Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2015

Η ιστορία ως φάρσα της φάρσας;

Του Ιωάννη Παντελάδη

Το ευρέως διαδεδομένο σενάριο μιας εξόδου της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ είναι επικίνδυνα αφελές. Οι αθεράπευτα νεοφιλελεύθεροι το επικαλούνται, μέσα και έξω από τη χώρα, ως έσχατο μέσο εκβιασμού για να συμμορφωθεί η κυβέρνηση και κατ' επέκταση όλες οι ευρωπαϊκές χώρες προς τας υποδείξεις... Όμως, το ευρώ δεν είναι απλά ένα νόμισμα...
όπως είναι το νόμισμα μιας οποιασδήποτε χώρας. Στην περίπτωση της Ε.Ε. και ειδικότερα της Ευρωζώνης το ευρώ αποτελεί, μεταξύ άλλων, ένα εργαλείο που ενισχύει την οικονομική ολοκλήρωση και με αυτήν την έννοια, ως ενιαίο νόμισμα, η λειτουργία του υπερβαίνει τις χώρες που το συνθέτουν.

Αυτό σημαίνει ότι η ισορροπία στο ευρωσύστημα δεν είναι στατική, με την έννοια ότι τα ευρωπαϊκά κράτη που το συγκροτούν να μπορούν ελεύθερα ή/και να υποχρεώνονται να εξέρχονται από τη ζώνη του ευρώ με την ισορροπία να αποκαθίσταται δίχως τον κίνδυνο μιας συστημικής κατάρρευσης. Αντιθέτως, πρόκειται για ένα σύστημα δυναμικό και με αυτήν την έννοια τα αποτελέσματα μιας εξόδου της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ θα έχει επιπτώσεις ευρύτερες και κόστος δυσανάλογα μεγαλύτερο για τα εναπομείναντα μέλη. Ακόμη χειρότερα, μια έξοδος της χώρας, υπό καθεστώς αποπληθωρισμού και γενικευμένης λιτότητας, θα οδηγήσει σταδιακά στη διάλυση της ευρωζώνης και στην ανάπτυξη φυγόκεντρων δυνάμεων με επιπτώσεις αρνητικές όχι μόνον για το ίδιο το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά και για την εν πολλοίς ασταθή παγκόσμια οικονομία.

Βέβαια, όπως γνωρίζουμε και από τους αρχαίους Έλληνες τραγικούς, το «είναι» των πραγμάτων διαφορίζεται από τη φαινόμενη εικόνα και τις εμπειρικές του εκφάνσεις. Στην περίπτωσή μας αυτό σημαίνει ότι, εάν η Γερμανία πίστευε πράγματι ότι το κόστος συμμετοχής της στην Ευρωζώνη ήταν μεγάλο για τις ευρύτερες οικονομικές και γεωπολιτικές της στοχοθεσίες, τότε θα είχε, ήδη, επιδιώξει τη ρήξη από την περίοδο που η οικονομική κρίση και ο κίνδυνος της χρεοκοπίας ενέσκηψαν στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Το γεγονός ότι αποφάσισε να τις χρηματοδοτήσει, έστω και με όρους σκληρής λιτότητας, αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία, αν και έχει οικονομική εμβέλεια μεγαλύτερη από το χωρικό της μέγεθος, στερείται, πολιτικά, μιας ανάλογης εμβέλειας στο παγκόσμια σύστημα με δυνατότητα αποφασιστικής (συν)διαμόρφωσής του.

Αλλά και οικονομικά η βαθμιαία μετατόπιση του οικονομικού βάρους στην Ασία αφεύκτως θα αμβλύνει και τον οικονομικό ρόλο που ασκεί στην παρούσα περίοδο, καθώς η εν λόγω περίοδος συγκροτεί την ιστορική μετάβαση προς μια νέα γεωγραφία οικονομικής και πολιτικής ισχύος στο πλαίσιο του παγκόσμιου συστήματος. Σε ό,τι αφορά την Ευρώπη, η εν εξελίξει μετάβαση φαίνεται για λόγους διαφορετικούς να ευνοεί, μακροπρόθεσμα, τη Ρωσία και την Αγγλία και όχι τη Γερμανία εάν επιλέξει να πορευτεί δίχως τις κατάλληλες συμμαχίες. Υπ' αυτήν την έννοια η ισχύ της προϋποθέτει την παρουσία της στην Ευρώπη και κατ' επέκταση στη Βαλκανική και στην Ευρασία, με εταίρο -είτε το επιθυμεί είτε όχι- τη Ρωσία.

Σε ό,τι αφορά την πολιτική λιτότητας, αυτή απορρέει από την πεποίθησή της ότι διά της επιβολής της το χρέος χρηματοδοτείται επ' ωφελεία των πιστωτών και υπ' αυτήν την έννοια θα επιθυμούσε, ως βέλτιστη λύση γι' αυτήν, τη συνέχιση των πολιτικών λιτότητας όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Όμως το γεγονός ότι η Γερμανία, παρά την άφατη επιθυμία της, αδυνατεί να παίξει ρόλο αποφασιστικό στα ευρύτερα γεωπολιτικά παίγνια και στις ισορροπίες του παγκόσμιου συστήματος θα την αναγκάσει, τελικά, να αναδιπλωθεί με όρους καθαρά ευρωπαϊκούς, αλλά σε μια βάση διαφορετική, αναθεωρώντας τις πολιτικές λιτότητας που η ίδια έχει επιβάλει στην Ευρώπη.

Αυτό σημαίνει ότι θα βρεθεί, τελικά, ένας τρόπος συνεργασίας με την Ελλάδα, ο οποίος θα σηματοδοτήσει τον σταδιακό τερματισμό των πολιτικών λιτότητας στην Ευρώπη καθώς και την περαιτέρω εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Κοντολογίς, η Ευρώπη θα συνεχίσει να υπάρχει γιατί απλά η Γερμανία δίχως την Ευρώπη, μακροπρόθεσμα, θα παρακμάσει οικονομικά και (γεω)πολιτικά. Ως υπόθεση εργασίας θα ήθελα να αποκλείσω την περίπτωση ότι οι Γερμανοί, μετά τους δυο καταστροφικούς πολέμους που προξένησαν στην Ευρώπη, έχουν αθεράπευτα εθιστεί στην ιδέα της αυτοκαταστροφής τους...

Τελικά, εάν κάποιος/α πέσει στα βράχια, αυτή θα είναι η Γερμανία και όχι η Ελλάδα, η οποία σίγουρα σε περίπτωση ρήξης θα πληρώσει τίμημα, αλλά σίγουρα μικρότερο από αυτό που θα πληρώσουν μακροπρόθεσμα οι Γερμανοί και οι δορυφόροι τους. Όμως, σε αντίθεση με τις ατομικές υπάρξεις, οι χώρες και οι λαοί, ως συλλογικές οντότητες, όπως και η ιστορία ως το αποτέλεσμα των ενεργειών τους έχουν, κατά τον Μαρξ, το ιστορικό δικαίωμα να αμαρτήσουν δυο φορές. Όχι όμως και τρίτη! Επομένως, λόγω αντικειμενικών συνθηκών αλλά και λόγω φόβου μιας τρίτης, ιστορικά, επανάληψης της ίδιας αμαρτίας (με μαρξικούς όρους: φάρσα της φάρσας) θα κάτσουν τελικά να μας ακούσουν. Αυτό γιατί, σε τελευταία ανάλυση, έχουν κάθε συμφέρον, οικονομικό, (γεω)πολιτικό και κυρίως ιστορικό να ακούσουν και εμάς και την υπόλοιπη Ευρώπη που υποφέρει από τη νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα.

Ήδη αυτή η βαρβαρότητα, παρά το βραχυπρόθεσμο όφελος που αντλεί η Γερμανία από τον τρόπο διαχείρισης του χρέους, απειλεί με διάλυση τον ενιαίο οικονομικό και πολιτικό χώρο, ο οποίος αποτελεί το σταθερό και έμπεδο θεμέλιο μιας ευρωπαϊκής Γερμανίας. Και το κόστος αυτής της διάλυσης θα είναι για όλους, και ιδιαίτερα για τις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, ασύγκριτα μεγαλύτερο από τους λογιστικότροπους υπολογισμούς των τεχνοκρατών με τα κολλαρισμένα πουκάμισα και τις ευθυτενείς γραβάτες, που γράφουν και σβήνουν πάνω στο σενάριο ενός πιθανού Grexit. Γι' αυτό και πρέπει εμείς πρώτοι να διανοηθούμε την έξοδο από την Ευρωζώνη, για να μπορέσουν και οι Γερμανοί να διανοηθούν την οριστική τους έξοδο από το ιστορικό γίγνεσθαι...

* Ο Ιωάννης Παντελάδης είναι Δρ. Οικονομικής Γεωγραφίας

Από avgi