Αγωγή κατά του «Πρώτου Θέματος» δηλώνει ότι θα καταθέσει ο Γ. Παπακωνσταντίνου
Σφοδρή επίθεση κατά του εκδότη του «Πρώτου Θέματος», Θέμου Αναστασιάδη, εξαπέλυσε το υπουργείο Οικονομικών, με αφορμή ρεπορτάζ περί παραγραφής χρεών της εταιρείας Express Service. Με ανακοίνωσή του, γνωστοποιεί ότι ο υπουργός, Γιώργος Παπακωνσταντίνου θα καταθέσει αγωγή κατά της εφημερίδας.
Το υπουργείο απορρίπτει όσα προσάπτει στον υπουργό η εφημερίδα μέσω του δημοσιεύματος και συσχετίζει την παρουσίαση του θέματος με την υπόθεση των 5,5 εκατ. ευρώ που βρέθηκαν στην κατοχή του εκδότη της. Αναφέρει ότι τις τελευταίες εβδομάδες ο κ. Αναστασιάδης έχει στείλει στον Γ. Παπακωνσταντίνου δύο εξώδικα, σχετικά με την απάντηση που έδωσε στη Βουλή για την υπόθεση και ...
τη σχετική έρευνα του ΣΔΟΕ και τα χαρακτηρίζει "πρωτόγνωρη πρακτική και προφανή προσπάθεια εκφοβισμού και παρακώλυσης της έρευνας των αρμοδίων υπηρεσιών".Παράλληλα, χαρακτηρίζει ψευδή τον ισχυρισμό "ότι έγινε απόπειρα διαγραφής χρεών, άρση μέτρων σε υπό πτώχευση εταιρεία και χαριστική άρση των μέτρων που έχουν ληφθεί από τις φορολογικές αρχές για εξασφάλιση πληρωμής των φορολογικών υποχρεώσεων της".
Υποστηρίζει ότι οι αποφάσεις που δημοσιεύει το "Πρώτο Θέμα" αφορούν στην ατομική επιχείρηση του επιχειρηματία Ιωάννη Ραπτόπουλου και όχι στην ανώνυμη εταιρεία Express Service, συμφερόντων του.
Η ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών:
Τις τελευταίες εβδομάδες ο εκδότης της εφημερίδας «Πρώτο Θέμα», Θέμος Αναστασιάδης, έχει αποστείλει δύο εξώδικα στον Υπουργό Οικονομικών, Γιώργο Παπακωνσταντίνου, σε συνέχεια απάντησης του Υπουργού σε ερώτηση στη Βουλή, σχετικά με την εκκρεμή έρευνα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας για υποθέσεις του κ. Αναστασιάδη. Τα εξώδικα αυτά αποτελούν πρωτόγνωρη πρακτική και προφανή προσπάθεια εκφοβισμού και παρακώλυσης της έρευνας των αρμοδίων υπηρεσιών.
Στην ίδια λογική εντάσσεται και το δημοσίευμα στο οποίο η εφημερίδα ψευδώς ισχυρίζεται ότι έγινε απόπειρα διαγραφής χρεών, άρση μέτρων σε υπό πτώχευση εταιρεία και χαριστική άρση των μέτρων που έχουν ληφθεί από τις φορολογικές αρχές για εξασφάλιση πληρωμής των φορολογικών υποχρεώσεων της εταιρείας ΕΞΠΡΕΣ ΣΕΡΒΙΣ Α.Ε.
Το υποτιθέμενο «ρεπορτάζ» της εφημερίδας δημοσιεύει εσκεμμένα αποσπασματικές πληροφορίες, αποκρύπτοντας ουσιαστικά στοιχεία, παραποιώντας και διαστρεβλώνοντάς τα, παρέχοντας εν τέλει ψευδείς πληροφορίες, προκειμένου να συκοφαντήσει και να δημιουργήσει εντυπώσεις.
Το δημοσίευμα αναφέρεται σε δύο αποφάσεις που υπέγραψε ο Υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, (υπ’ αριθ. πρωτ. 1009262/10039/ΔΕ-Γ’/22.01.2010 και 1099569/12545/ΔΕ-Γ’/27.06.2010). Οι αποφάσεις αφορούν στην ατομική επιχείρηση του Ιωάννη Ραπτόπουλου και όχι στην ανώνυμη εταιρεία ΕΞΠΡΕΣ ΣΕΡΒΙΣ Α.Ε., όπως αναφέρει το δημοσίευμα.
Από το κείμενο των αποφάσεων που εντέχνως και σκοπίμως αποσπασματικά δημοσιεύει η εφημερίδα προκύπτει σαφώς ότι τα αναγκαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί σε βάρος του κ. Ραπτόπουλου αφορούν στα χρέη της ατομικής επιχείρησης και όχι τα χρέη της ανωνύμου εταιρείας. Σε καμία περίπτωση δεν υπογράφηκε άρση μέτρων σε υπό πτώχευση εταιρεία.
Η ατομική επιχείρηση προβάλλει αξιώσεις έναντι του Δημόσιου και ζητά από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντος Φ.Π.Α. ποσού 27.000.000 ευρώ.
Με την απόφαση C13/2006 του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) ορίζεται ότι η οδική βοήθεια έναντι συνδρομής θεωρείται ασφαλιστική υπηρεσία και συνεπώς δεν υπάγεται στον ΦΠΑ. Ο ΦΠΑ είναι συνεπώς επιστρεπτέος και η επιστροφή θα διενεργηθεί κατόπιν ελέγχου για να διαπιστωθεί εάν συντρέχει η περίπτωση του αδικαιολόγητου πλουτισμού σύμφωνα με το άρθρο 61 παραγρ. 1 του ν. 3842/2010.
Εν όψει συνεπώς των οφειλών της εταιρείας οι οποίες ανέρχονται σε 6.605.643 ευρώ και 7.043.859 ευρώ και της αξιώσεως της εταιρείας για επιστροφή ΦΠΑ ύψους 27.000.000 ευρώ κρίθηκε σκόπιμο να αρθούν μερικώς τα μέτρα της δέσμευσης του 50% των καταθέσεων και λογαριασμών στις τράπεζες για περιορισμένο χρονικό διάστημα, μέχρι να εκκαθαρισθεί το επιστρεπτέο ποσό ΦΠΑ και να διενεργηθεί ο συμψηφισμός.
Η απόφαση αυτή ελήφθη προκειμένου να μην διακινδυνεύσει η συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης που απασχολεί 1300 εργαζόμενους, και να μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές της υποχρεώσεις. Είναι απολύτως νόμιμη, ταυτόσημη με αντίστοιχη απόφαση για άλλη εταιρεία του ίδιου κλάδου, και αποτέλεσμα εισήγησης των αρμοδίων φορολογικών αρχών και φυσικά όχι αυθαίρετη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι οι αποφάσεις που μνημονεύονται στο δημοσίευμα, απαγορεύουν την χορήγηση των πιστοποιητικών και βεβαιώσεων, που απαιτούνται για την κατάρτιση συμβολαιογραφικών πράξεων, μεταβίβασης ακινήτων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων, αντίθετα με όσα ισχυρίζεται το δημοσίευμα.
Τέλος από τα στοιχεία του φακέλου της επιχείρησης δεν προκύπτουν φορολογικές οφειλές ύψους 70.000.000 ευρώ, όπως ψευδώς αναφέρει το δημοσίευμα.
Το δημοσίευμα επίσης αφήνει υπονοούμενα για προνομιακή μεταχείριση αναφερόμενο σε υποτιθέμενες «σχέσεις» με πρόσωπα που εργάζονται στην εν λόγω εταιρία τα οποία όμως είναι άγνωστα στον Υπουργό Οικονομικών.
Με βάση τα παραπάνω προκύπτουν πολλά ερωτηματικά για το «ρεπορτάζ» της εφημερίδας και κυρίως για τα κίνητρά της. Γιατί μνημονεύονται δύο παλιές αποφάσεις, ένα χρόνο μετά, που και νομικά και ουσιαστικά είναι ορθές; Γιατί δεν διασταυρώθηκαν όσα γράφηκαν και γιατί ο δημοσιογράφος δεν απευθύνθηκε στο Υπουργείο Οικονομικών, για τις απαραίτητες διευκρινήσεις;
Η εποχή που κάποια Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης χρησιμοποιούσαν δήθεν «αποκαλύψεις» για να σκεπάζουν τις δικές τους υποχρεώσεις απέναντι στο κράτος και μπορούσαν να πετυχαίνουν προνομιακή μεταχείριση έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Αυτονόητο είναι από τα παραπάνω ότι ο Υπουργός Οικονομικών θα καταθέσει αγωγή κατά της εφημερίδας για συκοφαντική δυσφήμιση.
Στην ίδια λογική εντάσσεται και το δημοσίευμα στο οποίο η εφημερίδα ψευδώς ισχυρίζεται ότι έγινε απόπειρα διαγραφής χρεών, άρση μέτρων σε υπό πτώχευση εταιρεία και χαριστική άρση των μέτρων που έχουν ληφθεί από τις φορολογικές αρχές για εξασφάλιση πληρωμής των φορολογικών υποχρεώσεων της εταιρείας ΕΞΠΡΕΣ ΣΕΡΒΙΣ Α.Ε.
Το υποτιθέμενο «ρεπορτάζ» της εφημερίδας δημοσιεύει εσκεμμένα αποσπασματικές πληροφορίες, αποκρύπτοντας ουσιαστικά στοιχεία, παραποιώντας και διαστρεβλώνοντάς τα, παρέχοντας εν τέλει ψευδείς πληροφορίες, προκειμένου να συκοφαντήσει και να δημιουργήσει εντυπώσεις.
Το δημοσίευμα αναφέρεται σε δύο αποφάσεις που υπέγραψε ο Υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, (υπ’ αριθ. πρωτ. 1009262/10039/ΔΕ-Γ’/22.01.2010 και 1099569/12545/ΔΕ-Γ’/27.06.2010). Οι αποφάσεις αφορούν στην ατομική επιχείρηση του Ιωάννη Ραπτόπουλου και όχι στην ανώνυμη εταιρεία ΕΞΠΡΕΣ ΣΕΡΒΙΣ Α.Ε., όπως αναφέρει το δημοσίευμα.
Από το κείμενο των αποφάσεων που εντέχνως και σκοπίμως αποσπασματικά δημοσιεύει η εφημερίδα προκύπτει σαφώς ότι τα αναγκαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί σε βάρος του κ. Ραπτόπουλου αφορούν στα χρέη της ατομικής επιχείρησης και όχι τα χρέη της ανωνύμου εταιρείας. Σε καμία περίπτωση δεν υπογράφηκε άρση μέτρων σε υπό πτώχευση εταιρεία.
Η ατομική επιχείρηση προβάλλει αξιώσεις έναντι του Δημόσιου και ζητά από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντος Φ.Π.Α. ποσού 27.000.000 ευρώ.
Με την απόφαση C13/2006 του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) ορίζεται ότι η οδική βοήθεια έναντι συνδρομής θεωρείται ασφαλιστική υπηρεσία και συνεπώς δεν υπάγεται στον ΦΠΑ. Ο ΦΠΑ είναι συνεπώς επιστρεπτέος και η επιστροφή θα διενεργηθεί κατόπιν ελέγχου για να διαπιστωθεί εάν συντρέχει η περίπτωση του αδικαιολόγητου πλουτισμού σύμφωνα με το άρθρο 61 παραγρ. 1 του ν. 3842/2010.
Εν όψει συνεπώς των οφειλών της εταιρείας οι οποίες ανέρχονται σε 6.605.643 ευρώ και 7.043.859 ευρώ και της αξιώσεως της εταιρείας για επιστροφή ΦΠΑ ύψους 27.000.000 ευρώ κρίθηκε σκόπιμο να αρθούν μερικώς τα μέτρα της δέσμευσης του 50% των καταθέσεων και λογαριασμών στις τράπεζες για περιορισμένο χρονικό διάστημα, μέχρι να εκκαθαρισθεί το επιστρεπτέο ποσό ΦΠΑ και να διενεργηθεί ο συμψηφισμός.
Η απόφαση αυτή ελήφθη προκειμένου να μην διακινδυνεύσει η συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης που απασχολεί 1300 εργαζόμενους, και να μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές της υποχρεώσεις. Είναι απολύτως νόμιμη, ταυτόσημη με αντίστοιχη απόφαση για άλλη εταιρεία του ίδιου κλάδου, και αποτέλεσμα εισήγησης των αρμοδίων φορολογικών αρχών και φυσικά όχι αυθαίρετη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι οι αποφάσεις που μνημονεύονται στο δημοσίευμα, απαγορεύουν την χορήγηση των πιστοποιητικών και βεβαιώσεων, που απαιτούνται για την κατάρτιση συμβολαιογραφικών πράξεων, μεταβίβασης ακινήτων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων, αντίθετα με όσα ισχυρίζεται το δημοσίευμα.
Τέλος από τα στοιχεία του φακέλου της επιχείρησης δεν προκύπτουν φορολογικές οφειλές ύψους 70.000.000 ευρώ, όπως ψευδώς αναφέρει το δημοσίευμα.
Το δημοσίευμα επίσης αφήνει υπονοούμενα για προνομιακή μεταχείριση αναφερόμενο σε υποτιθέμενες «σχέσεις» με πρόσωπα που εργάζονται στην εν λόγω εταιρία τα οποία όμως είναι άγνωστα στον Υπουργό Οικονομικών.
Με βάση τα παραπάνω προκύπτουν πολλά ερωτηματικά για το «ρεπορτάζ» της εφημερίδας και κυρίως για τα κίνητρά της. Γιατί μνημονεύονται δύο παλιές αποφάσεις, ένα χρόνο μετά, που και νομικά και ουσιαστικά είναι ορθές; Γιατί δεν διασταυρώθηκαν όσα γράφηκαν και γιατί ο δημοσιογράφος δεν απευθύνθηκε στο Υπουργείο Οικονομικών, για τις απαραίτητες διευκρινήσεις;
Η εποχή που κάποια Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης χρησιμοποιούσαν δήθεν «αποκαλύψεις» για να σκεπάζουν τις δικές τους υποχρεώσεις απέναντι στο κράτος και μπορούσαν να πετυχαίνουν προνομιακή μεταχείριση έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Αυτονόητο είναι από τα παραπάνω ότι ο Υπουργός Οικονομικών θα καταθέσει αγωγή κατά της εφημερίδας για συκοφαντική δυσφήμιση.
Από enet
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου