Την πραγματική εξουσία στο Βερολίνο δεν την έχει η καγκελάριος Μέρκελ, αλλά ο υπουργός της των Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αναφέρουν κατά καιρούς διάφορα δημοσιεύματα. Πράγματι, ενώ η καγκελάριος προστατεύει τη δημόσια εικόνα της, αποφεύγοντας να εκτεθεί σε καταστάσεις που θα την κάνουν λιγότερο δημοφιλή στους Γερμανούς ψηφοφόρους, ο κ. Σόιμπλε αναλαμβάνει -με ευχαρίστηση, όπως δείχνει το ύφος του- όλες τις «βρομοδουλειές» και ειδικά να «προκαλεί»...
την ελληνική κυβέρνηση.
Με σταθερότητα και μεθοδικότητα, απολαμβάνει τη «μαστίγωση» των περιφερειακών χωρών της Ευρωζώνης, επιβάλλοντας τα μέτρα που εξυπηρετούν το συμφέρον της Γερμανίας, ασχέτως αν αυτά σημαίνουν ότι οι χώρες που βρίσκονται σε κρίση βυθίζονται σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση, ανεργία και κοινωνική διάλυση.
Αξίζει να θυμηθούμε το ρεπορτάζ της εφημερίδας Ελευθεροτυπία (20/04/2013) για τον «ισχυρό άνδρα» του Βερολίνου.
Ο εκλεκτός
Ο κ. Σόιμπλε, όμως, δεν προοριζόταν πάντα να παίζει το ρόλο του «δεύτερου» και του κακού. Στα τέλη της δεκαετίας του '90, όταν ο πολιτικός προστάτης και μέντοράς του, ο καγκελάριος Κολ, έχασε με μεγάλη διαφορά τις εκλογές και παραιτήθηκε από την ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), ο κ. Σόιμπλε τον διαδέχτηκε χωρίς να χρειαστεί να δώσει μάχη.
Ηταν ο εκλεκτός του «πατέρα της γερμανικής επανένωσης και του ευρώ». Εκείνος που ύστερα από μία, έστω δύο θητείες στην αντιπολίτευση θα γινόταν καγκελάριος. Η ιστορία όμως είχε άλλα σχέδια γι' αυτόν.
Λίγο καιρό αφότου ανέλαβε την ηγεσία του CDU, με αφορμή την παράνομη δωρεά ενός εκατομμυρίου μάρκων από έναν Γερμανό επιχειρηματία και έμπορο όπλων, ξέσπασε ένα σκάνδαλο που σε μεγάλο βαθμό διέλυσε το κύρος του Χέλμουτ Κολ και το ηγετικό μέλλον του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: οι Χριστιανοδημοκράτες επί χρόνια έκρυβαν «ανώνυμες ενισχύσεις» εκατομμυρίων μάρκων, διατηρούσαν κρυφούς λογαριασμούς στην Ελβετία, όπου «ξέπλεναν» παράνομες χρηματοδοτήσεις από εταιρείες και ισχυρούς επιχειρηματίες ή μεσάζοντές τους.
Ο κ. Κολ αναγκάστηκε να παραδεχτεί την αλήθεια, αλλά αρνήθηκε σταθερά να αποκαλύψει τους δωρητές, επικαλούμενος ότι δεσμευόταν από το λόγο της τιμής του! Ούτε αποκάλυψε ποτέ το ύψος των χρηματοδοτήσεων και των παράνομων λογαριασμών, που, όπως φαίνεται, πρέπει να ανέρχονταν σε εκατοντάδες εκατομμύρια μάρκα.
Το «φακελάκι»
Αν και παραδέχτηκε ότι το κόμμα του είχε δημιουργήσει το παράνομο σύστημα χρηματοδότησης που το βοηθούσαν να παραμένει στην εξουσία, ισχυριζόταν ότι αυτό δεν αποτελούσε διαφθορά, ούτε ότι είχε χρηματιστεί ο ίδιος προσωπικά!
Μεσούντος του σκανδάλου, στις 10 Ιανουαρίου του 2000, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αναγκάστηκε επίσης να παραδεχτεί ότι και ο ίδιος είχε παραλάβει ένα φάκελο με 100.000 μάρκα από τον ίδιο έμπορο όπλων που στάθηκε η πρώτη πέτρα του σκανδάλου (και αργότερα καταδικάστηκε σε 8ετή φυλάκιση για φοροδιαφυγή), αλλά αρνήθηκε ότι αυτό ήταν αποτέλεσμα δωροδοκίας. Λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 16 Φεβρουαρίου, αναγκάστηκε να παραιτηθεί από την ηγεσία του κόμματος και τον διαδέχτηκε η σημερινή καγκελάριος.
Μετέπειτα έρευνες και πληροφορίες έριξαν κάποιο φως στις εταιρείες, στους επιχειρηματίες αλλά και σε ξένες κυβερνήσεις που στήριζαν το CDU και συνδέονταν με συγκεκριμένες προμήθειες. Οπως η προμήθεια αρμάτων μάχης από την εταιρεία Thyssen προς τη Σαουδική Αραβία, η πώληση ενός διυλιστηρίου στην πρώην Ανατολική Γερμανία σε γαλλική εταιρεία, και πολλά άλλα. Το πρώτο ένα εκατομμύριο από τον έμπορο όπλων αποδείχθηκε ότι είχε χρησιμοποιηθεί. Για τις παράνομες χρηματοδοτήσεις και το «ξέπλυμα» στο CDU επιβλήθηκε από τον πρόεδρο της Βουλής πρόστιμο 48,8 εκατ. μάρκων.
Συμβιβασμός
Ο ίδιος ο κ. Κολ κινδύνευσε να βρεθεί κατηγορούμενος για το σκάνδαλο, κάτι που θα σήμαινε ακόμη και τη φυλάκισή του, αλλά τελικώς «συμβιβάστηκε» πληρώνοντας 150.000 μάρκα στη γερμανική κυβέρνηση και 150.000 μάρκα σε φιλανθρωπικό ίδρυμα. Δύο άλλοι εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο επίσης απέφυγαν τη δίωξη, πληρώνοντας από περίπου 50.000 μάρκα. Δεν είναι ανεξήγητη η προθυμία των δικαστικών αρχών να κλείσουν μια τόσο σοβαρή υπόθεση με τέτοιες συμβολικές ποινές (όπως έγινε και με τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση δωροδοκιών της Siemens).
Αν γινόταν δίκη κατά του κ. Κολ και του κ. Σόιμπλε για το «μαύρο χρήμα», μοιραία θα αποκαλύπτονταν οι μεγάλες γερμανικές εταιρείες που εμπλέκονταν και η ενδεχόμενη δική τους καταδίκη για δωροδοκία θα σήμαινε τον αποκλεισμό τους από κάθε δημόσιο διαγωνισμό στην Ευρωπαϊκή Ενωση και αλλού, δηλαδή την οικονομική τους καταστροφή. Οπότε το δίκαιο πήρε δεύτερη μοίρα απέναντι στο συμφέρον...
Από το koutipandoras
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου