Ο Γιώργος Καρατζαφέρης καθιερώθηκε στον δημόσιο βίο ως ο τυπικός λαϊκιστής πολιτικός, ακροδεξιού προσήμου, που έγινε γνωστός όταν ο Κώστας Καραμανλής τον διέγραψε από τη ΝΔ λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς. Ιδρυσε κόμμα, διαφημισμένο ως γνησίως ακροδεξιό, και κατάφερνε έκτοτε να βρίσκεται στο προσκήνιο με πολλά πρόσωπα: αυτοπροβαλλόμενος ως ρυθμιστής εξελίξεων, αυτόκλητος εθνοσωτήρας, συγκάτοικος της δεξιάς πολυκατοικίας, συμπαθής ατακαδόρος, τηλεκήρυκας με τσουβαλάτα λόγια αλλά και άφθονα υπονοούμενα, τέλος, ως ιδιοκτήτης πολιτικού «μαγαζιού». Οι επόμενες γενιές δεν θα θυμούνται όλες αυτές τις ιδιότητες, εκτός κι αν...
τις περιλάβει το οικείο λήμμα στη wikipedia· πιαθνότατα όμως θα τον βλέπουν στα αρχεία του YouTube και θα αναγνωρίζουν στις εμφανίσεις του έναν γραφικό συνεχιστή της ελληνικής φαρσοκωμωδίας.
Τα ύποπτα εμβάσματα από εμπόριο εξοπλισμών προς τις άδηλες υπεράκτιες εταιρείες του αρχηγού του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού αποτελούν δραματικό επεισόδιο που μάς αναγκάζει να αλλάξουμε genre: η φαρσοκωμωδία μεταπίπτει σε μαύρη κωμωδία. Ο ελισσόμενος συγκάτοικος και συγκυβερνών, ο πρόθυμος λαγός για το καλό του έθνους, ο εναλλάξ τιμητής και χατζηαβάτης της εξουσίας, ο ικανότατος επιβιωτής και χαμαιλέων, δεν γνώριζε πότε να σταματήσει, να αποσυρθεί για να απολαύσει τους καρπούς των ελιγμών του και να γράψει απομνημονεύματα. Οθεν βρέθηκε κρεμασμένος στα μανταλάκια, έκθετος στη χλεύη, ενώπιον της ανθρωπίνης δικαιοσύνης. Εξουδετερωμένος πολιτικά και υποχρεωμένος πλέον να αποδείξει πώς απέκτησε την περιουσία του κατά τη διάρκεια της πολιτικής του καριέρας.
Ο Γιώργος Καρατζαφέρης, ο τελευταίος καρατερίστας, φαίνεται δεν είχε αφομοιώσει τις σοφές ατάκες και τα πικρά διδάγματα του στρατηγού Δεκαβάλλα, στο «Ενας ήρως με παντούφλες». Δεν είχε αφομοιώσει λ.χ. το σχόλιο του θυμόσοφου στρατηγού για το περίφημο άγαλμα, το σύμπλεγμα που του σερβίριζαν: «…Εγώ, η Νίκη, η Δόξα, το άλογο… Από μακριά θα φαινόμαστε σα σούστα.» Και κυρίως λησμόνησε το δραματικό φινάλε, την έξοδο του στρατηγού Δεκαβάλλα, το σοφόκλειο άμα και αριστοφανικό καθαρτήριο «Βρε ουστ!»
Στην γκάμα του καρατερίστα προέδρου δεν περιλαμβάνονταν οι δραματικές αποχρώσεις, οι ανατροπές, η πτώση. Είχε μόνο την μπαλαφάρα, τον «Μπακαλόγατο», τις ευκολίες μιας επιθεώρησης σε λαϊκό αναψυκτήριο. Μα έτσι εβιώνετο η πολιτική και ο δημόσιος βίος έως την μεγάλη πτώση· γι ‘ αυτό άλλωστε βρήκε χώρο και ευκαιρία να μεσουρανήσει το καινοφανές πολιτικό genre του λαϊκού τηλεκήρυκα, ορμητικού, συνωμοσιολόγου και ασυνάρτητου, ερμηνευτή των πάντων· σε αυτή την πίστα άνθησαν οι θίασοι ποικιλιών των φωνακλάδων υπερπατριωτών, των ωρυομένων για τα όσια της φυλής και τους άμωμους υπεράκτιους λογαριασμούς. Ετσι εβιώνετο η πολιτική: υποκρισία, απληστία, χρηματισμός, υποδούλωση.
Σε αυτή την ακρολαϊκιστική πίστα έλαμψαν και άλλοι βλαστοί, κήρυκες γελοιότητος και μίσους· όσοι μεταμφιέζουν ιδέες και πεποιθήσεις, προκειμένου να επιπλεύσουν σε νέες ιστορικές δεξαμενές. Η προκληθείσα πτώση του αρχηγού και διδάχου ίσως αποτελεί ένα μήνυμα και προς αυτούς. Toυς το είχε πει ο Πρόεδρος της Βουλής Ευάγγελος Μεϊμαράκης το 2011: «Δεν μπορεί το περιθώριο, οι νονοί, τα λαμόγια να κυριαρχούν στην πολιτική ζωή… Το περιθώριο πρέπει να ξαναγυρίσει στο περιθώριο». Ηταν το «ουστ» του στρατηγού Δεκαβάλλα, με περισσότερα λόγια.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου