Αυτά που κρατάω περισσότερο από την τραγελαφική παρουσία του Άδωνι Γεωργιάδη στο Λονδίνο προχτές είναι η απόλυτη απαξίωσή του προς τη επιστημονική έρευνα, τον ιατρικό κλάδο και τη ακαδημαϊκή γνώση γενικότερα, η έλλειψη συμπόνιας προς τους ανθρώπους που πλήττονται από τις αποφάσεις του, η πλήρης αδυναμία να σεβαστεί το πως οφείλει να επιχειρηματολογεί δημόσια κάποιος που έχει εξουσία, και οι προσβλητικές γκριμάτσες του.
Ο Γεωργιάδης εμφανίστηκε στο Imperial College με καθυστέρηση γύρω στα 40 λεπτά, χωρίς να κρατάει στα χέρια του κάποιο χαρτί ή λάπτοπ από το οποίο θα μας διάβαζε την «ομιλία»...
Ο Γεωργιάδης εμφανίστηκε στο Imperial College με καθυστέρηση γύρω στα 40 λεπτά, χωρίς να κρατάει στα χέρια του κάποιο χαρτί ή λάπτοπ από το οποίο θα μας διάβαζε την «ομιλία»...
της εκδήλωσης — με έναν ασαφή τίτλο περί ανατροπής της κρίσης. Αργότερα, ερωτώμενος από μέλος του ακροατηρίου απάντησε πως η ομιλία -που ποτέ δεν ξεκίνησε λόγω συνεχών διακοπών και γιουχαϊσμάτων- θα κρατούσε 15 λεπτά.
Δεν γνωρίζω πως θα διεκπεραίωνε μια 15λεπτη ομιλία σε ξένο πανεπιστήμιο ο Γεωργιάδης με τα σπαστά αγγλικά του χωρίς να διαβάζει από κείμενο, αλλά αμφιβάλλω ότι δεν είχε μπροστά του κείμενο σε πρόσφατο συνέδριο στις Βρυξέλλες όπου ήταν βασικός ομιλητής, όταν είπε μονοκοπανιά τη φράση: “investing in tackling health inequalities contributes to a more just, human and more equitable society with greater social cohesion and greater productivity”.
Όταν λοιπόν μέλος του ακροατηρίου του φώναζε λίγο μετά την είσοδό του στην αίθουσα, «what is it that you do … anyway?” («μα τι ακριβώς κάνετε τέλος πάντων;») η ερώτηση παρέπεμπε αναπόφευκτα και στην εμφάνιση της βραδιάς. Η απάντηση θα μπορούσε να είναι: «Τίποτα. Πέρασα λίγο να με δείτε.»
Το «κοινό» σου, Υπουργέ, θα σε σεβαστεί όσο το σέβεσαι κι εσύ.
Πολλή φασαρία έχει γίνει επίσης για τη φασαρία απ’το ακροατήριο στην οποία σε στιγμές συμμετείχα και προσωπικά. Πώς να γίνει δημοκρατική συζήτηση όταν φωνάζουμε στον υπουργό και δεν τον αφήνουμε να μιλήσει;
Ο Γεωργιάδης δεν αντιμετώπισε όμως μόνο φωνές. Αντιμετώπισε και την ανάγνωση ενός εμπεριστατωμένου κειμένου μας για τις τραγικές επιπτώσεις της πολιτικής του, (και τη διανομή ενός δεύτερου εξαιρετικού κειμένου) καθώς και σειρά νηφάλιων ερωτήσεων. Σε όλα αυτά απάντησε με απαξίωση, άγνοια και υπεκφυγή.
Όταν για παράδειγμα δυο παρόντες γιατροί του ζήτησαν να σχολιάσει πρόσφατο άρθρο του έγκυρου ιατρικού περιοδικού The Lancet που κατακρίνει την κυβέρνηση για «άρνηση» της σχέσης των πολιτικών λιτότητας με τους τρομακτικούς δείκτες της δημόσιας υγείας τα τελευταία 6 χρόνια, ο Γεωργιάδης δεν αναγνώρισε ούτε σχολίασε τη σημασία του δημοσιεύματος, ψελλίζοντας αοριστολογίες περί απόψεων στο «κάθε περιοδικό», σαν να μην κατανοεί τη διαδικασία της εξέλιξης της επιστημονικής έρευνας μέσω έγκυρων δημοσιεύσεων. Το Λάνσετ, πρέπει να καθήσει κάποιος να του εξηγήσει σε ένα διάλειμμα από τις τηλεοπτικές του εμφανίσεις, δε δημοσίευσε γνώμη δημοσιογράφου, πολιτικού ή σχεδιαστή μόδας, αλλά επιστημόνων που παρέπεμπαν σε στοιχεία. Δημοσίευσε δηλαδή το προϊόν ενδελεχούς έρευνας που θα αναπαραχθεί στο μέλλον -είτε συμφωνεί με αυτό ο Υπουργός είτε όχι- σε νέες επιστημονικές δημοσιεύσεις ως κομμάτι ενός συλλογικού διαλόγου με στόχο την τεκμηρίωση μιας όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικής αλήθειας.
Ο Γεωργιάδης όμως δεν έχει απλώς άγνοια αλλά και μια έμφυτη εχθρότητα απέναντι στη γνώση και την παιδεία. Σε συνέντευξή του στην Πόπη Τσαπανίδου μετά το συμβάν, σχολίασε εξίσου απαξιωτικά την ιδιότητα του φοιτητή. Αναφερόμενος στους παρόντες διαμαρτυρόμενους, υπονόησε ότι το δικό του εργασιακό παρελθόν -«δουλεύω απ΄τα 19 μου,» είπε- ήταν η δύσκολη πορεία ενός αυτοδημιούργητου ανθρώπου σε αντίθεση με τις ανέμελες σπουδές των διαμαρτυρομένων που πληρώνει κάποιος υποτιθέμενος πλούσιος μπαμπάς απ’την Ελλάδα.
Εννοείται πως στην ιδεολογική φούσκα που θέλει να επικρατήσει στο Δυτικό κόσμο ο Γεωργιάδης, η σχέση του εργάτη με την ακαδημαϊκή σκέψη οφείλει να παραμείνει διαρρηγμένη. Ο Γεωργιάδης εξάλλου δεν κατανόησε ποτέ το εργασιακό σύστημα στο οποίο ενηλικιώθηκε. Ας μη γελιέται όμως: τα παιδιά που ήταν στο ακροατήριο χτες έχουν λιώσει και βιβλία για να πάρουν τα πτυχία τους και σόλες παπουτσιών να δουλεύουν για να αυτοσυντηρούνται. (Ψιτ, υπουργέ, όταν λέω «βιβλία» δεν εννοώ απορρίματα σκέψης με εξώφυλλο).
Ναι, η χθεσινή βραδιά λοιπόν ήταν μια επιτυχία γιατί ξεσκέπασε την προχειρότα και τον ερασιτεχνισμό του Γεωργιάδη, καθώς και τη σύγχυσή του για τον κλάδο που υποτίθεται ότι θέλει να μεταρρυθμίσει. Αλλά και το ναρκισσισμό του. Σε ερώτηση για το αν πιστεύει ότι έχει κερδίσει το δημόσιο «στοίχημά» του ότι δεν θα απέλυε γιατρούς τους επόμενους έξι μήνες της υπουργείας του, η απάντηση ήταν καταφατική: «I won the bet,» μας είπε, χασκογελώντας. Οι ελλείψεις γιατρών στα νοσοκομεία της χώρας, η μετανάστευση ιατρικού προσωπικού και η αιμορραγία επιστημονικού ταλέντου δεν είναι παρά τσιπ στην τσόχα. Παίξε, Υπουργέ, παίξε! Εμείς πληρώνουμε.
Αλλά όταν σου ζητάται να απαντήσεις ως φορέας εξουσίας για τις συνέπειες των αποφάσεών σου όπως η αύξηση της βρεφικής θνησιμότητας και αντιστρέφεις το ερώτημα συνοψίζοντας στο (παραφράζω) «εσείς τι θα λέγατε στον Τόμσεν αν σας ζητούσε από που αλλού να γίνουν περικοπές αν όχι στην υγεία,» ξέρεις άραγε τη διαφορά ανάμεσα σε μια κλινική και ένα καζίνο;
Και για τις γκριμάτσες: τις είπα χυδαίες γιατί σε αντίθεση με τη γκριμάτσα ενός ηθοποιού, η γκριμάτσα ενός πολιτικού που υπεκφεύγει ενώ γύρω του αγκομαχά ένας ολόκληρος λαός δεν έχει σκοπό να τον διδάξει αλλά να τον χλευάσει.
Ο χλευασμός του λαού απ’το θρόνο είναι η επιτομή της πολιτικής χυδαιότητας. Ο Γεωργιάδης επομένως θα ήταν αστείος μόνο αν δεν είχε εξουσία. Οι γκριμάτσες του μας θυμίζουν ότι στο πετσί του δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένας αποτυχημένος γελωτοποιός.
Όσο για τις νουθεσίες για το ακροατήριο που ξέφυγε με τις φωνές του, δεν ξέρω από που αντλούν την αισθητική τους όσοι μας νουθετούν. Πριν δυο εβδομάδες, στις 8 Μαρτίου, Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, στο συνέδριο του κομματικού σχηματισμού Ελιά, ο προκάτοχος του Γεωργιάδη Ανδρέας Λοβέρδος, αυτός ο υπεύθυνος για την μαζικότερη και πιο άνανδρη επίθεση κατά γυναικείου πληθυσμού στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας, έβγαλε λόγο για «δικαιοσύνη» και «αλληλεγγύη» στη «μάχη κατά του λαϊκισμού,» χωρίς έστω και ένας απ’το ακροατήριο να βγάλει κιχ.
Αυτή η ησυχία είναι εκκωφαντική. Με ξεκουφαίνει. Θέλω, και οφείλω, να τη σπάσω.
Ζωή Μαυρουδή
Πηγή: facebook.com
Από thearkanproject
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου