ΟΙ «ΛΕΟΝΤΑΡΙΣΜΟΙ» ΤΟΥ Κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
Σε ποιο παράλληλο σύμπαν ζουν το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ και ο ανοικονόμητος αρχηγός του;
Οι πάντες αντιλαμβάνονται ότι το κόμμα αυτό πνέει τα λοίσθια. Ο μεγάλος όγκος των παραδοσιακών ψηφοφόρων του το εγκατέλειψε ήδη στις εκλογές του 2012, βρίσκοντας ως υποκατάστατο...
Οι πάντες αντιλαμβάνονται ότι το κόμμα αυτό πνέει τα λοίσθια. Ο μεγάλος όγκος των παραδοσιακών ψηφοφόρων του το εγκατέλειψε ήδη στις εκλογές του 2012, βρίσκοντας ως υποκατάστατο...
τον νεοπαπανδρεϊσμό του Αλέξη Τσίπρα.
Οι εναπομείναντες ψηφοφόροι διαρρέουν προς πάσα κατεύθυνση. Κατά προτίμηση, όμως, κινούνται στις παρυφές της Ν.Δ., που για τους πλέον δεξιόστροφους, κοινωνικά φτασμένους εξ αυτών είναι πλέον η φυσική επιλογή – αν όχι ως το κόμμα με το οποίο ψυχολογικά ταυτίζονται, πάντως ως εκείνο που υπό τις παρούσες συγκυρίες προστατεύει τις συνθήκες κοινωνικο-οικονομικής αναπαραγωγής τους.
Αυτή είναι η περίπτωση κάποιων σημιτικών, που, ακόμη κι αν λοιδορούν τη Ν.Δ. για την έως τώρα πορεία της, έχουν πάντως πάρει οριστικά διαζύγιο από το ΠΑΣΟΚ και προσβλέπουν στην μακροημέρευση της τρικομματικής – όσο περισσότερο αποϊδεολογικοποιημένης και «τεχνοκρατικής», τόσο το καλύτερο.
Έτσι, μέσα στην αποσυσπείρωση, τη διάλυση και τη βαθειά λαϊκή αποδοκιμασία για τα πεπραγμένα μιας τριακονταετίας (των οποίων οι συνέπειες τώρα ομολογούνται ακόμη και από τους πρωταγωνιστήσαντες), αλλά και για την παραληρηματική και καταστροφική διετία του ΓΑΠ, που δεν επιτρέπει καμία ελπίδα για ανάκαμψη, το ΠαΣοΚ του θλιβερού 13% μετατρέπεται σε κωμικό περιθώριο του 5,8% ή ίσως του 4,7% (αν πιστέψουμε τις τελευταίες δημοσκοπήσεις) ή και του 3% (αν πιστέψουμε τα μάτια και τη λογική μας).
Πώς διαχειρίζεται την κάθετη πτώση της εκλογικής επιρροής του κόμματός του και την προοπτική της πολιτικής του εξαφάνισης ο Ευάγγελος Βενιζέλος; Παριστάνοντας τον τιμητή της κυβέρνησης στην οποία συμμετέχει, ζητώντας «αξιολόγηση» των υπουργών και θέτοντας ζήτημα για την «αναποτελεσματικότητα» των υπουργών που προέρχονται από τη Ν.Δ. Λες και έχει άλλη επιλογή, προκειμένου να αναβάλει το μοιραίο, από το να προσδεθεί στο κυβερνητικό σχήμα.
Λες και η κυβέρνηση δεν κάνει εμφανή βήματα προόδου και ο πρωθυπουργός δεν έχει ενισχύσει την αξιοπιστία του στα μάτια της κοινής γνώμης. Λες και το πρόβλημα είναι οι υπουργοί της Ν.Δ., ενώ προφανώς ο λαός ομνύει στο όνομα των αποτελεσματικών κων Λιβιεράτου, Τσαυτάρη και Κούρκουλα, με το τεράστιο έργο – για να μην μιλήσουμε για την αξιόπιστη κα Σκοπούλη, τον κο Μανιτάκη και τον ανεκδιήγητο συνταξιούχο πρόεδρο της συντεχνίας των δικολάβων, τον οποίο ο «ηγέτης του Κινήματος» αγκαλιάζει, διότι ανήκουν τάχα στο ίδιο «αξιακό» κλίμα!
Ακολουθώντας μια εντελώς υποτυπώδη πολιτική λογική, ο αρχηγός του ΠαΣοΚ θεωρεί ότι η διαφοροποίηση από την Ν.Δ. θα του επιτρέψει να ανακτήσει ένα μέρος από το χαμένο έδαφος. Και επιλέγει ως θέματα αυτής της διαφοροποίησης την «αριστεροσύνη» και τον «αντιρατσισμό». Δεν παραλείπει σε κάθε ευκαιρία να τονίζει, πόσο μη δεξιός είναι, πόσο βαθειά είναι η τομή –τομή πολιτικής παράδοσης, αλλά και βασικών πολιτικών αντιλήψεων– που τον χωρίζει από τον κόσμο της συντηρητικής παράταξης. Η δεξιά, λοιπόν, του βρωμάει! Κατά τα λοιπά, θέλει να συγκυβερνά μαζί της, κλείνοντας την ευαίσθητη αριστερή μύτη του!
Μάλιστα, θέλει να συγκυβερνά ως ισότιμος εταίρος, αυτός, ο κατά δήλωσή του «εγγυητής της σταθερότητας και της προοπτικής της χώρας», ο πρωτεργάτης της σωτηρίας μας, χωρίς τη στήριξη του οποίου «δεν μπορεί να υπάρξει κοινοβουλευτική πλειοψηφία και κυβερνητική σταθερότητα»!
Αυτός, που στην πραγματικότητα δεν έχει πουθενά να πάει! Που η εκλογική του επιρροή δεν ξεπερνά το 1/5 εκείνης του βασικού κυβερνητικού εταίρου – και κατεβαίνει! Που οι απειλές του είναι άσφαιρες, καθώς τυχόν απόφασή του να ρίξει την κυβέρνηση θα τον οδηγούσε αυτομάτως στην πολιτική ανυπαρξία – χωρίς καν να είναι βέβαιο ότι θα επέφερε την πτώση της κυβέρνησης, αφού η τελευταία θα μπορούσε ίσως να βρει την αναγκαία στήριξη μεταξύ των βουλευτών του ΠαΣοΚ, οι οποίοι γνωρίζουν καλά ότι, όποτε στηθούν κάλπες, οι ίδιοι θα πρέπει να αποχαιρετήσουν την πολιτική!
Το ΠΑΣΟΚ (ή ό,τι απέμεινε από αυτό) ένα δρόμο έχει: να παραστήσει την κεντρώα, τεχνοκρατικώς επαρκή μειοψηφική συνιστώσα ενός ευρωπαϊκού και μεταρρυθμιστικού μετώπου. Να γίνει σημιτικότερο του Σημίτη και να προσπαθήσει να πείσει μια μικρή μερίδα του εκλογικού κοινού ότι είναι πιο ικανό από την Ν.Δ. να κάνει πράξει το πρόγραμμα της προσαρμογής. Αντ’ αυτού, τόσο ο κος Βενιζέλος, όσο και οι εσωτερικοί εχθροί του διαγωνίζονται σε αντιδεξιά ρητορική. Πιστεύουν, φαίνεται, ότι η αριστερά είναι ακόμη πλειοψηφική στη χώρα και, μάλιστα, ότι μπορούν οι ίδιοι να την εκφράσουν.
Δεν κατανοούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ακορντεόν: είναι η νέα μεγάλη δύναμη στο αριστερό ήμισυ της ελληνικής πολιτικής σκηνής, που ενδεχομένως δεν έχει πλειοψηφική δυναμική, αλλά αποκλείεται να ξεφουσκώσει – και μάλιστα, προς όφελος του ΠΑΣΟΚ!
Δεν είναι σε θέση ούτε τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων να διαβάσουν, αλλιώς θα γνώριζαν ότι, πρώτον, η μετριοπαθής και πιο σοβαρή αριστερά έχει βρει την αξιοπρεπή γωνιά της στην ΔΗΜΑΡ, και δεύτερον, ότι ο κόσμος που στηρίζει την κυβέρνηση είναι ικανοποιημένος από τον πρωθυπουργό και την «σκληρή δεξιά» του.
Η έσχατη πλάνη του ΠΑΣΟΚ είναι η βλακώδης εκτίμηση ότι ο «αντιρατσισμός» και ο εναγκαλισμός των πονηριών του Ρουπακιώτη μπορεί να του αποφέρει ψήφους. Πιστεύει κανείς σοβαρά ότι η αστυνόμευση του ρατσιστικού και λοιπού «εχθροπαθούς» λόγου θα συγκινήσει οποιονδήποτε νέο ψηφοφόρο και θα τον παρακινήσει να ψηφίσει Βενιζέλο και Γεννηματά; Ο αυταρχικός «αντιρατσισμός» έχει ήδη τον χώρο του, κι αυτός είναι αλλού!
Όσοι εξακολουθούν να στηρίζουν το ΠΑΣΟΚ, δεν το κάνουν για να υπερασπιστούν τα «αξιακά προτάγματα» του κου Βενιζέλου, αλλά για να συντηρήσουν την πρόσβασή τους στην εξουσία, στην γραφειοκρατία και το γενικότερο οικονομικοπολιτικό «σύστημα».
Είναι ΠΑΣΟΚ εξ επαγγέλματος –πιο συγκεκριμένα, είναι η δεξιά πτέρυγα της ευγενούς επαγγελματικής αυτής κατηγορίας, που κυριάρχησε στην πολιτική και οικονομική ζωή του τόπου επί δεκαετίες.
Από αυτή την άποψη, το ΠΑΣΟΚ και ο αρχηγός του δεν έχουν να πάνε πουθενά. Εάν ο Ρουπακιώτης μπορεί να ονειρεύεται «ηρωϊκές εξόδους» και ενδεχόμενη μετάβαση στον ΣΥΡΙΖΑ (αφού, άλλωστε, εκεί ανήκει από παράδοση, νοοτροπία και ιδεολογική αγκύλωση), το ΠΑΣΟΚ δεν αντέχει να κάνει βήμα από τα υπουργεία, τους δημόσιους οργανισμούς, τα ΜΜΕ της παλιάς διαπλοκής, που το θέλουν στην κυβέρνηση. Για τον κο Βενιζέλο, δεν υπάρχει «ηρωϊκή έξοδος». Υπάρχει σκέτη έξοδος. Και αυτό είναι καιρός να το συνειδητοποιήσει.
Όπως πρέπει να το συνειδητοποιήσει από την πλευρά του και ο βασικός κυβερνητικός εταίρος, που επί μήνες τώρα ανέχεται να του κουνάει το δάκτυλο και να προβάλλει διαρκώς τις απαιτήσεις του ένα κόμμα-ζόμπι.
Πάνος Ρασσιάς από newpost
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου