Ούτε ένα μήνα δεν κυβερνά ο ΣΥΡΙΖΑ και ήδη γκρεμίζει τα θεμέλια της ίδιας της κοινωνίας. Η απόφαση του να διακόψει επ’ αορίστων το πρωτάθλημα αναμένεται να ταράξει την ισορροπία στην κοινωνία, αφήνοντας χιλιάδες ανθρώπους χωρίς αντικείμενο ενασχόλησης. Όσοι ασχολούνται...
με το ποδόσφαιρο ως φίλαθλοι ή όσοι γνωρίζουν ανθρώπους που ασχολούνται, γνωρίζουν καλά πως το επίπεδο ενός πολύ μεγάλου ποσοστού ελλήνων φιλάθλων σε γνώσεις γύρω από το παρασκήνιο πρέπει να είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο.
Στην Ελλάδα κυκλοφορούν πάνω από εννέα αθλητικές εφημερίδες, μόνο στην Αθήνα. Ούτε που ξέρω πόσες στην υπόλοιπη χώρα, ούτε τον αριθμό που αγγίζουν τα αθλητικά site.
Υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό κόσμου που ασχολείται καθημερινά, και μάλιστα αρκετές ώρες, για να ενημερωθεί για το τι δήλωσε ο ένας παίκτης, τι είπε ο άλλος προπονητής, πως βρίστηκαν οι τάδε και δείνα παράγοντες. Πόσα παίρνει ο Άλφα, πόσα θα πάρει ο Βήτα, που παίζει δανεικός ο Γάμα. Τι έκανε η ουραγός της Γ’ Εθνικής της Χιλής στο τελευταίο της παιχνίδι εντός έδρας;
Ορθή η παρατήρηση πως το στοίχημα έχει «ανοίξει» όλη αυτή τη βιομηχανία πολύ περισσότερο στο ευρύ κοινό. Και με τη σειρά της, ακόμα πιο ορθή η άλλη παρατήρηση που σημειώνει πως σε κοινωνίες με μεγάλη φτώχεια (κυρίως οικονομική αλλά και πνευματική) ακμάζει ο τζόγος.
Όμως η τόσο μεγάλη αυτή ενασχόληση «οπαδών» με πρωταθλήματα στα οποία τα νήματα κινούν πολυεθνικές και στοιχηματικές εταιρείες μοιάζει με πνευματικό χαρακίρι.
«Ξέρω πως η κάθε ομάδα ανήκει και σε έναν μεγιστάνα της αρπαχτής, της λαμογιάς και της μπίζνας, γνωρίζω πως πίσω από τις κλειστές πόρτες κανονίζονται διάφορες συμφωνίες, έχω καταλάβει πως όταν υπάρχει συμφέρον, η τύχη και η ικανότητα του αντιπάλου δεν αποτελούν κριτήρια για την έκβαση ενός παιχνιδιού, αλλά παρόλα αυτά μου αρέσει να παρακολουθώ αυτά τα πρωταθλήματα.»
Εάν «παραδοσιακά» το ποδόσφαιρο είναι το όπιο του λαού τότε το σημερινό ελληνικό ποδόσφαιρο, με την ποιότητα και την υπευθυνότητα που παρουσιάζει τόσο στους θεσμούς, όσο και στα πρόσωπα που τους απαρτίζουν, είναι το σίσα του. Είναι το φτηνό, σιχαμερό, γεμάτο δηλητήριο ναρκωτικό, που σκοτώνει βασανιστικά τους δεσμούς του με το περιβάλλον.
Εννοείται πως δεν αναφέρομαι σε όσους αντιλαμβάνονται το ποδόσφαιρο ως «το καλύτερο δευτερεύον πράγμα στη ζωή» όπως λέει και ένας από τους μεγαλύτερους σχολιαστές ποδοσφαίρου. Άλλωστε, είμαι σίγουρος πως όλοι αυτοί συμφωνούν πως το ελληνικό ποδόσφαιρο έχει φτάσει σε οριακό σημείο. Τόσο μέσα, όσο και έξω από τα γήπεδα.
Αναφέρομαι όμως στους ανθρώπους αυτούς που ασχολούνται με όλες αυτές τις εξελίξεις σαν να εξαρτάται από αυτές η ζωή τους. Την ώρα μάλιστα, που μεγάλη μερίδα αυτού του κόσμου μόλις και μετά βίας καταφέρνει να τα φέρει βόλτα στη ζωή του.
Το ελληνικό ποδόσφαιρο βρίσκεται στα χέρια εφοπλιστών, πετρελαιάδων, εργολάβων και διαφόρων άλλων ιδιωτών, που στις περισσότερες περιπτώσεις τους διατηρούν και άλλες, πολύ πιο κερδοφόρες επιχειρηματικές δραστηριότητες. Δεν μπορεί η ενασχόλησή τους αυτή με ομάδες που έχουν, ευρύ ή και όχι, κοινό να τους θέτει υπεράνω νόμου.
Και η ασυλία που έχουν γνωρίσει τα προηγούμενα χρόνια θα ζήλευε αυτή των καναλαρχών. Σε πολλές περιπτώσεις, καναλάρχης και ποδοσφαιροπαράγοντας είναι η ίδια περίπτωση.
Είναι πραγματικά απορίας άξιο. Το εύρος της γνώσης, που καλύπτει τις προηγούμενες ομάδες του παίκτη, τα στατιστικά του, τραυματισμούς, τσακωμούς και τις πρώην γκόμενες του Αμπαλεο Μπαλαντόροβιτς από τη Βραζιλία, γιατί δεν μπορεί να καλύψει και ζητήματα πιο κρίσιμα.
Δηλαδή, είναι πιο άχρηστη η πληροφορία πως ο Θεοχάρης διετέλεσε αντιπρόεδρος στη Lehman Brothers πριν καταρρεύσει, ηγούμενος της Ευρωπαϊκής ομάδας πληροφορικής μετοχικών παραγώγων, ακολούθως στην Ασπίς Πρόνοια ως Διευθυντής Μηχανογράφησης της «Ασπίς Πρόνοια» πριν κι αυτή καταρρεύσει (διαχείριση συμβολαίων και προμηθειών, βελτιστοποίηση διαδικασιών και επιλεγμένη εισαγωγή εξωτερικών αναθέσεων), αμέσως μετά ήρθε καρφωτός ως γενικός γραμματέας Πληροφοριακών Συστημάτων τα οποία χρησιμοποίησε όταν ανέλαβε χρέη γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων πριν πέσει στο Ποτάμι;
Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατόν δημόσιοι παράγοντες να ανταλλάσσουν ύβρεις και απειλές, να χειροδικούν και να τραμπουκίζουν, να επιρρίπτουν ο ένας στον άλλον κατηγορίες, και την ίδια ώρα κοινό και κρατικοί μηχανισμοί να μένουν παρατηρητές.
Οι δικαιολογίες έχουν τελειώσει. Η Ελλάδα, ή θα έχει πρωτάθλημα στα ευρωπαϊκά πρότυπα, με κανόνες και νόμους ασφαλείας που θα τηρούνται, ή αλλιώς ας μην έχει καθόλου.
ΥΓ. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την τρολιά του Σάντος με τον «παίκτη της Γ’ Εθνικής», που παρουσίασε ως παίκτη που θα συμπεριλάβει στην αποστολή της Εθνικής ομάδας στο πρόσφατο Μουντιάλ;
Χαμός. Άρθρα, παρεμβάσεις, πανδαιμόνιο σε αθλητικούς σταθμούς και εφημερίδες. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που τον γνώριζαν κιόλας τον «παίκτη». Άλλοι πίστευαν πως δεν κάνει για Εθνική ομάδα, άλλοι πως είναι ότι έλειπε από αυτή την αποστολή.
Τελικά, το γεγονός πως ο τύπος ήταν κομπάρσος και όλη η ιστορία ένα καλοστημένο διαφημιστικό τρικ της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας μάλλον απογοήτευσε πολλούς από αυτούς.
Το εν λόγω περιστατικό αποτελεί απλώς ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των χιλιάδων ποδοσφαιρικών παντογνωστών που υπάρχουν στη χώρα.
Από Ρεμπελίσκος
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου