Πριν από δύο εβδομάδες ο γενικός γραμματέας της κυβέρνησης, Παν. Μπαλτάκος, πρόσωπο που δεν είναι πολιτικό, δηλαδή δεν είναι ούτε πρωθυπουργός, ούτε υπουργός, ούτε υφυπουργός, ούτε κυβερνητικός εκπρόσωπος, ούτε γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Ν.Δ., ούτε βουλευτής, ούτε στέλεχος του κόμματος, προέβη δημοσίως, και μάλιστα δύο φορές, σε εκτιμήσεις πολιτικές, απευθύνοντας προειδοποιήσεις (απειλές!) προς το εσωτερικό της Ν.Δ. και...
γενικώς προς τους κυβερνητικούς εταίρους.Ηταν παραμονές της συζήτησης και ψήφισης στη Βουλή του γνωστού πολυνομοσχεδίου. Είχε συζήτηση με δημοσιογράφους έξω από την πόρτα της εισόδου στη Βουλή για τα υπουργικά εδώλια και μετά έκανε και δηλώσεις στον ραδιοφωνικό σταθμό «Βήμα FM».
Είπε ο κ. Μπαλτάκος: Ας μη δοκιμάσουν την αποφασιστικότητα του πρωθυπουργού. Οποιος θέλει καταψηφίζει το πολυνομοσχέδιο, αλλά να ξέρει ότι, αν καταψηφιστεί, θα πάμε σε εκλογές μέσα στον Αύγουστο!
Είχαν ήδη εκδηλωθεί διαφωνίες κάποιων βουλευτών. Και έσπευσε σαφώς ο κ. γενικός να τους επαναφέρει στην τάξη, θέτοντας ουσιαστικά θέμα κομματικής πειθαρχίας, αυτός ο εξωθεσμικός, ενεργώντας σαν να ήταν πρωθυπουργός, υπουργός, εκπρόσωπος κ.λπ. και, φυσικά, υποκαθιστώντας τους.
Τι είναι, όμως, ο γεν. γραμματέας της κυβέρνησης; Σύμφωνα με το άρθρο 72 του Π.Δ. 63/2005, η γενική γραμματεία της κυβέρνησης, της οποίας προΐσταται ο γεν. γραμματέας, αποτελεί δημόσια υπηρεσία που υπάγεται απ’ ευθείας στον πρωθυπουργό. Υποστηρίζει το έργο του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στο υπουργικό συμβούλιο, στα άλλα συλλογικά κυβερνητικά όργανα και στις διυπουργικές επιτροπές. Επίσης, συντονίζει και παρακολουθεί την εφαρμογή των αποφάσεων των οργάνων αυτών.
Με απλά λόγια, είναι όργανο μεσολαβητικό, διεκπεραιωτικό. Η θέση του γεν. γραμματέα είναι πολιτική, αλλά αυτός δεν είναι πολιτικό πρόσωπο. Μεσολαβεί μεταξύ του Προέδρου της Δημοκρατίας, της κυβέρνησης και της Βουλής στη διαδικασία μετά την ψήφιση ενός νόμου έως και τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Από τη στιγμή που κατατίθεται το νομοσχέδιο στη Βουλή δεν ανακατεύεται, δεν έχει πλέον δουλειά, εκτός μετά, για τη δημοσίευση.
Παλαιότερα ο τίτλος ήταν (απλώς) γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου, μετά έγινε γεν. γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου και επί Σημίτη αναβαθμίστηκε (ο τίτλος) και έγινε (ο βαρύγδουπος) γεν. γραμματέας της κυβέρνησης.
Στο παρελθόν μάλλον δεν ήταν γενικώς γνωστοί οι γραμματείς του υπουργικού συμβουλίου, εκτός από έναν-δύο, που τα ονόματά τους αναφέρθηκαν σε κάποιες ατασθαλίες. Ο ρόλος του γεν. γραμματέα είναι σημαντικός για τη λειτουργία της κυβέρνησης, αλλά δεν είναι πολιτικό πρόσωπο, όπως είναι ο γεν. γραμματέας υπουργείου. Ο γεν. γραμματέας της κυβέρνησης δεν δικαιούται να έχει καλές ή κακές σχέσεις με τους υπουργούς. Είναι για να εξυπηρετεί την κυβέρνηση, την πορεία του έργου της, τα διατάγματα κ.λπ. Ο,τι και να πει, εφ’ όσον παραμένει στη θέση του, σημαίνει ότι το λέει ο πρωθυπουργός. Δεν έχει δικαίωμα και δικαιοδοσία (ούτε νομιμοποιείται) να εκφράζεται, πολύ περισσότερο δημόσια.
Δεν ήταν η πρώτη «παρέμβαση» του κ. Μπαλτάκου. Είναι γνωστή η αρνητική στάση του (ως μη όφειλε εκ της θέσεώς του) στις προσπάθειες του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Αντ. Ρουπακιώτη για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. Τον κατονόμασε τότε ο κ. Ρουπακιώτης, αλλά πέρασε ό,τι ήθελε ο κ. Μπαλτάκος.
Πριν από λίγους μήνες, εμφανίστηκε με υπουργό σε εκδήλωση οικονομικής και επιχειρηματικής φύσεως στην Ελευσίνα και μίλησε δημοσίως. Με ποια ιδιότητα; Ισως του «παρά τω πρωθυπουργώ»;
Σε άλλη συνομιλία με δημοσιογράφους -πάλι σε διαδρόμους της Βουλής- είχε αποφανθεί ότι είναι απευκταία η κυβερνητική συνεργασία Ν.Δ.-Χρυσής Αυγής, αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί!
Οι «επιδόσεις» του κ. γενικού δεν έχουν σταματήσει. Αλλά φαίνεται ότι όχι απλώς ανέχονται αλλά και δέχονται τον ρόλο του οι (κατά καιρούς) κυβερνητικοί εταίροι. Από το ΠΑΣΟΚ δεν είχαμε καμιά αντίδραση κι ας είναι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ο πρόεδρός του… Από τη ΔΗΜΑΡ ο εκπρόσωπος του προέδρου της, Α. Παπαδόπουλος, αναφέρθηκε τον Μάιο σε «έναν κύριο Μπαλτάκο», που διαφωνεί με το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. «Μου είναι παντελώς αδιάφορος», είπε και (θεώρησε ότι) ήταν πολιτική η αντίδρασή του…
Λεπτομέρεια, μπορεί να πει κανείς, αλλά στην αίθουσα της Βουλής, ο κ. Μπαλτάκος εθεάθη να κάθεται στα υπουργικά εδώλια, πίσω από τους υπουργούς, όπως κάθονται οι σύμβουλοί τους. Η θέση του είναι στην άλλη πλευρά, όπου είναι τα έδρανα για τους κρατικούς λειτουργούς και τους αξιωματούχους. Εκεί πήγαιναν οι προκάτοχοί του. Η μετακίνησή του προφανώς θέλει να δώσει άλλη διάσταση, βάρος, στον ρόλο του.
Οι ενέργειες του κ. γενικού γίνονται προφανώς όχι απλώς εν γνώσει του πρωθυπουργού, αλλά μάλλον με εντολή του. Δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά, εφ’ όσον δεν υπάρχουν αντιδράσεις, δηλαδή βασιλεύει σιγή και φυσικά εφ’ όσον παραμένει στη θέση του.
Είναι όμως ακόμα ένα δείγμα της πολιτείας, της επιτροπίας του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης και του τρόπου διακυβέρνησης. Μετά την απαξίωση της Βουλής, μετά την απαξίωση του υπουργικού συμβουλίου, μετά τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και τα Π.Δ., εμφανίζεται νέο «ισχυρό» πρόσωπο, που ανακατεύεται φανερά σε όλα, που παριστάνει τον «μπαμπούλα», που κινείται σαν γενικός δερβέναγας, με την κάλυψη και συμφωνία των δύο κομμάτων της κυβέρνησης. Είναι άλλο ένα δείγμα ιδιοκτησιακής νοοτροπίας με αυταρχική συμπεριφορά.
Του Νίκου Κιάου από efsyn
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου