Του Θωμά Τσαλαπάτη
Ας κάτσουμε κατάχαμα κι ας πούμε ιστορίες πικρές για το τέλος βασιλιάδων.
(Ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ μιλά μέσα από το στόμα του Ριχάρδου του Β΄)
Ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ, περιγράφει στον Μάκβεθ το ζήτημα της εξουσίας ως το «κυρίαρχο θέμα» (the imperial theme). Η μικρογεωγραφία της εξουσίας διαπερνά το κάθε σαιξπηρικό έργο, ειπωμένη σε όλες τις εκδοχές και τις παραλλαγές της ως επιθυμία, ως τιμωρία, ως απώλεια, ως παιχνίδι ή ως νέμεση, με όρους άλλοτε πολιτικούς, άλλοτε ηθικούς και άλλοτε υπαρξιακούς. Δεν είναι παράλογο, λοιπόν, -αν...
δεχτούμε το χαρακτηρισμό του ομότεχνου και φίλου του Μπεν Τζόνσον πως ο Σαίξπηρ ήταν ο ποιητής «όχι μιας εποχής αλλά όλων των καιρών»- να εξετάζουμε τις εκφάνσεις της εξουσίας στην εκάστοτε εποχή, υπό το πρίσμα του σαιξπηρικού λόγου, των χαρακτήρων, των δεσμών και των συγκρούσεων που κληροδότησε στην ανθρώπινη αφήγηση.
Κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, δεν υπήρξε φορέας που να ενσάρκωσε, να χειρίστηκε και να προσδιόρισε την εξουσία, εντονότερα από το ΠΑΣΟΚ. Μέσα από τις πρωτεϊκές του μεταμορφώσεις, το κόμμα μάς αφηγήθηκε την εξουσία ως πεπρωμένο, ως τρόπαιο, ως εκτέλεση, ως διάψευση, ως ομηρία, ως επιβολή και ως απώλεια. Σήμερα που το ΠΑΣΟΚ φτάνει στο βιολογικό του πέρας ή έστω στην απώλεια του μεγέθους που σηματοδοτούσε την ταυτότητα του, σήμερα που καμία αρετή δεν είναι ικανή να μπολιάσει τη γέρικη γενιά του (Άμλετ, III, 1, 117), το δράμα μπουσουλά προς την πέμπτη, την τελευταία του πράξη, το πρόσφατο παρελθόν περνά στην ιστορία και ο ελισαβετιανός ποιητής, μας απαγγέλλει πράσινες ομοιοκαταληξίες για το πώς οι βασιλιάδες χάνονται.
Τυποποιημένες πομπώδεις φράσεις, όπως το δαχτυλίδι της διαδοχής, ο εμφύλιος μεταξύ των βουλευτών και οι βαρόνοι του κόμματος, έρχονται να αποσπαστούν από τον κοινότοπο λόγο της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας και να συναντήσουν την κυριολεξία τους στα θεατρικά αρχέτυπα του σαιξπηρικού έργου. Στην Ελλάδα του νεποτισμού και της οικογενειοκρατίας, όπου όμοια επώνυμα διαδέχονται το ένα το άλλο σε ίδιες πολιτικές θέσεις, αριθμούμε τους συνονόματους διαδόχους ώστε να μην τους μπερδεύουμε. Όμοια με τη Δούκισσα του Γιορκ στον Ριχάρδο τον Γ’ περιγράφουμε τη σκυταλοδρομία της στασιμότητας στη νομή της εξουσίας: Είχα έναν Εδουάρδο, κι ο Ριχάρδος τον σκότωσε, είχα έναν Ερρίκο, κι ο Ριχάρδος τον σκότωσε. Είχες έναν Εδουάρδο, κι ο Ριχάρδος τον σκότωσε. Είχες έναν Ριχάρδο κι ο Ριχάρδος τον σκότωσε.
Προσωπολατρεία
Μιλώντας για την ιστορία του ΠΑΣΟΚ, σε μεγάλο βαθμό μιλάμε για τον Ανδρέα Παπανδρέου (με σαιξπηρικούς όρους Παπανδρέου ο Β’), τον άνθρωπο που ίδρυσε, προσδιόρισε και ηγεμόνευσε στο κόμμα για 22 χρόνια. Ο τρόπος που άσκησε την ηγεμονία του στο ΠΑΣΟΚ, χωρίς περιθώρια οποιασδήποτε αμφισβήτησης, και η δημιουργία ενός κόμματος καθαρά αρχηγοκεντρικού έδωσαν στο πρόσωπο του Ανδρέα Παπανδρέου τις διαστάσεις σαιξπηρικού ηγεμόνα, ο οποίος κάθεται ολομόναχος στο θρόνο και δίπλα του ούτε σύμβουλος (Κοριολανός, IV,6,29). Το προφίλ του απόλυτου ηγέτη ήταν κάτι το οποίο παγιώθηκε ήδη από τις πρώτες εκκαθαρίσεις στο κόμμα με τις διαγραφές της Δημοκρατικής Άμυνας το 1975 και των τροτσκιστών το 1976, σε μια λιγότερο ματωμένη επανάληψη των εκκαθαρίσεων του Μάκβεθ στο δρόμο του προς την εξουσία. Και δίπλα στο σημείο που φυτεύεται ο θρόνος του ηγεμόνα, φύονται τα σφουγγάρια που ρουφάνε του βασιλιά την εύνοια, τα δώρα, τ’ αξιώματα (Άμλετ, IV, 2, 15), οι λειτουργικοί υπασπιστές σαν τον Ρόζενκραντς και τον Γκίλντενστερν ή σαν τον Άκη Τσοχατζόπουλο και τον Κώστα Λαλιώτη (2/3 της παλιάς «τρόικας» του ΠΑΣΟΚ) καθώς και πρόσωπα που διατρανώνουν την άνευ όρων αφοσίωση στον Αρχηγό σαν τον Κίμωνα Κουλούρη και τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο, επιτρέποντας Του να πει σαν άλλος Δούκας του Μπάκιγχαμ: Τα κατάπληχτα βλέμματα και τα ψεύτικα χαμόγελα τα έχω στη διάθεσή μου, πάντοτε έτοιμα να υπηρετήσουν ό,τι ώρα θελήσω τα στρατηγήματά μου. (Ριχάρδος ο Γ, III, 5, 11).
Στην οροσειρά της διαφθοράς
Στα χαρακτηριστικά αυτά πρέπει να προστεθεί και η προσωπολατρία που ο Ανδρέας Παπανδρέου καλλιέργησε στη σχέση του με το λαό. Μια λατρεία που εύκολα θα συγχωρούσε τις ματαιωμένες υποσχέσεις για μια αλλαγή (κυρίαρχο σύνθημα των εκλογών του ’81) που δεν ήρθε, για μια αλλαγή, που τελικά αλλού κατέληξε [πως περιγελάνε οι τύχες, κι οι μεταβολές γεμίζουν της αλλαγής την κούπα με πιοτά διάφορα! (Ερρίκος ο Δ’, III, 1, 52-53)]. Είναι η λατρεία που του τρέφει ο πολύς λαός, έτοιμος να πνίξει τ’ αδικήματα του στης αγάπης τα νερά (Άμλετ, IV, 7,17) , η λατρεία που θα τον φέρει από το σκάνδαλο Κοσκωτά πίσω στο 47% των εκλογών του 1993.
Η ΠΑΣΟΚική οροσειρά της διαφθοράς -της οποίας το σκάνδαλο Κοσκωτά υπήρξε ίσως η πιο ψηλή βουνοκορφή- μπορεί να βρει αντιστοιχίες σε πολλούς στίχους του Σαίξπηρ. Έτσι διαβάζουμε για τη διαβρωτική δύναμη του χρήματος στον Τίμωνα τον Αθηναίο: Τούτος ο κίτρινος ο δούλος δένει λύνει νόμους. Ευλογάει καταραμένους. Κάνει λατρευτή τη λέπρα. Δίνει στους κλέφτες θέση πλάι σε γερουσιαστές και τίτλους, προσκυνήματα χειροκροτήματα (IV, 3, 26). Σε μια επίδειξη ενόρασης μάλιστα, ο Σαίξπηρ προβλέπει τον «Κουτσονόμο»: Στα ρεύματα της διαφθοράς τούτου του κόσμου, μπορεί της αμαρτίας το χρυσωμένο χέρι να παραπετάει το δίκιο και της παρανομίας τα λάφυρα συχνά θα δεις να εξαγοράζουνε τον νόμο (Άμλετ III, 3, 57).
Ο «επάρατος άλλος»
Με την πτώση του Ανδρέα Παπανδρέου, αρχίζει ο πόλεμος της διαδοχής (κάθε δάχτυλο και βασιλιάς θα σχολιάσει ο βασιλιάς Ληρ), ο οποίος είχε γίνει εμφανής ήδη από τα γεγονότα στο Πεντελικόν το 1990. Τελικά το 1996 πρωθυπουργός θα γίνει ο Κώστας Σημίτης. Ο Σημίτης ενσαρκώνει στο ΠΑΣΟΚ τον σαιξπηρικό ρόλο του «επάρατου άλλου», του ξένου σώματος μέσα στο «σοσιαλιστικό» και λαϊκίστικο ΠΑΣΟΚ, φιγούρα όμοια με τον Οθέλλο ή τον Σάυλοκ που αν και βρίσκονται ως ξένοι στο σύνολο, καταφέρνουν να του επιβληθούν και να κυριαρχήσουν. Αντίθετα ο διάδοχός του, Γιώργος Παπανδρέου, θυμίζει τον ανίκανο απόγονο των κραταιών ηγεμόνων, μια φιγούρα βγαλμένη από τα πιο φθαρμένα ιπποτικά ρομάντζα μια και η μόνη ιδιότητα που είχε να επιδείξει είναι ένα επώνυμο (Τ’ άσημο το όνομα απ’ τον τίτλο το μεγάλο μια φήμη μάταιη το χωρίζει, τίποτ’ άλλο (Ριχάρδος ο Γ’ I, 4, 78).
Στην πινακοθήκη των ΠΑΣΟΚικών χαρακτήρων, θα μπορούσαμε να συναντήσουμε πολλές ακόμα αντιστοιχίες. Να δούμε τον Θόδωρο Πάγκαλο ως έναν ανεστραμμένο Φάλσταφ, που αντί για χωρατά διατυπώνει μισάνθρωπα ευφυολογήματα, τον Ευάγγελο Βενιζέλο να μιλάει ένα σωρό από τίποτα (Έμπορος της Βενετίας, I, 1, 114) και ίσως το γούστο μας, μας αποτρέψει από έναν παραλληλισμό της Λαίδης Μάκβεθ με την Δήμητρα Λιάνη. Από τη Ρώμη του Ιουλίου Καίσαρα μέχρι τη Δανία του Άμλετ και από την Αγγλία του Ριχάρδου του Γ’ μέχρι την Ελλάδα του Παπανδρέου του Γ’, η διαφθορά, η ασυνειδησία και η κατάχρηση της δύναμης δεν αλλάζουν στο βάθος της εξουσίας, απλά της φορούνε νέες μάσκες, κρύβουνε με νέες επιφάνειες ένα πρόσωπο παλαιό. Ας κλείσουμε λοιπόν (σε πείσμα όλου του προηγούμενου άρθρου) με μια ομηρική ευχή από την πρώτη ραψωδία της Οδύσσειας:
Έτσι ας χαθεί όποιος παρόμοια πράξει.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου