Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Μετά την εργασία, σύγχρονος μεσαίωνας και στην ανώτατη εκπαίδευση

Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, στη δημόσια παιδεία και ιδιαίτερα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, επιχειρείται, με «βαρύ πυροβολικό» το μνημόνιο, η ολοκλήρωση μιας άκρως αντιδραστικής αναδιάρθρωσης, με κύρια χαρακτηριστικά την υποβάθμιση, την εμπορευματοποίηση, την  ιδιωτικοποίηση και τη συρρίκνωσή της, αλλά και μια ακραία αντιδημοκρατική οπισθοδρόμηση.
  
Ο πρωτοφανής σε διάρκεια, μαζικότητα, συλλογικότητα και αποφασιστικότητα αγώνας του διοικητικού προσωπικού αποκάλυψε...
τον εκφυλισμό και την διάλυση που επιβάλλεται στην ανώτατη εκπαίδευση, τον κυνισμό και την βαρβαρότητα της πολιτικής που ασκείται. Ανέδειξε όμως και τα όρια των δυνάμεων που υπερασπίζονται το δημόσιο πανεπιστήμιο για τη διεξαγωγή ή και τη στήριξη ενός αγώνα τόσο αποφασιστικής σημασίας για την επιβίωσή του.

Φάσεις και στόχοι της αντιμεταρρύθμισης - Μπολόνια

Η αντιμεταρρύθμιση ξεκίνησε με τη διεύρυνση – γενίκευση της «αγοράς υπηρεσιών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» και την «απελευθέρωσή» της, ένα πεδίο πολύ υψηλής κερδοφορίας για το μεγάλο κεφάλαιο, αλλά και με την πλήρη προσαρμογή της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις «νέες» απαιτήσεις της αγοράς εργασίας, όπως τις σχεδιάζουν τα διεθνή επιτελεία - ΟΟΣΑ, Διεθνής Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου.
  
Την πολιτική αυτή υιοθέτησε η ΕΕ με την γνωστή συνθήκη της Μπολόνια και τις διαδοχικές εξειδικεύσεις της, η οποία προβλέπει τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΧΑΕ), με τους τρεις κύκλους σπουδών, και του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (ΕΧΕ). Πολιτική που επιβάλλει μέσω της στοχευμένης χρηματοδότησης και των ρυθμίσεων στα ζητήματα της εργασίας (αφού η παιδεία παραμένει τυπικά θέμα εθνικής πολιτικής).
  
Βασικοί στόχοι αυτής της πολιτικής είναι:

Ο περιορισμός της δημόσιας χρηματοδότησης των πανεπιστημίων, η οικονομική «αυτοτέλειά» τους, δηλαδή η κατάργηση του δωρεάν χαρακτήρα τους, η μετατροπή των πανεπιστημιακών σπουδών από σπουδές σε συγκεκριμένες επιστήμες σε μια κατάρτιση για την απόκτηση δεξιοτήτων, χωρίς στέρεο επιστημονικό υπόβαθρο, ώστε οι απόφοιτοι να είναι «απασχολήσιμοι», η ενοποίηση όλων των μορφών μεταλυκειακής εκπαίδευσης, τυπικής, άτυπης ή και επαγγελματικής εμπειρίας, με την τυποποίηση τους, μέσω του συστήματος  των πιστωτικών μονάδων, αλλά και την πιστοποίησή τους και το σήμα ποιότητας, μέσω της αξιολόγησης, η καθιέρωση του Εθνικού (και Ευρωπαϊκού) Πλαισίου Προσόντων στο οποίο θα καταλήγουν, μέσα από ατομικές διαδρομές, οι μελλοντικοί εργαζόμενοι για να αντιμετωπίσουν τον εργασιακό μεσαίωνα. Οι ρυθμίσεις αυτές ουσιαστικά καταργούν τα ενιαία πτυχία και τα όποια, αντίστοιχα σε αυτά, συλλογικά δικαιώματα.
Μέσα σε μια απίστευτης έκτασης προπαγάνδα για την «κοινωνία της γνώσης», θεσμοθετείται και επιθετικά επιβάλλεται η ημιμάθεια της απόκτησης «δεξιοτήτων».

Πρόκειται για ένα επιχειρησιακό σχέδιο γενικευμένης υποβάθμισης των γνωστικών εφοδίων των νέων, προσαρμοσμένο στις συνθήκες του εργασιακού μεσαίωνα που έχει επιβληθεί από το μεγάλο κεφάλαιο.
  
Στη χώρα μας, οι πρώτες προσπάθειες επιβολής του συστήματος Μπολόνια (κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, υπουργός Π. Ευθυμίου) συνάντησαν την αντίσταση του πανεπιστημιακού κινήματος, που περιόρισε τις καταστροφικές συνέπειές του, αλλά και καθυστέρησε βασικές ρυθμίσεις του. Ακολούθησε (κυβέρνηση ΝΔ, υπουργός Μ. Γιαννάκου) η προσπάθεια αναθεώρησης του άρθρου 16 για να απαλλαγούν οι «εκσυγχρονιστές» από το συνταγματικό «εμπόδιο» στη λειτουργία αμιγώς ιδιωτικών πανεπιστημίων, κάτι που οι μαχόμενες δυνάμεις της παιδείας απέτρεψαν. Την «παράκαμψη» αυτής της αδυναμίας τους κατάφεραν εν μέρει με την νομιμοποίηση των κολεγίων, σαν πρώτο βήμα, και στη συνέχεια, με την πρόσφατη αναγνώριση πλήρους ισοτιμίας τους με τα δημόσια πανεπιστήμια (που εμφανίστηκε ως μνημονιακός όρος και ψηφίστηκε από την τριμερή κυβέρνηση, με πράξη νομοθετικού περιεχομένου). Μια πράξη που ισοπεδώνει και υποβαθμίζει τα τετραετούς και πενταετούς διάρκειας πτυχία των δημόσιων πανεπιστημίων. Για την εκχώρηση αυτή ασκήθηκαν ισχυρότατες πιέσεις τόσο από τις πρεσβείες των χωρών που διαθέτουν κολέγια ή παραρτήματα πανεπιστημίων τους στη χώρα μας, όσο και από ομάδες εγχώριων επιχειρηματιών.

Μνημονιακή «ολοκλήρωση» της αντιμεταρρύθμισης  - Συστηματική υποβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης

Όλα αυτά όμως θεωρήθηκαν «άτολμες» παρεμβάσεις και γι' αυτό, με την επόμενη άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, στο πλαίσιο των μνημονίων της γενικής κατεδάφισης και εκποίησης, Γ. Παπανδρέου και Α. Διαμαντοπούλου «τόλμησαν».  Νομοθέτησαν την  «αλλαγή του DNA της ανώτατης εκπαίδευσης»!

Παράλληλα με αυτές τις θεσμικές επιθέσεις, ασκείται ο οικονομικός στραγγαλισμός των ιδρυμάτων, που την περίοδο των μνημονίων πήρε δραματικές διαστάσεις. Επίσης, επιβάλλεται η εργασιακή και μισθολογική υποβάθμιση διδασκόντων και διοικητικού προσωπικού και η δραματική μείωσή του με την κατάργηση νέων προσλήψεων και το μη διορισμό εκλεγμένων μελών ΔΕΠ, την ουσιαστική κατάργηση των συμβασιούχων διδασκόντων του ΠΔ 407/80, και τώρα με τη διαθεσιμότητα και τις απολύσεις, αρχίζοντας από το διοικητικό προσωπικό. Με το σχέδιο ΑΘΗΝΑ και την αυθαίρετη  κατάργηση/συγχώνευση ιδρυμάτων, σχολών, τμημάτων έγινε το πρώτο βήμα για τη μνημονιακή συρρίκνωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κατά 30%.
  
Επίσης, στο πλαίσιο αυτής της μνημονιακής πολιτικής, επιβλήθηκε το «κούρεμα» των αποθεματικών των ιδρυμάτων, για να «συμβάλλουν» (μαζί με τα ταμεία και τα νοσοκομεία) στο PSI. Στη συνέχεια, επέβαλαν την παράδοση της ακίνητης περιουσίας των ιδρυμάτων στο ΤΑΙΠΕΔ.  Η μνημονιακή εξόντωση της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συνεχίστηκε με τη συμμετοχή των ιδρυμάτων  στην «ανακεφαλαιοποίηση» των τραπεζών! Έτσι, πρόθυμες διοικήσεις υπακούοντας, σχεδόν χωρίς δημοσιοποίηση, «συνεισέφεραν» ακόμη και με τα κληροδοτήματα, που σε ορισμένα, ιδιαίτερα στα μεγάλα ιστορικά ιδρύματα, είναι πολύ σημαντικά περιουσιακά στοιχεία.
  
Η υποβάθμιση των δημόσιων ιδρυμάτων είναι ορατή στην καθημερινή λειτουργία τους. Στις προτεραιότητες των διοικήσεων είναι πλέον και το «κούρεμα» των προγραμμάτων σπουδών, με κατάργηση μαθημάτων και εργαστηρίων για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη διδασκόντων και πόρων. Η επέκταση των διδάκτρων από τις μεταπτυχιακές και στις προπτυχιακές σπουδές θα φαίνεται πλέον σαν «αναγκαία» διέξοδος.

Ετσι, με τη συνενοχή-σύμπραξη των διοικήσεων, πρυτανικών και Συμβουλίου Ιδρύματος, επιβάλλεται συστηματικά η επόμενη φάση, που θα είναι ένα σχέδιο τύπου ΑΘΗΝΑ, που θα επισφραγίσει την εξαθλίωση και θα ορίσει «ρεαλιστικά» τον νέο χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με τη μετάλλαξη της φυσιογνωμίας και του κοινωνικού της ρόλου και με σοβαρή μείωση των φοιτητών αλλά και με νέες μαζικές απολύσεις προσωπικού.

Αν αυτές οι εξελίξεις δεν αποτραπούν, τα «ισότιμα» πλέον κολέγια θα μπορούν να εμφανίζονται «ανταγωνιστικά» απέναντι στα δημόσια πανεπιστήμια, αφού θα τους έχει προσφερθεί απλόχερα «πελατεία» από τους δεκάδες χιλιάδες αποκλεισμένους από το δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα.

Αντιδημοκρατική οπισθοδρόμηση

Όμως, για να εδραιωθεί η πλήρης μετάλλαξη του δημόσιου πανεπιστημίου έπρεπε να επιβάλλουν την πειθάρχηση και τη φίμωση των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας. Για αυτό, με τους νόμους Διαμαντοπούλου και Αρβανιτόπουλου, καταργούν την δημοκρατική αυτοδιοίκηση με τα συλλογικά όργανα και τις δυνατότητες εποπτείας και παρέμβασης και επιβάλλουν μια νέα διοίκηση ολιγομελή, με συμμετοχή παραγόντων εκτός πανεπιστημίου (Συμβούλιο Ιδρύματος, ΣΙ), αυταρχική και ουσιαστικά ανεξέλεγκτη, που λειτουργεί με πλήρη αδιαφάνεια, όπως σε μια ανώνυμη εταιρεία.

Συγχρόνως, με τον στραγγαλισμό της δημοκρατίας στα συλλογικά όργανα διοίκησης και την πλήρη κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου – βασικό «γονίδιο» του DNA της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης - συντελείται η μεγάλη αντιδημοκρατική οπισθοδρόμηση του δημόσιου πανεπιστημίου. Είναι πλέον συνήθη φαινόμενα η εισβολή των ΜΑΤ, οι εισαγγελικές επεμβάσεις και οι διώξεις μετά από παρέμβαση του υπουργού ή και αυτεπάγγελτα, τα πειθαρχικά, η κλήση των απεργών στη ΓΑΔΑ, η κυκλοφορία αστυνομικών με ή χωρίς στολή μέσα στους χώρους των υπηρεσιών του ΕΚΠΑ (για να «εποπτεύεται» η λειτουργία και να αποκρούονται οι απεργοί διοικητικοί), η ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης, κ.ά.

Η «προετοιμασία» που προηγήθηκε

Όμως, πριν από τα μνημόνια, για τη μετάλλαξη – ιδιωτικοποίηση, εμπορευματοποίηση - και την υποβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουν συμβάλλει επιλογές μεγαλύτερης διάρκειας.

Ενδεικτικά:

Η σταδιακή ιδιωτικοποίηση σημαντικών λειτουργιών των ιδρυμάτων (όπως καθαριότητα, φύλαξη, αλλά και μέρος της διοικητικής λειτουργίας, σίτιση φοιτητών, αλλά και στέγαση σε ορισμένες περιπτώσεις), με την παράδοσή τους σε εργολάβους που εφαρμόζουν κανόνες μαύρης στυγνής εκμετάλλευσης στους εργαζομένους που χρησιμοποιούν (βλ. τα αποκαλυπτικά γεγονότα στο ΑΠΘ).

Η μεθοδευμένη κατάργηση της δημόσιας χρηματοδότησης για υποδομές (υπολογιστές, δίκτυα, κτίρια) και εξοπλισμό εκπαιδευτικό και ερευνητικό. Μετά την ουσιαστική κατάργηση των κονδυλίων από τις «δημόσιες επενδύσεις», που αποτελούσαν την κύρια πηγή χρηματοδότησης για υποδομές και εξοπλισμό, τα ιδρύματα οδηγήθηκαν στην ένταξη αυτών των δαπανών σε ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης (ΚΠΣ, ΕΣΠΑ), μετά την λήξη οποίων δεν υπάρχει πλέον ουσιαστικά κρατική χρηματοδότηση.

Η απόσπαση, μέσω «πιλοτικών δράσεων» των ευρωπαϊκών προγραμμάτων  χρηματοδότησης,  από τα πανεπιστήμια και το προσωπικό τους του επιτελικού μέρους βασικών λειτουργιών, όπως είναι τα ηλεκτρονικά δίκτυα (βλ. ΕΔΕΤ Α.Ε. για τη διαχείριση του Εθνικού Δικτύου Έρευνας και Τεχνολογίας και  αστική εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα "ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ", GUnet), αλλά και η «Κοινοπραξία Πανεπιστημιακών Βιβλιοθηκών», φορείς που αντιμετωπίζουν πλέον τα ιδρύματα που εκπροσωπούν σαν «πελάτες».

Η «απόσπαση» σημαντικού μέρους της ερευνητικής δραστηριότητας, σε αρκετά ιδρύματα, από τα Ερευνητικά Πανεπιστημιακά Ινστιτούτα (ΕΠΙ), που λειτουργούν σαν επιχειρήσεις.

Η διείσδυση μέσα στα ιδρύματα της αγοραίας αντίληψης με την ανταγωνιστικότητα, τη βιωσιμότητα, τον κατατεμαχισμό βασικών ακαδημαϊκών λειτουργιών σε επιμέρους δράσεις και «παραδοτέα πακέτα», τις «υπεργολαβίες». Κάτι που επιβλήθηκε μέσα από τη διεκδίκηση και διαχείριση της σημαντικής ευρωπαϊκής χρηματοδότησης για την «αναμόρφωση» των προγραμμάτων σπουδών και για τη μαζική ίδρυση μεταπτυχιακών σπουδών τύπου Μπολόνια.

Η εδραίωση του επιχειρηματικού πανεπιστημίου και η μετάλλαξη των ακαδημαϊκών σχέσεων σε σχέσεις ανταποδοτικές και οικονομικές, μέσα από τη διεκδίκηση και τη διαχείριση της ευρωπαϊκής (μοναδικής σχεδόν πηγής) χρηματοδότησης για την επιστημονική έρευνα. Σχέσεις οι οποίες ανέδειξαν ισχυρές ολιγομελείς ομάδες, που σε διαπλοκή με την εκάστοτε πολιτική εξουσία και τη διοίκηση, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην πορεία των ιδρυμάτων.

Η σύμπραξη με ιδιωτικές επιχειρήσεις και η προσαρμογή μεγάλου μέρους της πανεπιστημιακής ερευνητικής δραστηριότητας στις απαιτήσεις των μεγάλων, ευρωπαϊκών κυρίως, επιχειρήσεων. Συνθήκες που επέβαλε η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Μια συνέπεια αυτής της πολιτικής είναι η περιθωριοποίηση των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών και κάθε ερευνητικού πεδίου που δεν είναι «επιλέξιμο» από τους χρηματοδότες.

Περιθωριοποίηση του δημόσιου πανεπιστημιακού συστήματος

Η δραματική μείωση του διοικητικού προσωπικού στα οκτώ μεγάλα πανεπιστήμια - ιδιαίτερα όμως στα δύο ιστορικά ΕΚΠΑ και ΕΜΠ, στα οποία η μείωση φτάνει στο 50%, στα οποία αποδεδειγμένα δεν θα επιτρέψει την ομαλή λειτουργία τους - αλλά και ο βίαιος τρόπος με τον οποίο αυτή επιβλήθηκε, όπως επίσης ο τρόπος που αντιμετωπίστηκαν οι αντιδράσεις (διώξεις, πειθαρχικά, ασφάλεια, νόμοι τιμωρητικοί των απεργών), τεκμηριώνουν ότι η κυβέρνηση έδρασε στοχευμένα για να τα πλήξει ακόμη πιο δραστικά και να τα οδηγήσει στη σίγουρη υποβάθμιση και συρρίκνωσή τους.
  
Φαίνεται πλέον καθαρά ότι η εθελόδουλη κυβέρνηση μαζί με την «κινεζοποίηση» της εργασίας, τη μετατροπή της χώρας σε προτεκτοράτο, προωθεί και την αντίστοιχη υποβάθμιση και συρρίκνωση του δημόσιου πανεπιστημιακού συστήματος. Ένα πλήγμα, που, αν δεν αποτραπεί εγκαίρως, θα έχει σαν συνέπεια την αδυναμία αναπαραγωγής του επιστημονικού δυναμικού της χώρας.

Ποια κατάσταση επικρατεί στον κόσμο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης;

    Μέσα σε αυτές τις συνθήκες:
  
Οι φοιτητές ωθούνται «να κοιτάνε μόνο τη δουλειά τους» για να τελειώνουν γρήγορα τις σπουδές τους, κάτω από την απειλή της απαξίωσης των πτυχίων, της κατάργησης κάθε συλλογικού επαγγελματικού δικαιώματος, της τεράστιας ανεργίας, της ετερο/υποαπασχόλησης, της μετανάστευσης και της έναρξης εκκαθαρίσεων στους καταλόγους των τμημάτων (διαγραφές). Η κριτική σκέψη, η αμφισβήτηση, η συλλογική διεκδίκηση και η εκδήλωση κοινωνικής ευαισθησίας, όχι μόνον δεν ευνοούνται, αλλά ευρύτατα δυσφημούνται και όχι σπάνια πλέον τιμωρούνται ή διώκονται.

Οι πανεπιστημιακοί υφίστανται εργασιακή και μισθολογική εξαθλίωση, αντιμετωπίζουν τη ραγδαία ερήμωση από διδακτικό προσωπικό, με περιορισμό έως κατάργηση συνεργατών- νέων ερευνητών/μεταπτυχιακών φοιτητών, στερούνται τις δυνατότητες παρέμβασης, εποπτείας, ελέγχου άμεσα ή μέσω εκπροσώπων.  Είναι δε αντιμέτωποι με μια ανεξέλεγκτη διοίκηση που δρα σχεδόν εν κρυπτώ σε πλήρη αδιαφάνεια, από την οποία τελικά θα εξαρτάται η διδασκαλία τους, η έρευνα και η χρηματοδότησή της, οι όροι εξέλιξής τους, η μισθολογική και εργασιακή τους κατάσταση.

Και όλα αυτά με τον κίνδυνο της απόλυσης, είτε μέσω μιας επιλεκτικής πειθαρχικής δίωξης, είτε λόγω της κατάργησης – συγχώνευσης του τμήματός τους και του ενδεχόμενου να υπαχθούν στο «πλεονάζον προσωπικό». Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι πανεπιστημιακοί ωθούνται στην αναζήτηση ατομικών διαδρομών σε ένα αγώνα «όλοι εναντίον όλων», που σε καιρούς γενικευμένης κρίσης γίνεται « ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Ίδια κατάσταση επικρατεί και στις άλλες κατηγορίες προσωπικού, ΕΕΔΙΠ και ΕΤΕΠ.

Η πλειονότητα των πρυτανικών αρχών συχνά ανταγωνίζεται τα Συμβούλια Ιδρύματος, παρά τις αντιθέσεις τους, στο ποιος θα αποδειχθεί πιο αποτελεσματικός στην εφαρμογή των όρων που επιβάλει το υπουργείο. Ακόμη και σήμερα, που η κυβέρνηση στερεί από τα ιδρύματά τους ένα, καθοριστικής σημασίας για τη λειτουργία τους, μέρος του διοικητικού προσωπικού, επιμένουν να τα λειτουργήσουν, επιχειρώντας να ξεπεράσουν την εξαθλίωση με επικλήσεις στον «πατριωτισμό» του προσωπικού, ακόμη και των απολυμένων(!),  για το «καλό των φοιτητών», για τη «διάσωση του εξαμήνου» κ.ά. Έτσι όμως δίνουν επιχειρήματα στην κυβερνητική προπαγάνδα.
  
Οι εκατοντάδες πανεπιστημιακοί που σε διαρκή διαπλοκή με το πολιτικό και οικονομικό σύστημα μοιράστηκαν ρόλους πρωθυπουργού, υπουργού, υφυπουργού, γενικού γραμματέα, στελέχους της διοίκησης δημόσιων επιχειρήσεων, τραπεζίτη, κλπ, απολαμβάνοντας τα οφέλη, απτόητοι συνεχίζουν το «έργο» τους στελεχώνοντας το καθεστώς των μνημονίων, της υποτέλειας, συμπράττοντας στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, στην εργασιακή και κοινωνική βαρβαρότητα και στη μαζική μετανάστευση των νέων (που την χαρακτηρίζουν σαν ευκαιρία!).
  
Οι ομάδες των «εκσυγχρονιστών» διαφόρων αποχρώσεων, «δικαιωμένοι» πλέον για την επιβολή της «μεταρρύθμισης» (έστω «ανεπαρκούς», όπως πολλοί την θεωρούν), αξιοποιούν τις σχέσεις διαπλοκής στις οποίες διαπρέπουν για να αναρριχηθούν σε θέσεις κλειδιά μέσα στα πανεπιστήμια (ΣΙ κ.ά) και να συμμετέχουν σε πόστα από τη νομή των ρόλων στη δημόσια διοίκηση.
  
Υπάρχει, δυστυχώς, και η μη αμελητέα κατηγορία πανεπιστημιακών που ό,τι και να συμβαίνει γύρω τους, ακόμη και αν κατεδαφίζεται το δημόσιο πανεπιστήμιο, αυτοί «κοιτάνε τη δουλειά τους».

Οι μαχόμενες δυνάμεις - Προοπτική
Το διοικητικό προσωπικό, που δέχτηκε το πρώτο μεγάλο πλήγμα, αντέδρασε με τον μεγαλειώδη αγώνα του. Υπερασπίστηκε την εργασία, τη ζωή και την αξιοπρέπειά του, αλλά και την επιβίωση του ίδιου του δημόσιου πανεπιστημίου. Μια ομάδα εργαζομένων που, ξεπερνώντας τεράστιες δυσκολίες, κατάκτησε τη συλλογική δράση, την αμοιβαία εμπιστοσύνη και εκτίμηση μεταξύ των μελών του.  Συλλογική δράση που διασφαλίζει δύναμη, αποφασιστικότητα και το θάρρος για ένα παρατεταμένο αγώνα. Οι απεργοί κατάφεραν να αναδείξουν την έκταση και τις ολέθριες συνέπειες στη λειτουργία των πανεπιστημίων που θα έχουν η διαθεσιμότητα και οι απολύσεις. Κατάφεραν να γίνει σεβαστός ο απεργιακός αγώνας τους από υπουργό που δήλωνε αλαζονικά ότι «δεν συνομιλεί με απεργούς» και τον υποχρέωσαν να αναζητά λύσεις που να μην αποκλείουν κανένα εργαζόμενο.

Οι μαχόμενες δυνάμεις της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πανεπιστημιακοί, φοιτητές, εργαζόμενοι αντιπαρατέθηκαν και, μέσα στο προηγούμενο καθεστώς λειτουργίας, ξεπερνώντας την τεράστια δυσφήμιση, τις απειλές και τις διώξεις, πέτυχαν να ορθώσουν αναχώματα στη λαίλαπα της κατεδάφισης. Σήμερα όμως, μέσα στη νέα πραγματικότητα που υπονομεύει και διώκει βίαια κάθε συλλογική προσπάθεια αντίστασης, έχουν να ξεπεράσουν σημαντικές δυσκολίες, αξιοποιώντας τη θετική εμπειρία από τον μεγάλο αγώνα του διοικητικού προσωπικού και να εμπλουτίσουν τον αγώνα τους και με νέες μορφές δράσης κατάλληλες για τις πολύ αντίξοες νέες συνθήκες. Μέσα στις συνθήκες αυτού του γενικευμένου κοινωνικού πολέμου ο αγώνας απαιτεί καθαρές θέσεις και την ευρύτερη δυνατή συστράτευση.

Αν δεν υπάρξει συντονισμένη αντίδραση των μαχόμενων δυνάμεων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με το συνολικό κίνημα των εργαζομένων, το δημόσιο δωρεάν πανεπιστήμιο θα μείνει μια ανάμνηση, όπως η δημόσια υγεία, η ασφάλιση, το οκτάωρο, τα συλλογικά εργασιακά δικαιώματα.

Τώρα πια: εμείς ή αυτοί!

Λάζαρος Απέκης
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΡΙΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ  29/12/2013

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ