Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2009

Ο πατριωτισμός της πανέμορφης Αφγανής και η χαμένη οκταετία


Καμπούλ,
Φιλιώ Π. Κοντραφούρη
Καθώς το πρωί η Μαλαλάι βγήκε από την κεντρική πόρτα του ξενοδοχείου στην Καμπούλ, το προαύλιο, καλά προστατευμένο με πανύψηλα τείχη και πόρτες, ήταν ήδη γεμάτο ξένους στρατιώτες και αξιωματούχους του ΝΑΤΟ που ετοιμάζονταν για τη μεταφορά τους στο αρχηγείο της ISAF. Ο οδηγός της, την είχε ειδοποιήσει πως οι γύρω δρόμοι ήταν κλειστοί και έπρεπε να βγει στον πιο κοντινό για να τον συναντήσει.

Η ψηλή αφγανό-γαλλίδα με το πανέμορφο πρόσωπο άρχισε να περπατάει ανάμεσα στα humvees και τους αμερικανούς στρατιώτες που, με το χέρι στη σκανδάλη, προστάτευαν το χώρο μπροστά από το ξενοδοχείο. Περπάταγε στο πεζοδρόμιο σε ένα δρόμο που εκείνη τη στιγμή δεν θα έπρεπε. Όμως έπρεπε να κάνει κάτι τόσο απλό, να πάει στη δουλειά της.

Η απόσταση των 200 μέτρων μέχρι το τέλος του δρόμου φαινόταν ατελείωτη. Εκεί, άλλοι αμερικανοί στρατιώτες, μαζί με αφγανούς πάνω σε τανκς, έκαναν συνεχώς νοήματα στα διερχόμενα αυτοκίνητα και τους πεζούς να φεύγουν γρήγορα από το σημείο. Η κατάσταση στην αφγανική πρωτεύουσα είναι τόσο τεταμένη, που κάθε πληροφορία (οι οποίες είναι καθημερινές) για βομβιστές αυτοκτονίας που έχουν μπει στην Καμπούλ και ψάχνουν για στόχο, για απαγωγές και κάθε είδους επιθέσεις κάνει και τους πιο θαρραλέους, στιγμές σαν αυτή να γίνονται κάπως πιο νευρικοί.

Η Μαλαλάι συνέχισε να περπατάει όμως, ώσπου στάθηκε δίπλα στους στρατιώτες και τα τεθωρακισμένα, ψάχνοντας τον οδηγό της ανάμεσα στα διερχόμενα αυτοκίνητα. Οι αφγανοί στρατιώτες άρχισαν να της φωνάζουν ευγενικά να φύγει από εκεί, πως δε μπορεί να περπατάει έτσι στο συγκεκριμένο δρόμο, πως είναι πολύ επικίνδυνα, σχεδόν την παρακαλούσαν. Κι εκείνη έγινε ακόμα πιο νευρική, όχι όμως γιατί φοβόταν. "Αυτή είναι η πατρίδα μου!" φώναξε στους στρατιώτες. "Και μου λέτε πως δε μπορώ καν να περπατήσω στο πεζοδρόμιο της ίδιας μου της χώρας;" Κι αγνοώντας τους, στάθηκε δίπλα τους απλά περιμένοντας τον οδηγό της, δείχνοντας πως, ο φόβος που εδώ κυριαρχεί σχεδόν παντού, κάποιους δε μπορεί να τους ακουμπήσει.

Η χαμένη οκταετία
Το προηγούμενο βράδυ στο tea room του ίδιου ξενοδοχείου, κάποιοι στρατηγοί και στρατιωτικοί του ΝΑΤΟ έπιναν το τσάι τους δίπλα στους κόκκινους τοίχους διακοσμημένους με αφγανικές αντίκες. Συζητούσαν αρκετά σκεπτικοί για την κατάσταση στο Αφγανιστάν, αλλά σε καμία περίπτωση, έστω και σε μια off the record συζήτηση δεν θα περίμενε κανείς να είναι τόσο αιχμηροί. 'Ισως γιατί πια και οι ίδιοι, ξέρουν πως η κατάσταση δεν αφήνει περιθώρια για καμία υπεκφυγή από την πραγματικότητα.

Αν και συμφωνούν με το σχέδιο του ΜακΚρίσταλ για την αποστολή 40.000 επιπλέον στρατιωτών, επιμένουν πως πια στο Αφγανιστάν, όπως σχεδόν σε κάθε πόλεμο, δεν υπάρχει κανένα σχέδιο που μπορεί να εγγυηθεί την επιτυχία του.

Το βασικό πρόβλημα φαίνεται να είναι πως το ΝΑΤΟ και κυρίως οι Ηνωμένες Πολιτείες, εξαρχής, δεν είχαν ένα ξεκάθαρο σχέδιο για το τι ήθελαν να κάνουν στο Αφγανιστάν. Αποκομμένοι τελείως από το ντόπιο πληθυσμό, προσπάθησαν με το ζόρι να εφαρμόσουν σε μια άγρια κοινωνία, απλά πράγματα, όπως το να συνεργάζεσαι με άλλους, που ακόμα και σήμερα για το μέσο αφγανό φαντάζουν παντελώς άγνωστα. Συμφωνούν πως πρώτα από όλα πρέπει να ενδυναμώσουν τους ίδιους τους Αφγανούς για να πάρουν εκείνοι την κατάσταση στα χέρια τους. Αλλά ακόμα κι αυτό έχει τεράστια προβλήματα γιατί, όπως λένε, "δεν ξέρουμε τι μέσα πρέπει να τους δώσουμε, και με ποιό τρόπο πρέπει να τους τα δώσουμε. Τώρα αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε την κατάσταση." Και τότε αναρωτιέται κανείς, μα τι γινόταν τα προηγούμενα οκτώ χρόνια. Και η απάντηση των στρατηγών, εκεί, δίπλα στα σκαλιστά τραπεζάκια, κοντά στους άλλους ξένους που επίσης έπιναν το τσάι τους στα πορσελάνινα φλυτζάνια, ήταν αρκετή για να σε κάνει να αναρωτηθείς αν ποτέ νοιάστηκε κανείς πραγματικά για αυτή τη χώρα. "Τα προηγούμενα οκτώ χρόνια ήταν τελείως χαμένα."