Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Αντισυνταγματική η έφοδος του ΣΔΟΕ σε σπίτια χωρίς εισαγγελέα

Του Παναγιώτη Στάθη

Αντισυνταγματική είναι  η δυνατότητα εφόδου του ΣΔΟΕ (Ν. 4174) για φορολογικούς ελέγχους σε σπίτια  χωρίς την παρουσία εισαγγελέα, αποφαίνεται με κατηγορηματικό τρόπο ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νίκος Παντελής, αποκαθιστώντας ουσιαστικά και άμεσα την συνταγματική επιταγή πως το σπίτι καθενός είναι άσυλο.

Η εισβολή εφοριακών σε σπίτια...
χωρίς την παρουσία εκπροσώπου των δικαστικών αρχών όχι μόνο είναι αντίθετη στο Σύνταγμα αλλά μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε διώξεις για κατάχρηση εξουσίας ή να καταστήσει παράνομα τα αποδεικτικά στοιχεία που κατασχέθηκαν.  Της γνωμοδότησης του ανώτατου εισαγγελικού λειτουργού είχε προηγηθεί η ρητή δήλωση όταν πρόεκυψε το θέμα, του υπουργού Δικαιοσύνης Χαρ. Αθανασίου ο οποίος είχε εκφράσει ανοιχτά την αντίθεσή του.

Για να φτάσει όμως  η υπόθεση στα χέρια του κ. Παντελή, είχε προηγηθεί η απόφαση της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ), η οποία με πλειοψηφία  14-10 ψήφων είχε κρίνει ότι, εφόσον υπάρχουν ενδείξεις φοροδιαφυγής, μπορούν τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα να μπαίνουν σε σπίτια ή την επαγγελματική έδρα των φορολογουμένων προκειμένου να ψάξουν για «ζεστό χρήμα» ή να κατασχέσουν άλλα κινητά πράγματα για την είσπραξη των οφειλομένων ποσό στο δημόσιο. Εκείνο όμως που άναψε φωτιές, ήταν το σημείο που έβγαζε ως μη αναγκαία την παρουσία δικαστικού λειτουργού. Σύμφωνα με το ΝΣΚ, η παρουσία του απαιτείται μόνο σε κατ’ οίκον έρευνα για να συλλεγούν αποδεικτικά στοιχεία για τη διαπίστωση εγκλημάτων ή σύλληψη δράστη και την πρόληψη ή καταστολή ποινικών αδικημάτων.

Το καταρρίπτει

Χαρακτηριστικό είναι το δια ταύτα της εγκυκλίου προς το ΥΠΟΙΚ του κ. Παντελή, που μεταφέρεται αυτούσια:

«Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, κατά την γνώμη μας, η παράγραφος 3 του άρθρου   25    του Ν 4174/2013,  με την οποία  ορίζεται ότι   «…. η Φορολογική Διοίκηση δύναται να διενεργεί επιτόπιο φορολογικό έλεγχο και εκτός του επίσημου ωραρίου εργασίας εφόσον απαιτείται από το είδος των δραστηριοτήτων του φορολογούμενου. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να γίνεται ειδική μνεία στην εντολή φορολογικού ελέγχου. Η είσοδος στην κατοικία του φορολογούμενου επιτρέπεται μόνο με εντολή του αρμόδιου Εισαγγελέα.».  καθώς και η   παράγραφος 3 του άρθρου 40 του αυτού ως άνω  νόμου, με το  οποίο ορίζεται ότι « ο Γενικός Γραμματέας (Δημοσίων Εσόδων) ή τα νομίμως εξουσιοδοτημένα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, έχουν το δικαίωμα να προβαίνουν σε κάθε δικαστική ή οποιαδήποτε άλλη νόμιμη ενέργεια που αποσκοπεί, άμεσα ή έμμεσα, στην είσπραξη φόρων και λοιπών εσόδων, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, της κατάθεσης αίτησης πτώχευσης του οφειλέτη του Δημοσίου της άσκησης αγωγής διάρρηξης. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου,  ισχύει αναλόγως η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του Κώδικα.»,  με  τις οποίες   προβλέπεται η διενέργεια  κατ’ οίκον ερευνών   από όργανα της φορολογικής διοίκησης,  με απλή  εντολή του εισαγγελέα  και χωρίς την παρουσία δικαστικού  λειτουργού, για οποιονδήποτε λόγο  και αν γίνονται  αυτές  και οποιονδήποτε σκοπό και αν εξυπηρετούν, κείνται  εκτός του πλαισίου της συνταγματικής μας τάξης».

Πρώτα το Σύνταγμα

Για να στηρίξει την άποψή του ο κ. Παντελής αναφέρει πως "...η παρουσία δικαστικού λειτουργού στις  κατ’ οίκον έρευνες, αποτελεί  προϋπόθεση  εκ των ουκ άνευ  σε όλες  τις περιπτώσεις, είτε πρόκειται περί ερευνών στα πλαίσια  ανάκρισης, είτε περί τοιούτων  στα πλαίσια  αναγκαστικής ή διοικητικής εκτέλεσης, τούτο  δε προκύπτει σαφώς από την αδιάστικτη διατύπωση του  άρθρου 9  του Συντάγματος , στο οποίο  δεν γίνεται καμία  διάκριση. Συνεπώς  οι διατάξεις του  Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων,  νόμων προγενέστερων του ισχύοντος Συντάγματος, που προβλέπουν την διενέργεια   τέτοιου είδους  ερευνών, πρέπει να ερμηνεύονται   υπό το πρίσμα της ως άνω  συνταγματικής επιταγής,  που απαιτεί  αυτές να πραγματοποιούνται   με την παρουσία   εκπροσώπου της δικαστικής  αρχής ..."

«Αλλάξτε το Σύνταγμα»
Ρίχνει μάλιστα το μπαλάκι στην νομοθετική εξουσία , αν θεωρεί πως πρέπει αυτό να αλλάξει, να το πράξει εντός  της Αναθεωρητικής Βουλής.

«Εάν  με την αποδοχή της άποψης ότι η παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής αρχής  είναι υποχρεωτική σε οποιασδήποτε μορφής έρευνα κατ’ οίκον, οδηγούμεθα    σε αδυναμία να εποπτεύσουμε  την  τήρηση της διοικητικής νομοθεσίας , είναι έργο της νομοθετικής εξουσίας και δη μιας  Αναθεωρητικής  Βουλής, να παρέμβει  και να  επιλύσει  το πρόβλημα και όχι του  ερμηνευτή και εφαρμοστή του δικαίου (εν προκειμένω του Εισαγγελέα),  ο οποίος   κάνοντας  συσταλτική ερμηνεία  της σχετικής  Συνταγματικής Διάταξης και περιορίζοντας το εύρος προστασίας  ενός ατομικού δικαιώματος,  ευρίσκεται πάντοτε  προ  της πιθανότητας αναζήτησης από αυτόν ποινικών ευθυνών, ακόμη και ευθυνών   αποζημίωσης .

Τέλος  τα όρια  μεταξύ προληπτικού  και κατασταλτικού  διοικητικού ελέγχου, ιδιαίτερα στο πεδίο της φορολογικής νομοθεσίας, είναι εντελώς δυσδιάκριτα. Πράγματι η αθρόα ποινικοποίηση της  φορολογικής νομοθεσίας,   και η  καθιέρωση των  φορολογικών εγκλημάτων ως  διαρκώς αυτόφωρων , έχει δημιουργήσει ένα θολό νομικό τοπίο , εντός του οποίου  ο οποιοσδήποτε   έλεγχος αυτού του είδους, μπορεί  να  προσλάβει  χαρακτήρα ποινικό,   με τον εντοπισμό και κατάσχεση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων, ανεπίσημων φορολογικών εγγράφων ή  και  χρημάτων που μπορεί  να θεωρηθούν ότι  αποτελούν προϊόντα εγκλήματος , όπως μη αποδοθέντος (υπεξαιρεθέντος) Φ.Π.Α. Σε περίπτωση μη επίτευξης διοικητικού  συμβιβασμού (άρθρο 24 παρ.2 του Ν 2523/1997), ο εντοπισμός και η κατάσχεση τέτοιου είδους στοιχείων, οδηγεί αναπόφευκτα στην υποβολή μηνυτήριας  αναφοράς (άρθρο 21 του Ν 2523/1997) κατά του υπαιτίου,  οπότε τα στοιχεία αυτά μπορούν  να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε μια ποινική διαδικασία. Για την διασφάλιση συνεπώς της εγκυρότητάς τους και της δυνατότητας να χρησιμοποιηθούν  ως νόμιμα αποδεικτικά μέσα (άρθρο 19 του Συντάγματος ), επιβάλλεται  οι κατ’ οίκον  έρευνες που διενεργούνται στα πλαίσια  αυτά, να περιβληθούν  με τις ίδιες δικαιοκρατικές εγγυήσεις που περιβάλλονται και  οι ανακριτικές  έρευνες,  αυτές δηλαδή που αποσκοπούν στην διακρίβωση  της τέλεσης αξιοποίνων πράξεων, περί των οποίων  δεν υπάρχει καμία  αμφιβολία  ότι διενεργούνται πάντοτε  με  την  παρουσία δικαστικού λειτουργού».            

Εντολή εισαγγελέα – Παρουσία εισαγγελέα

Εν ολίγοις ο εισαγγελικός λειτουργός λέει πως όπου γίνεται έρευνα με εντολή εισαγγελέα θα πρέπει να υπάρχει και παρουσία δικαστικού λειτουργού. Αυτό βέβαια δεν ισχύει για τους προληπτικούς ελέγχους του ΣΔΟΕ σε επαγγελματικούς χώρους κλπ κάτι που βέβαια ίσχυε ήδη και συνεχίζει να ισχύει.

Δείτε αναλυτικά τη γνωμοδότηση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Νικ. Παντελή.






Από capital