogroup. Επί της ουσίας όμως οι
διαφορές που καταγράφηκαν ήταν πολύ μεγάλες και - με υποτιθέμενο στόχο
την εξομάλυνσή τους - θα αποστελλόταν στην Αθήνα κλιμάκιο τεχνοκρατών
του EuroWorking Group με στόχο να γεφυρώσει τις διαφορές. Σε κάθε
περίπτωση ήταν προφανής η σκληρή γερμανική άμυνα σε κάθε απόπειρα
διατύπωσης αιτημάτων εκ μέρους της Ελλάδας.
Η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ με τις δηλώσεις της εξέπεμψε μεν
θετικό κλίμα, αλλά κι αυτή έδειξε ότι επρόκειτο για την αρχή των
συζητήσεων: «Πρέπει να τους ακούσουμε, αρχίζουμε να δουλεύουμε μαζί και
είναι μια διαδικασία που τώρα αρχίζει και θα κρατήσει κάποιο χρονικό
διάστημα».
Λίγο πριν, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, αναφερόμενος στη συνάντηση της Λαγκάρντ
με τους εκπροσώπους της Ελλάδας στο Eurogroup (τον αντιπρόεδρο της
κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, τον ΥΠΟΙΚ Γιάνη Βαρουφάκη και τον εκπρόσωπο
της Ελλάδας στο EuroWorking Group Γιώργο Χουλιαράκη) σημείωνε πως «ήταν
μια χρήσιμη συνάντηση γνωριμίας με μια καλή ανταλλαγή απόψεων».
Καλό κλίμα μετέφερε και η ελληνική πλευρά από τη συγκεκριμένη συνάντηση -
στην οποία μετείχαν και οι Γερούν Ντάισελμπλουμ και Τόμας Βίζερ -
συμπληρώνοντας ότι η συνάντηση αφορούσε το τι θα μπορούσε να
περιλαμβάνει μια συμφωνία - γέφυρα.
Αξίζει πάντως να τονιστεί ότι η Ελλάδα προσήλθε στο Eurogroup με
ενισχυμένη εκπροσώπηση και ο υπουργός Οικονομικών δεν ήταν μόνος του στη
συνάντηση με Λαγκάρντ, Ντάισελμπλουμ και Βίζερ, αλλά και στη συνεδρίαση
των υπουργών, στην οποία μετείχαν και ο Δραγασάκης, ο οποίος κάθισε στο
τραπέζι μαζί με τον υπουργό Οικονομικών, αλλά και ο Γιώργος
Χουλιαράκης.
Προηγήθηκαν μερικά κρίσιμα 24ωρα πυκνών παρασκηνιακών διεργασιών
προκειμένου να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ των δύο μερών - όπως αυτό
διαπιστώθηκε στις συναντήσεις που είχαν ο Αλέξης Τσίπρας και ο Γιάνης
Βαρουφάκης την προηγούμενη εβδομάδα - και να αποτραπεί η ρήξη.
Πρωταγωνιστές αυτών των διεργασιών ήταν ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν
Κλοντ Γιούνκερ, ο επικεφαλής του EuroWorking Group Τόμας Βίζερ, ο
υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, ο καγκελάριος της Αυστρίας
Βέρνερ Φάινμαν και φυσικά ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Καταλυτική ήταν
και η παρέμβαση του προέδρου των Η ΠΑ Μπάρακ Ομπάμα στο πλαίσιο της
συνάντησης με τη Μέρκελ τη Δευτέρα, όπου ο πρώτος έθεσε επιτακτικά το
ζήτημα της Ελλάδας ζητώντας λύση από τη Γερμανίδα καγκελάριο.
Οι διεργασίες αυτές πυροδοτήθηκαν από τις επαφές που είχαν στο εξωτερικό
ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης και ο υπουργός
αναπληρωτής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Ευκλείδης Τσακαλώτος, κατά τις
οποίες παρουσίασαν τις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης, οι οποίες δεν
έτυχαν της θερμότερης αποδοχής. Ακολούθησε η απόφαση της ΕΚΤ για τα
ελληνικά ομόλογα, η οποία ερμηνεύτηκε ως πίεση όχι μόνο στην ελληνική
πλευρά, αλλά και προς τη Μέρκελ, προκειμένου να υπάρξει σύντομα μια
συμφωνία στα ευρωπαϊκά όργανα.
Η γέφυρα και οι γρίφοι
Η ελληνική πρόταση προς το Eurogroup άρχισε να μορφοποιείται από την
Κυριακή και μετά (με την ευρωπαϊκή συνδρομή, κατά τα φαινόμενα), ενώ
κομβικός ήταν ο ρόλος του Γιούνκερ στο να ανοίξει θεσμικό και πολιτικό
«παράθυρο» για συμφωνία, παρότι τόσο η Κομισιόν όσο και η Γερμανία
διέψευσαν κατηγορηματικά την ύπαρξη «σχεδίου Γιούνκερ».
Παρά ταύτα η Κομισιόν εξέπεμψε το μήνυμα ότι συμφωνεί πως χρειάζεται
χρόνος για διαπραγμάτευση, αλλά και πως η τρόικα πρέπει, αν όχι να
καταργηθεί, να αναδιαρθρωθεί για όσο διαρκούν οι διαπραγματεύσεις, ώστε
οι τεχνοκράτες και οι υπουργοί να συνομιλούν με ομολόγους τους και ο
πρωθυπουργός με τους επικεφαλής των θεσμών.
Ουσιαστικά ο πρόεδρος της Κομισιόν ανέλαβε διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ
της Αθήνας από τη μια πλευρά και του Βερολίνου από την άλλη, αλλά και
όσων - βορειοευρωπαϊκών, κυρίως - χωρών τηρούν αρνητική στάση απέναντι
στα αιτήματα της Ελλάδας.
Σύμφωνα με το πλαίσιο της πρότασης, όπως αυτή παρουσιάστηκε μέσω
διαρροών του ΥΠΟΙΚ το απόγευμα της Δευτέρας, αυτή περιλαμβάνει ένα
πρόγραμμα - γέφυρα στη βάση πέντε αξόνων:
♦ Εξάμηνη διάρκεια, έως το τέλος Αυγούστου δηλαδή.
♦ Επαναπροσδιορισμό των πρωτογενών πλεονασμάτων με μείωση του στόχου
στο 1,5% του ΑΕΠ (και όχι στο «εξωπραγματικό» 3% του ΑΕΠ, σύμφωνα με
τους προηγούμενους στόχους).
♦ Διαπραγμάτευση για το χρέος στη βάση ενός μενού από swaps
♦ Κατάρτιση ενός επενδυτικού προγράμματος μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
♦ Λήψη μέτρων για την ανθρωπιστική κρίση μέσω της αξιοποίησης των 11,2 δισ. του ΤΧΣ.
Σε αυτό το σημείο μπορούν να γίνουν δύο επισημάνσεις:
Το Μαξίμου (και όχι μόνο ο... Λαφαζάνης), σύμφωνα με πληροφορίες, δεν
ταυτίζεται με τη δήλωση Βαρουφάκη περί της αναλογίας 70% - 30%, δηλαδή
δεν φαίνεται να αποδέχεται τη διατύπωση ότι γίνεται αποδεκτό το 70% του
μνημονίου και θα καταργηθεί το 30%, δηλαδή το -κατά τον υπουργό -
«τοξικό» μέρος του, ώστε να αντικατασταθεί από μέτρα του ΟΟΣΑ.
Με άλλα λόγια, το Μαξίμου εκδήλωσε υπογείως μια ένσταση για τη δήλωση
του υπουργού τόσο σε επίπεδο χειρισμού εκ μέρους του όσο και σε επίπεδο
ουσίας. Κατά τα λοιπά, ο πρωθυπουργός επιζητεί πράγματι κάποιου είδους
τεχνική βοήθεια από τον ΟΟΣΑ, όπως καταδείχθηκε και από τη συνάντηση
χθες στο Μαξίμου με τον γενικό γραμματέα του Οργανισμού Ανχέλ Γκουρία
και τα θερμά λόγια που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των δύο ανδρών.
Δεδομένου ότι η Κομισιόν έδειξε να αναζητεί τη νομική φόρμουλα ώστε
τεχνικά το πρόγραμμα - γέφυρα να μπορεί να θεωρηθεί παράταση ώστε να μην
υπάρξουν περιπλοκές, προκλήθηκε εύλογη σύγχυση, με κυβερνητικές πηγές
να ξεκαθαρίζουν ότι η ελληνική πλευρά δεν πρόκειται να ζητήσει παράταση
του τρέχοντος προγράμματος.
Στο ερώτημα αν το πρόγραμμα αυτό θα έχει διπλή ονομασία, αν δηλαδή έξω
θα αντιμετωπίζεται ως «παράταση» και εντός των συνόρων ως «γέφυρα», από
την κυβέρνηση απαντούν λέγοντας πως σημασία έχει η ουσία, δηλαδή το
περιεχόμενο, ανεξαρτήτως του πώς θα λέγεται ή ποια χρονική διάρκεια θα
έχει.
Το ζήτημα είναι, σημείωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γαβριήλ
Σακελλαρίδης, «το τι θα περιλαμβάνει αυτή η “συμφωνία - γέφυρα”, το πώς
θα εξασφαλίζει τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας και ταυτόχρονα
το πώς θα περιλαμβάνει ένα σφιχτό πλαίσιο μεταρρυθμίσεων οι οποίες
πρέπει να γίνουν», καθώς επίσης «το πώς θα δίνει δημοσιονομικό χώρο, με
την έννοια της μείωσης του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος».
Αξίζει να επισημανθεί, επιπλέον, ότι η διάρκεια του προγράμματος
τροποποιήθηκε καθώς ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε ότι το πρόγραμμα -
γέφυρα θα εκτεινόταν ως το τέλος Ιουνίου, όπως τόνιζε μέχρι και την
Κυριακή το βράδυ ο πρωθυπουργός.
Σκοτσέζικο ντους
Πώς όμως φτάσαμε ώς εκεί;
Την Κυριακή βρέθηκαν στην Αθήνα ο επικεφαλής του EuroWorking Group Τόμας
Βίζερ και ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ντέκλαν Κοστέλο, οι
οποίοι συναντήθηκαν με τον Έλληνα ΥΠΟΙΚ προκειμένου να συζητήσουν τις
λεπτομέρειες της ελληνικής πρότασης εν όψει της χθεσινής συνεδρίασης του
Eurogroup.
Όπως προκύπτει, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν μετέφερε την εικόνα για το
ποιες προτάσεις θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές από το όργανο των
Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών, ενώ ο Βίζερ παρείχε συμβουλές ώστε η
ελληνική πρόταση να διέπεται νομικά από τους ίδιους όρους με την
προηγούμενη συμφωνία, προκειμένου να μην υπάρξει εμπλοκή, να μην
απαιτηθεί δηλαδή νέος γύρος εγκρίσεων από τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια κ.λπ.
Ακολούθησε το απόγευμα της Δευτέρας η «διαρροή» της ελληνικής πρότασης
από κύκλους του υπουργείου Οικονομικών, οι οποίες, παράλληλα, έκαναν
λόγο και για την ύπαρξη «επιστολής» Γιούνκερ προς το Μαξίμου, η οποία
διαψεύστηκε.
Λίγο πριν, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε από τη Σύνοδο του G20 στην
Κωνσταντινούπολη άφηνε παράθυρο για συμφωνία υιοθετώντας τον όρο
«πρόγραμμα - γέφυρα», υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα δεχτεί να
βρίσκεται σε κάποιο μακροπρόθεσμο ευρωπαϊκό πρόγραμμα.
Οι Μέρκελ και Σόιμπλε επανήλθαν την Τρίτη σε αυστηρό ύφος, με τη μεν
πρώτη να ζητεί τις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης επί του υπάρχοντος
προγράμματος, τον δε υπουργό της επί των Οικονομικών να διαψεύδει ότι
υπάρχει σχέδιο της Κομισιόν για συμφωνία με την Ελλάδα και να αναφέρει
ότι «αν η Ελλάδα δεν θέλει την τελευταία δόση από το πρόγραμμα, τότε όλα
έχουν τελειώσει».
Τα παραπάνω μπορούν να διαβαστούν και ως πίεση της Γερμανίας για
«δεσμευτικές προτάσεις» της Αθήνας στο Eurogroup, κάτι το οποίο ζήτησε
ανοιχτά ο Σόιμπλε.
Ο ρόλος του Φάινμαν
Στο μεταξύ «σήμα» ότι υπάρχει «φως στο τούνελ» έστειλε και ο καγκελάριος
της Αυστρίας Βέρνερ Φάινμαν, ο οποίος, έχοντας συνομιλήσει με τον
πρωθυπουργό ήδη από την περασμένη Τετάρτη, προσκάλεσε τον Αλέξη Τσίπρα
στη Βιέννη δύο περίπου εικοσιτετράωρα πριν από το Eurogroup και με τις
δηλώσεις του έδειξε να παρέχει πολιτική στήριξη στην ελληνική κυβέρνηση
και να αναλαμβάνει διαμεσολαβητικό ρόλο. Να σημειωθεί ότι η Αυστρία
πολιτικο-οικονομικά βρίσκεται πιο κοντά στη Γερμανία.
Στις δηλώσεις τάχθηκε υπέρ μιας λύσης η οποία να συνδέει αυτό «που είχε
συμφωνηθεί ως πρόγραμμα στο παρελθόν» με αυτό «που γίνεται τώρα: τις
μεγάλες προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης», ενώ υιοθέτησε τις
μεταρρυθμίσεις που υπάρχουν στην κυβερνητική ατζέντα, όπως η
ανασυγκρότηση του κράτους και η αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης, η
καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και της φοροδιαφυγής.
Ο ίδιος φέρεται να δήλωσε στον πρωθυπουργό ότι πρέπει και η αξιωματική αντιπολίτευση να στηρίξει το πρόγραμμα - γέφυρα.
Από το Ποντίκι
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου