Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Νομοθετώντας τη φρίκη

Αν ο μισθός είναι δείκτης δημοκρατίας, από την Κυριακή το βράδυ τα κόμματα του μνημονιακού «συνταγματικού» τόξου απέχουν από τους νεοναζί κατά 4 ευρώ και 60 λεπτά 
Πέρσι το Γενάρη, απαντώντας σε ερώτηση του Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή, ο αλήστου μνήμης Λουκάς Παπαδήμος προειδοποιούσε ότι «η κυβέρνηση δεν μπορεί να μην εξετάσει το ρόλο του μισθολογικού κόστους». Θυμάστε το ακαταμάχητο σκεπτικό: «Οι άνεργοι δεν έχουν κατώτατο μισθό, ούτε 13ο και 14ο μισθό, και πρέπει να νοιαστούμε και γι΄αυτό». Εξάλλου, όπως το έθετε ο ίδιος, «είναι προτιμότερο να υπάρχουν ανοιχτές επιχειρήσεις με λίγο χαμηλότερες αποδοχές, αντί κλειστές επιχειρήσεις και περισσότεροι άνεργοι». Σε κάθε περίπτωση, δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας: από την επανεξέταση των στρεβλώσεων (sic) θα εξαιρούνταν...
οι χαμηλόμισθοι, σε μια εποχή που ο ελάχιστος μισθός, τουλάχιστον στα χαρτιά, βρισκόταν στα 876,62 (βλ. εδώ).

Δεκαπέντε μήνες μετά ο κ. Παπαδήμος είναι παρελθόν. Είναι απών, όμως δεν έφυγε ποτέ. Ενώ λοιπόν οι περιττοί μισθοί καταργήθηκαν, ενώ ο ελάχιστος ελαχιστοποιήθηκε περαιτέρω, κι ενώ η ανεργία αντί να πέσει εκτινάχτηκε, η διαδικασία ψήφισης του πολυνομοσχεδίου έδειξε για μια ακόμα φορά με πόση ευχέρεια μπορεί η φρίκη να επιβάλλεται ως ευαισθησία. Με μια αιφνιδιαστική τροπολογία, κερασάκι στην τούρτα της διαδικασίας-εξπρές με την οποία ο «ναός της Δημοκρατίας» ξαναέγινε υποχείριο της πλειοψηφίας, ο κατώτατος μισθός καταργήθηκε. 170 βουλευτές υπερψήφισαν, ως μέσο αντιμετώπισης της ανεργίας, την λειτουργία προγραμμάτων στην Τοπική Αυτοδικοίκηση με μισθούς 490 ευρώ, φροντίζοντας μάλιστα οι μηνιαίες απολαβές για εργαζόμενους κάτω των 25 ετών να μην ξεπερνούν τα 427 ευρώ. Μικρή λεπτομέρεια: Στους κοινωνικά ευαίσθητους εκατόν εβδομήντα, καταμετρήθηκαν υπερηφάνως και αυτοί της Δημοκρατικής Αριστεράς. Κι ας ήταν οι ίδιοι που, μόλις πριν από λίγους μήνες, είχαν αρνηθεί να ψηφίσουν τα εργασιακά του τρίτου Μνημονίου...

Χρειάζεται πολλή προσπάθεια για να αποτιμήσει κανείς με νηφαλιότητα αυτό που συνέβη το βράδυ της Κυριακής -και δεν αναφερόμαστε καν στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, τη διατήρηση του χαρατσιού, την απελευθέρωση επαγγελμάτων ή την επίσπευση των απολύσεων στο Δημόσιο, με την οποία επιστρέφουν οι φρονηματικές διώξεις. Χρειάζεται τόση νηφαλιότητα, όσος αντίστοιχα είναι και ο κυνισμός με τον οποίο επιβάλλεται, ως μέσο υπέρ των ανέργων, η επιδείνωση της ζωής των εργαζομένων και η κρατική χορηγία της εργασίας τους στο αφεντικό-δουλοκτήτη. Χρειάζεται τόση νηφαλιότητα, όση και η εγκληματική ανοησία που προϋποθέτει το να θεωρείς το τσάκισμα του κατώτατου μισθού μέσο συγκράτησης της ανεργίας, στήριξης των επιχειρήσεων, αύξησης της κατανάλωσης, ώθησης της ανάπτυξης ή ενίσχυσης των εσόδων. Για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω ότι ούτε αυτά δεν σκέφτονται. Το θέμα είναι να συνεχιστεί η κοινωνική μηχανική του Μνημονίου, μήπως και σε μισθολογικές συνθήκες Ανατολικής Ευρώπης πειστούν να έρθουν επιτέλους οι επενδυτές. Αλλά με τι θα αγοράζουν τα προϊόντα τους οι εργαζόμενοι των 427 ευρώ; Άδηλον.

Επιμένω: Θέλει πολλή προσπάθεια, και άλλο τόσο αμοραλισμό, για να εξωραϊσει κανείς τη φρίκη, όσο στενό κοινοβουλευτικό κορσέ κι αν της φόρεσε η πλειοψηφία αυτής της Βουλής. Τόσο αμοραλισμό, όσο και το να λες σε έναν άνθρωπο 25 χρονων ότι θα δουλεύει για έναν μισθό ίσο με το επίδομα ανεργίας μέχρι πρότινος. Τόσο αμοραλισμό, όσο και το να αντιμετωπίζεις την ανεργία φτιάχνοντας στρατούς ανθρώπων που αρκούνται στην επιβίωση, και που γι΄ αυτήν θα επιστρατεύσουν λυτούς και δεμένους: Δεν είναι καλύτερο από το τίποτα ένα προγραμματάκι στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, έστω και για 400 τόσα ευρώ;

Το μέτρο σύγκρισης γι΄ αυτό που ψήφισε την Κυριακή το βράδυ η Βουλή, το έδωσε με ένα σχόλιο στη σελίδα του στο fb ο Βασίλης Παπαστεργίου: «Το 2008 η απεργία των εργατών γης στη Μανωλάδα είχε ως αποτέλεσμα το μεροκάματο να ανέβει στα 23,50 ευρώ τη μέρα. Τότε μιλάγαμε για "σύγχρονους σκλάβους". Σήμερα η Βουλή ψήφισε το ημερομίσθιο των 19,60 ευρώ». Άλλοι, στο ίδιο μήκος κύματος, συνέκριναν το νέο ημερομίσθιο με τα 15 ευρώ μεροκάματο που προβλέπει ο χρυσαυγίτικος ΟΑΕΔ «μόνο για Έλληνες».

Είναι δυσοίωνο, αλλά δυστυχώς περί αυτού πρόκειται: Από την Κυριακή το βράδυ, τα κόμματα της (αστικής, έστω) δημοκρατίας, απέχουν από τους νεοναζί κατά 4 ευρώ και 60 λεπτά.

Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου από rednotebook