ΟΙ ΑΓΓΛΟΙ ΤΟΝ ΘΕΩΡΟΥΣΑΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΛΑΪΚΙΣΤΗ ΑΛΛΑ ΗΘΕΛΑΝ ΝΑ ΣΥΣΦΙΓΞΟΥΝ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών αποχαρακτηρίζει αρχεία του που παρέμεναν απόρρητα για 30 χρόνια, δίνοντάς μας την ευκαιρία να επιστρέψουμε σε σημαντικές περιόδους της Ιστορίας της χώρας μας και να μάθουμε πώς αντιμετώπιζαν οι Βρετανοί διπλωμάτες και αξιωματούχοι την Ελλάδα τότε.
Τα αρχεία του 1980 για την Ελλάδα, που αποχαρακτηρίστηκαν τα τελευταία 24ωρα, ασχολούνται κυρίως με ένα πρόσωπο που έμελλε να αλλάξει για πάντα τις τύχες της χώρας: τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος ...
προετοιμαζόταν τότε για τις εκλογές του 1981.
Οι Βρετανοί αξιωματούχοι προσπαθούσαν να σκιαγραφήσουν την προσωπικότητα ενός πολιτικού άνδρα που αποτελούσε αίνιγμα και ενδεχομένως απειλή για τα βρετανικά και δυτικά συμφέροντα.
Οι Βρετανοί εναγωνίως επιχειρούσαν να διαπιστώσουν πώς θα άλλαζε επί ενδεχόμενης πρωθυπουργίας Παπανδρέου η θέση της Ελλάδας ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, ο ρόλος της στο ΝΑΤΟ και η προοπτική στην ΕΟΚ.
Ανάμεσα σε τηλεγραφήματα, αλληλογραφία και εσωτερικές εκθέσεις του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών βρίσκει κανείς προφίλ άλλων Ελλήνων πολιτικών όπως ο Χαρίλαος Φλωράκης και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Ακόμα, τα αρχεία του Φόρεϊν Οφις συμπληρώνουν την εικόνα που είχαν οι Βρετανοί για τα μείζονα ζητήματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, κυρίως τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό, αλλά και για την ελληνική οικονομία.
Λόγω του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος της τότε Βρετανίδας πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ για την οικονομία, τα αρχεία του 1980 περιέχουν εκτενείς αναφορές στη γραφειοκρατική, κρατικοκεντρική και προβληματική ελληνική οικονομία που δυστυχώς ηχούν σαν να γράφτηκαν χθες.
Το μεγάλο ελληνικό μυστήριο για το Φόρεϊν Οφις του 1980 ήταν αδιαμφισβήτητα ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ενα χρόνο πριν από τις εκλογές του 1981 διάφοροι Βρετανοί αξιωματούχοι, από τον τότε πρέσβη στην Αθήνα, Ιαν Σάδερλαντ, μέχρι στελέχη του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών, προσπαθούσαν να καταλάβουν το πλήρες εύρος της προσωπικότητας, των κινήτρων και του τρόπου σκέψης του Ελληνα πολιτικού. «Λαϊκιστής και καιροσκόπος, επικίνδυνος για τα βρετανικά και τα δυτικά συμφέροντα», αποφαίνονταν τηλεγραφήματα της εποχής.
«Διάβολος»
Η κυβέρνηση Θάτσερ είχε καλή σχέση και ιδεολογική συγγένεια με την κυβέρνηση Ράλλη. Η προοπτική μιας τόσο μεγάλης αλλαγής στην ηγεσία της χώρας σε κλίμα αστάθειας δεν ενθουσίαζε τους Βρετανούς, ιδιαίτερα δεδομένου του ότι πάσχιζαν να κατανοήσουν τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Εκθεση για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη τον Ιούλιο του 1980 προέτρεπε την κυβέρνηση Θάτσερ να συσφίγξει τις σχέσεις της με τον τότε πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ενώ κάποιοι αντιπολιτευόμενοι βουλευτές του βρετανικού κόμματος των Εργατικών σημείωναν ότι ο «λαϊκισμός και ο καιροσκοπισμός» του Παπανδρέου τον καθιστούσαν «όχι πραγματικό σοσιαλιστή».
Ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα, Ιαν Σάδερλαντ, χαρακτήριζε το ΠΑΣΟΚ ως «ορχήστρα του ενός», επισημαίνοντας ότι ολόκληρο το οικοδόμημα του κόμματος ήταν χτισμένο γύρω από τη χαρισματική και σαγηνευτική προσωπικότητα του Ανδρέα, για τον οποίο έγραφε χαρακτηριστικά: «Είναι ο πιο επικίνδυνος άνδρας στην ελληνική πολιτική. Ενας γλυκομίλητος και γοητευτικός διάβολος».
Ο πρέσβης Σάδερλαντ επισήμαινε ότι η ιδεολογία του Παπανδρέου ήταν ένα καιροσκοπικό κράμα «λαϊκισμού, σοσιαλισμού, αντιΝΑΤΟϊσμού, αντιαμερικανισμού». Τόσο εκείνος όσο και άλλοι Βρετανοί αξιωματούχοι παρατηρούσαν, ωστόσο, ότι καθώς ζύγωνε η ώρα της κάλπης ο Ανδρέας έβαζε νερό στο κρασί του και μετρίαζε τη ρητορική του.
Ο Σάδερλαντ επισήμαινε σε τηλεγράφημα του καλοκαιριού του '80: «Γίνεται λιγότερο δογματικός και περισσότερο πραγματιστής όσο πλησιάζουν οι εκλογές».
«Θέλει να τον αποκαλούμε πρόεδρο», σημείωνε ο Βρετανός διπλωμάτης που συνόδευε τον Ανδρέα Παπανδρέου κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο τον Νοέμβριο του 1980.
Το ταξίδι ήταν η ιδανική ευκαιρία για τους Βρετανούς να παρατηρήσουν από κοντά τον άνθρωπο που εκτιμούσαν ότι σε μερικούς μήνες θα γινόταν πρωθυπουργός της Ελλάδας.
Οι εντυπώσεις που άφησε ο Παπανδρέου ήταν καλύτερες από ό,τι ανέμεναν οι Βρετανοί αξιωματούχοι, οι οποίοι διαπίστωσαν πως ο πρέσβης Σάδερλαντ είχε δίκιο: ο Ελληνας πολιτικός ήταν λιγότερο δογματικός και πιο συζητήσιμος από ό,τι φοβούνταν. Εσωτερικό έγγραφο του Φόρεϊν Οφις για την επίσκεψη, πάντως, σημείωνε ότι η διάθεση του Παπανδρέου για συνεννόηση και ανταλλαγή απόψεων ενδεχομένως και να ήταν απόδειξη του καιροσκοπισμού του και της δυνατότητάς του να αλλάζει προσωπείο ανάλογα με το ακροατήριο.
Με τους Εργατικούς
Ο Παπανδρέου είχε συναντήσεις με την ηγεσία του κόμματος των Εργατικών, που τότε βρισκόταν στην αντιπολίτευση.
Ανάμεσα στους βουλευτές που είδε ήταν και ιστορικά στελέχη του κόμματος, όπως ο Μάικλ Φουτ, ο Τόνι Μπεν και η Μπάρμπαρα Καστλ. Αφησε πολύ καλές εντυπώσεις στους Βρετανούς Σοσιαλιστές, οι οποίο σημείωναν μετέπειτα πως οι απόψεις τους ταυτίζονταν περισσότερο από όσο θα περίμενε κανείς, ακόμα και για τα θέματα της ΕΟΚ.
Το Λονδίνο δεν επιθυμούσε η επίσκεψη Παπανδρέου να προσελκύσει το ενδιαφέρον των ελληνικών εφημερίδων, αφού εξακολουθούσε να στηρίζει την κυβέρνηση Ράλλη και δεν ήθελε να προσθέσει κύρος στον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ.
Παρ' όλα αυτά, έγγραφα σημειώνουν ότι στην Ελλάδα η επίσκεψη ερμηνευόταν ως αποδοχή του Παπανδρέου από τις μεγάλες δυνάμεις και ο ίδιος δεν έκανε τίποτα για να αλλάξει αυτή την εντύπωση.
Σταθερότητα
Οι Βρετανοί δεν έκρυψαν ποτέ την προτίμησή τους για τις κυβερνήσεις Καραμανλή και Ράλλη, τις οποίες θεωρούσαν πιο κοντά σε αυτή της Θάτσερ και ευνοϊκότερες για τα βρετανικά και τα δυτικά συμφέροντα. Αλληλογραφία από τον πρέσβη Σάδερλαντ μετά το καλοκαίρι του '80, αλλά και εσωτερικές εκθέσεις του Φόρεϊν Οφις από τους ίδιους μήνες, αποκαλύπτουν την ανησυχία των Βρετανών όχι μόνο για την προσωπικότητα και τους στόχους του Παπανδρέου αλλά για μια πιθανή πολιτική-συνταγματική κρίση.
Οι Βρετανοί φαίνεται πως είχαν έναν μόνιμο φόβο για νέο πραξικόπημα, και αρκετά τηλεγραφήματα από το 1980 επικεντρώνονται στο ενδεχόμενο ρήξης του Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου, και τι ρόλο μπορεί να διαδραμάτιζε ο στρατός σε μια τέτοια κατάσταση. Μέχρι τον Νοέμβριο του 1980, πάντως, φαίνεται ότι στο Φόρεϊν Οφις δεν απέκλειαν αλλά δεν θεωρούσαν πιθανό νέο πραξικόπημα, ενώ πίστευαν ότι η στάση του στρατού θα εξαρτιόταν πλήρως από αυτή του Παπανδρέου σε περίπτωση εκλογικής του νίκης.
Δεν χωρά αμφιβολία ότι η κυβέρνηση Θάτσερ προτιμούσε τη «Σταθερότητα» του «μοναχικού και αυταρχικού» αλλά φιλοδυτικού και μεταρρυθμιστή Καραμανλή από την «Αλλαγή» του «επικίνδυνου» Παπανδρέου, όμως διακρίνει κανείς τη σταδιακή παραδοχή στους βρετανικούς διπλωματικούς κύκλους ότι θα έπρεπε να συνηθίσουν την ιδέα της συμμαχίας με τον Παπανδρέου.
Παράλληλα, έκθεση για την Ελλάδα σημείωνε ότι πουθενά αλλού στη δυτική Ευρώπη δεν παρατηρεί κανείς τέτοιο χάσμα ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά. *
Ζητούσε αλλά δεν έπαιρνε εγγυήσεις για την Τουρκία
Συνυφασμένα ζητήματα για τους Βρετανούς διπλωμάτες ήταν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και η επανένταξη της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.
Τόσο ο τότε υπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης όσο και ο Ανδρέας Παπανδρέου φαίνεται να τηρούσαν παρεμφερή στάση στο θέμα της επανένταξης στο ΝΑΤΟ.
Συγκεκριμένα, ο Μητσοτάκης έλεγε σε Βρετανούς βουλευτές κατά τη διάρκεια επίσκεψής τους στην Αθήνα τον Μάιο και τον Ιούνιο του '80, ότι η διαπραγμάτευση της επανόδου της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ παρά το γεγονός ότι τα τουρκικά στρατεύματα παρέμεναν στην κατεχόμενη Κύπρο αποτελούσε ήδη μεγάλη υποχώρηση. Ο Μητσοτάκης επέμενε, σύμφωνα με έκθεση του καλοκαιρού του 1980, ότι το εμπόδιο για το δρόμο της Ελλάδας προς το ΝΑΤΟ ήταν τα ελληνοτουρκικά.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, τόσο κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο το φθινόπωρο του '80 όσο και σε άλλες περιπτώσεις, φαινόταν να συμφωνεί με την ανάλυση Μητσοτάκη για το ρόλο της Τουρκίας και τη σχέση της Ελλάδας με το ΝΑΤΟ. Ο ίδιος εμφανιζόταν πιο θετικός από ό,τι κατά το παρελθόν για την επανένταξη της Ελλάδας, επιθυμούσε όμως εγγυήσεις ότι η Τουρκία θα έπαυε τις διεκδικήσεις της, η Συμμαχία θα στήριζε την Αθήνα όσο και την Αγκυρα και ο ελληνικός στρατός θα είχε το περιθώριο να αναπτυχθεί για να υπερασπιστεί τα στρατηγικά συμφέροντα της Ελλάδας. Ο Παπανδρέου φέρεται να υποστήριζε ουδετερότητα των ελληνικών στρατευμάτων σε περίπτωση ολικής ρήξης Ανατολής-Δύσης, γεγονός που οι Βρετανοί δεν έβλεπαν θετικά. Η Ελλάδα τελικά επανεντάχθηκε πλήρως στο ΝΑΤΟ τον Οκτώβριο του 1980.
Συγκεκριμένα στα ελληνοτουρκικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετωπίστηκε με συγκαταβατικά χαμόγελα στο Λονδίνο, όταν εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι οι Τούρκοι σχεδίαζαν επίθεση κατά της Ελλάδας. Σύμφωνα με τα αρχεία του Φορέιν Οφις, επαφές με τον τουρκικό στρατό σε καμία περίπτωση δεν επιβεβαίωναν κάτι τέτοιο. Οι Βρετανοί αξιωματούχοι θεωρούσαν τον Παπανδρέου επιρρεπή σε θεωρίες συνωμοσίας, τις οποίες οι ίδιοι απέρριπταν.
Σχετικά με το Κυπριακό, η Βρετανία φαίνεται να ακολουθούσε πολιτική ίσων αποστάσεων από την Αγκυρα και την Αθήνα. Κατά την επίσκεψη Θάτσερ στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1980 το ζήτημα «συζητήθηκε επί τροχάδην». Πάντως, κατά την επίσκεψη Παπανδρέου στο Λονδίνο τον Νοέμβριο του 1980 και τη συνάντηση του τότε Ελληνα αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών, λόρδο Κάριγκτον, το Κυπριακό είχε συζητηθεί περισσότερο. Ο Παπανδρέου φαίνεται να είχε εκφράσει τότε την ανησυχία του για την αποδυνάμωση του Κύπριου προέδρου Κυπριανού και για την εξαιρετικά πολωμένη ατμόσφαιρα στην ελληνοκυπριακή πλευρά που καθιστούσε την επίλυση σχεδόν αδύνατη. Ο λόρδος Κάριγκτον φαίνεται να είχε πει τότε στον Παπανδρέου ότι πίστευε πως προτιμούσε βάση των συνομιλιών και διαπραγματεύσεων να αποτελεί ο ΟΗΕ και όχι οι εγγυήτριες δυνάμεις.
Μητσοτάκης, Φλωράκης, Παπούλιας
Πολύ θετικές εντυπώσεις είχαν αποκομίσει Βρετανοί βουλευτές από τη συνεργασία τους με τον τότε υπουργό Εξωτερικών Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον οποίο χαρακτήριζαν «σαφώς πιο φιλοδυτικό και φιλοαμερικανό από τους συναδέλφους του».
Τηλεγράφημα του προσωρινού προξένου στην Αθήνα τον Αύγουστο του 1980 αναφέρεται σε «σπάνια συνάντηση» με τον Χαρίλαο Φλωράκη. Ο γεν. γραμματέας του ΚΚΕ δεν είχε εμφανιστεί αρνητικός σε μετεκλογική συνεργασία με μια «μη δεξιά κυβέρνηση».
Ο Βρετανός διπλωμάτης σημείωνε με ενδιαφέρον ότι το γραφείο του Φλωράκη δεν είχε σχεδόν κανένα χαρτί, σε αντίθεση με αυτό του Κάρολου Παπούλια (τότε τομεάρχη Διεθνών Σχέσεων του ΠΑΣΟΚ), το οποίο ήταν γεμάτο από φακέλους. Για τον Παπούλια τα αρχεία του Φόρεϊν Οφις σημείωναν ότι επρόκειτο για άνθρωπο «λογικό και φιλικό, περίπου στο κέντρο του ΠΑΣΟΚ, ούτε εξτρεμιστή ούτε μετριοπαθή» και θεωρούσαν ότι είχε σοβαρές πιθανότητες να γίνει υπουργός Εξωτερικών σε μια κυβέρνηση Παπανδρέου.
Η Μάργκαρετ Θάτσερ και η Ελλάδα
Η Βρετανίδα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ επισκέφτηκε την Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1980, κατά τη διάρκεια σειράς επισκέψεων στα Βαλκάνια.
Ηταν η πρώτη επίσκεψη Βρετανού αρχηγού κράτους στην Ελλάδα από αυτή του Χάρολντ ΜακΜίλαν το 1958. Η Θάτσερ συναντήθηκε με τον ομόλογό της Γεώργιο Ράλλη, τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ανδρέα Παπανδρέου.
Συγκεκριμένα, για τη συνάντηση με τον Παπανδρέου, τα βρετανικά αρχεία αναφέρουν ότι προσπάθησε να την πείσει χωρίς αποτέλεσμα για τις αντι-ΝΑΤΟϊκές του απόψεις, ενώ το φιλικό κλίμα δεν ήταν αρκετό για να κρύψει τις «εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις» των δύο.
Κατά τη συνάντηση Θάτσερ - Παπανδρέου στο Λονδίνο, λίγες εβδομάδες αργότερα, πάντως, η συζήτηση στάθηκε περισσότερο στην ελληνική οικονομία. Η Μάργκαρετ Θάτσερ εμφανιζόταν ανήσυχη για τη γραφειοκρατία, τη διαφθορά και τις αγκυλώσεις της ελληνικής οικονομίας.
Εκθέσεις του Φορέιν Οφις στέκονταν επίσης ιδιαίτερα και στο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, τις υπερβολικά υψηλές δημόσιες δαπάνες, τον πληθωρισμό που τότε κινούνταν περί το 25% και το σοκ που αναμενόταν να υποστεί το ελληνικό εμπόριο μετά την είσοδο στην ΕΟΚ.
Η ένταξη στην ΕΟΚ των «9» και οι Ελληνες πολιτικοί
Μία από τις σημαντικότερες μεταστροφές στις θέσεις Παπανδρέου που σημείωναν οι Βρετανοί ήταν αυτή σε σχέση με την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ των, τότε, «9».
Η θετικότερη διάθεση του Παπανδρέου για την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας ερμηνευόταν ως απόδειξη της μετακίνησής του προς το κέντρο καθώς πλησίαζαν οι εκλογές.
Τόσο οι Βρετανοί όσο και η κυβέρνηση Ράλλη, πάντως, εμφανίζονταν ανήσυχοι για την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ. Σε τηλεγραφήματα αναφέρονται οι κίνδυνοι της έκθεσης της χώρας στην κοινή αγορά, χωρίς να έχει την απαραίτητη πείρα και ενώ η οικονομία της εξακολουθούσε να είναι λιγότερο ανταγωνιστική από τις άλλες ευρωπαϊκές.
Ενας ακόμα φόβος που φαίνεται να επικρατούσε, σύμφωνα με τους Βρετανούς αξιωματούχους στην Ελλάδα, ήταν ότι η αδυναμία της Ελλάδας σε σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους θα την καθιστούσε υποχείριο των ισχυρότερων και θα επέτρεπε τον αφελληνισμό της οικονομίας με την εισροή ευρωπαϊκών κεφαλαίων.
Ιδιαίτερα ανήσυχη εμφανίζοταν, δε, η κυβέρνηση Ράλλη για την επίδραση που θα είχε η άρση του προστατευτισμού στο εμπόριο για τους Ελληνες παραγωγούς, κυρίως τους αγρότες και κτηνοτρόφους. Γενικότερα, οι Βρετανοί συμπέραιναν ότι θα περνούσε καιρός μέχρι οι Ελληνες να μπορούν να συμμετέχουν στην διαμόρφωση πολιτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ότι τα οφέλη της ένταξης θα ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με την ελληνική οικονομία και την πορεία της στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου