Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2010

Ραντεβού στους δρόμους

Στη διάρκεια της χτεσινής πορείας –και ενώ η πλατεία Συντάγματος είχε μετατραπεί σε πεδίο μάχης- ένας κύριος γύρω στα 60 είχε κολλήσει δίπλα στη διμοιρία των ΜΑΤ που ήταν στην αρχή της Ερμού και δεν ήξερε τι έλεγε – ή μάλλον, ήξερε πολύ καλά τι έλεγε.
Ο κύριος ήταν οργισμένος και καλούσε τους άνδρες των ΜΑΤ να φύγουν, λέγοντάς τους πως προστατεύουν τη χούντα, πως θα έπρεπε να ντρέπονται που χτυπάνε ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι γονείς τους, πως είναι κι αυτοί –οι αστυνομικοί- εργαζόμενοι, πως πληρώνονται με τα δικά μας χρήματα, και άλλα πολλά.

Οι άνδρες των ΜΑΤ δεν αντιδρούσαν. Κάποια στιγμή, ο άνδρας των ΜΑΤ που ήταν ακριβώς δίπλα του γύρισε και του είπε «έχετε δίκιο».

Η χτεσινή πορεία δεν έπρεπε να φτάσει στη Βουλή. Και ουσιαστικά το μεγαλύτερο μέρος της δεν έφτασε ποτέ στη Βουλή. Τα χημικά που έπεσαν στο σώμα της πορείας ανάγκασαν ...
τους ανθρώπους να σκορπίσουν στους γύρω δρόμους. Λογικό, τα χημικά δεν αντέχονται.

Όσοι ήταν στη χτεσινή πορεία θα παρατήρησαν πως οι διαδηλωτές δεν έφευγαν. Προσπαθούσαν να βρουν ένα σημείο για να προφυλαχτούν από τα χημικά αλλά δεν έφευγαν.

Στην οδό Βουλής –όπου κατέφυγα για να σταματήσω το κλάμα και να πάρω μια ανάσα-, ήταν μαζεμένος πολύς κόσμος. Κάποια στιγμή, γυρνώ σε 4 νεαρούς που ήταν δίπλα μου και τους λέω «ήταν μια ακόμα καραμπινάτη προβοκάτσια» - εννοώ τα «επεισόδια» στην πλατεία Συντάγματος. Οι νεαροί με κοιτάνε με άδειο βλέμμα –σαν να μην έχω μιλήσει- και τότε συνειδητοποιώ το προφανές: είναι ασφαλίτες.

Οι ασφαλίτες στη χτεσινή πορεία ήταν εκατοντάδες.
Ντυμένοι σαν αντιεξουσιαστές, σαν απλοί καθημερινοί άνθρωποι, σαν αθώα κοριτσόπουλα –υπήρχαν και γυναίκες- κατάφεραν να πετύχουν τον στόχο της Αστυνομίας (και της κυβέρνησης) που ήταν να διαλυθεί η πορεία και να μην φτάσει ποτέ στη Βουλή.

Πάντα υπήρχαν ασφαλίτες. Το θέμα είναι γιατί υπήρχαν τόσες εκατοντάδες ασφαλίτες σε μια εργατική διαδήλωση. Η απάντηση είναι πως το σύστημα ζορίζεται και τα δίνει όλα για να επιβιώσει.

Το πρόβλημα για τους ασφαλίτες είναι πως τους πήραν χαμπάρι όλοι –ακόμα και τα γερόντια-, τους φωτογράφιζαν και οι φωτογραφίες τους είναι τώρα σε όλο το διαδίκτυο. Υποθέτω πως κάποιοι απ’ αυτούς θα υποφέρουν το επόμενο διάστημα. Ας πρόσεχαν – η επιλογή επαγγέλματος και συμπεριφοράς βαρύνει τον καθένα από εμάς και ο καθένας μας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του. Δεν σε υποχρεώνει κανείς να γίνεις τραμπούκος, ρουφιάνος και εχθρός του λαού – μόνοι τους το επέλεξαν. Αν κάποιοι απ’ αυτούς έχουν μετανιώσει, ας βγουν, ας ζητήσουν συγγνώμη και ας παραιτηθούν. Μπάτσος σε εποχή χούντας είναι επικίνδυνο επάγγελμα.

Την ώρα της διαδήλωσης, ο βουλευτής –και πρώην υπουργός- Κωστής Χατζηδάκης αποφασίζει να βγει χαρωπός από τη Βουλή και να διασχίσει το δρόμο, και δέχεται επίθεση όχι από «αναρχικούς» και «κουκουλοφόρους» -όπως θα ήταν βολικό- αλλά από ανθρώπους κάποιας ηλικίας.

Στις επιθέσεις που έχουν γίνει στους δρόμους της Αθήνας σε διάφορους πολιτικούς τον τελευταίο χρόνο, παρατηρούμε πως οι επιθέσεις γίνονται μάλλον από αυτούς που τους ψήφισαν. Δηλαδή, τους επιτίθενται οι πελάτες τους. Λένε πως ο πελάτης έχει πάντα δίκιο.

Αναρωτιέμαι πόσο έξυπνος είναι ένας πολιτικός που αποφασίζει να κάνει σουλάτσο στην πλατεία Συντάγματος την ώρα μιας τεράστιας διαδήλωσης που γίνεται την επόμενη ημέρα της ψήφισης του πλέον αντεργατικού νομοσχεδίου που ψηφίστηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Χωρίς πολλή σκέψη, καταλήγω στο συμπέρασμα πως δεν είναι καθόλου έξυπνος – είναι εντελώς βλάκας.

Κάποιοι πολιτικοί ξεγελιούνται επειδή μιλάνε από τα τηλεπαράθυρα του Mega και νομίζουν πως οι πολίτες τους χειροκροτάνε και τους αποθεώνουν από τα σπίτια τους. Στην πραγματικότητα, είναι ασφαλείς μόνο στο στούντιο του Mega ή όταν τους προστατεύουν οι μπράβοι τους. Το ίδιο ισχύει, βέβαια, και για τους τηλεδημοσιογράφους και τα αφεντικά τους. Προσπαθώ να φανταστώ ποια θα ήταν η τύχη της Όλγας Τρέμη και του Μπόμπολα, αν αποφάσιζαν να κατεβούν μια βολτίτσα μόνοι τους στη χτεσινή διαδήλωση – θα περνούσαν πάρα πολύ ωραία.

Σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος και η πολιτική τηλεδημοσιογραφία καταδικάζουν τις φάπες που έφαγε ο Κωστής Χατζηδάκης. Δεν νομίζω πως υπάρχει κάποιος λογικός και υγιής άνθρωπος που να χαίρεται, όταν βλέπει έναν άνθρωπο να δέχεται επίθεση. Βέβαια, βία δεν είναι μόνο οι φάπες στον κ. Χατζηδάκη – βία δεν είναι μόνο το ξύλο ή ο πόλεμος. Βία είναι το να οδηγείς με την πολιτική σου σε εξαθλίωση μεγάλο μέρος των πολιτών μιας χώρας. Βία είναι να έχεις φάει τα χρήματα που προορίζονταν για τη δημιουργία εθνικών οδών και δρόμων, με αποτέλεσμα να σκοτώνονται χιλιάδες άνθρωποι στην άσφαλτο. Βία είναι να οδηγείς ανθρώπους σε αυτοκτονία, επειδή δεν έχουν να πληρώσουν τα χρέη τους (αλήθεια, τους μετράει κανείς;). Βία είναι να αδιαφορείς για τα εξαθλιωμένα πρεζόνια, με αποτέλεσμα αυτά να επιτίθενται άγρια σε ανήμπορους ηλικιωμένους για να βρουν χρήματα να πάρουν τη δόση τους. Γενικά, το θέμα «βία» είναι ένα τεράστιο θέμα και όσοι το προσεγγίζουν με φράσεις όπως «καταδικάζω τη βία» ή «είμαι εναντίον της βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται» είναι μάλλον αφελείς και ανιστόρητοι.

Μια από τις πιο βίαιες επιθέσεις των τελευταίων ετών στη χώρα μας ήταν η φράση του Θόδωρου Πάγκαλου «Μαζί τα φάγαμε τα λεφτά». Αφού τα λεφτά τα φάγαμε μαζί, αυτό σημαίνει πως ό,τι βλέπουμε γύρω μας-σπίτια, καταστήματα, αυτοκίνητα, κότερα κλπ- είναι αποτέλεσμα κλοπής και όχι τίμιας εργασίας. Άρα, αφού είναι κλοπιμαία, δεν υπάρχει λόγος να τα σεβαστεί κάποιος – μπορεί να τα κάψει, να τα ανατινάξει και να σκοτώσει τους ιδιοκτήτες τους. Και ποιος «δικαιούται» να το κάνει αυτό, αφού τα «φάγαμε μαζί»; Μα αυτός που δεν έχει τίποτε από όλα αυτά – αυτός που δεν «έφαγε». (Αυτό αφιερωμένο σε όσους αθώους απορούν για το πώς γεννιέται η βία.)

Στη χτεσινή πορεία είδα μέγα πλήθος. Είδα αποφασιστικότητα, απελπισία και μίσος – ταξικό μίσος. Επίσης, είδα αλληλεγγύη ανάμεσα στους διαδηλωτές – οι διαδηλωτές δεν άφηναν τους άλλους διαδηλωτές να πέσουν στα χέρια της Αστυνομίας, αλλά προσπαθούσαν να αποτρέψουν το ξύλο ή τη σύλληψή τους. Η λέξη «χούντα» ακούστηκε από χιλιάδες στόματα – μικρών και μεγάλων. Δεν πρέπει να εκπλήσσει κανέναν – η τεράστια αποχή από τις εκλογές είχε στείλει το μήνυμα.

Οδεύουμε προς την τελική σύγκρουση; Επίκειται ανατροπή; Τι να πω; Το μόνο που ξέρω είναι πως όλα θα παιχτούν στον δρόμο – πάντα έτσι ήταν. Θα τα πούμε στο δρόμο. Με ψυχή βαθιά

Εγραψε ο Pitsirikos