Σάββατο 3 Μαΐου 2014

Στην ουρά της λαϊκής

Σαν αποτύπωση της κοινής γνώμης ή του κοινού περί δικαίου αισθήματος, οι λαϊκές δίνουν πάντοτε ευκρινέστερη και ειλικρινέστερη εικόνα απ’ ό,τι, για παράδειγμα, μια τηλεοπτική ή ραδιοφωνική συζήτηση «με τη συμμετοχή του κοινού»· ενός σκηνοθετημένου κοινού. Οι απόψεις που ανταλλάσσουν φωναχτά έμποροι και πελάτες για τα πολιτικά και τα οικονομικά και όχι για τα ποδοσφαιρικά (αδιάφοροι πια για «τον χαφιέ που τους ακολουθεί»), είναι πολύ πιο κοντά στην αλήθεια από την επεξεργασμένη και...
συμμορφωμένη εικόνα που φτάνει στον δέκτη μας υπό τη μορφή «ρεπορτάζ δρόμου». Στην περίπτωση αυτή, οι απαντήσεις πωλητών και αγοραστών για τρέχοντα θέματα περνούν από την κρησάρα κάθε διαύλου, πριν ακουστούν σαν «αυθεντικές μαρτυρίες»· μια κρησάρα που, όχι σπάνια, αλλάζει ελαφρά, σχεδόν αδιόρατα, παρακολουθώντας την αλλαγή των περιστασιακών βλέψεων.

Οσο κοντά στην αυθεντικότητα είναι η βουερή εικόνα μιας λαϊκής, άλλο τόσο, μπορεί και περισσότερο, είναι η εικόνα που ανέδειξε η συρροή του πλήθους στη δωρεάν διανομή οπωροκηπευτικών από απεργούντες παραγωγούς και λιανοπωλητές. Και το λέω αυτό μια και είναι πιθανό ορισμένοι εκ των κυβερνώντων να προσπαθήσουν να καθησυχάσουν τις (εκλογικές) ανησυχίες τους, λέγοντας από μέσα τους ότι δεν μπορεί, οι εκατοντάδες, οι χιλιάδες άνθρωποι που έτρεξαν στο Περιστέρι ή στην Καμάρα της Θεσσαλονίκης και έμειναν υπομονετικά στην ουρά για πολλή ώρα, με την ελπίδα ότι θα αποζημιωθούν με ένα κιλό ντομάτες, δύο μαρούλια και μερικά μήλα, ήταν κάποιος κομματικός στρατός που κινητοποιήθηκε για να δημιουργήσει ψευδές εντυπώσεις: ότι τάχα υπάρχει φτώχεια, δυσκολία, στέρηση, ενώ, όπως στεντορείως διακηρύσσεται, ξεμυτίσαμε ήδη από το σκοτεινό τούνελ και γευόμαστε τα πρώτα αγαθά της πειθαρχημένης εφαρμογής μνημονίων και μεσομακροπροθέσμων.

Ακόμα κι αν υποθέσουμε πως υπάρχουν ινστρούχτορες με τέτοιες λαϊκιστικές ιδέες κατάφωρα αντιλαϊκές, καμία κομματική στράτευση δεν θα μπορούσε να πείσει έναν άνθρωπο να στηθεί στην ουρά μιας ανέχειας που μεταφράζεται αυτόματα σε αναξιοπρέπεια και όχι σε απλή οικονομική αδυναμία. Κανένας, όσο πιστός του κόμματός του, δεν θέλει να τον δουν γείτονες, παλιοί φίλοι, συγχωριανοί τόσο φτωχό που να μην μπορεί ούτε τα σαλατικά του να αγοράσει· γιατί δεν θέλει να ντροπιαστεί στα μάτια τους – και στα δικά του. Λαός, χύμα λαός έτρεξε στις λαϊκές της προσφοράς. Αλλοι με σκυμμένο το κεφάλι και βουβοί, μήπως και περάσουν απαρατήρητοι ακόμα και από τον ίδιο τους τον εαυτό. Και άλλοι πρόθυμοι να εκθέσουν μάταια, για πολλοστή φορά, τις δυσκολίες τους: «Τέσσερα χρόνια άνεργος...», «άστεγος... με ταυτότητα», «συνταξιούχος με 480, τα διακόσια στο νοίκι». Και να αντιθέσουν έτσι το άθροισμα των στενάχωρων μικροαφηγήσεών τους στο Μεγάλο Αφήγημα της Επιτυχίας με το χάπι εντ. Να αντιπαρατάξουν το αυθεντικό στο εξωραϊσμένο. Και το γυμνό στο φτιασιδωμένο.

Παντελής Μπουκάλας από kathimerini μέσω left