Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2015

Κρεμασμένοι από πολλές κλωστές

Το διάβασα σε σχόλιο αναγνώστη, το βρίσκω εντελώς εύστοχο και το αντιγράφω.

» Ποιός είναι σε θέση να καθορίσει τα όρια λαού και συστήματος; »

Θα χρειαζόταν ένας τόμος να επεξηγηθεί η σύντομη φράση, περιορίζομαι στο αυτονόητο: Δεν υπάρχει κανένας λόγος πανηγυρισμού όχι για την εκλογική νίκη του Συριζα αλλά για οποιονδήποτε. Αν μία χειραγωγούμενη μάζα μετατοπίστηκε από ένα μαγαζί σε ένα άλλο με καλύτερες προσφορές, επειδή μπάφιασε από την λιτότητα, αυτό με απλά λόγια δεν σημαίνει ούτε καμιά συνειδητοποίηση της σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, ούτε καμιά αλλαγή της νοοτροπίας της. Είναι τόσο περιορισμένος ο κοινός τόπος που συγκλίνουμε, και τόσο ωμά και απροκάλυπτα τόπος κοινών συμφερόντων – ούτε ιδεών, ούτε συναισθημάτων, ούτε προθέσεων- που τα πανηγύρια θυμίζουν...
γλέντια σε γάμους από συνοικέσιο

Από την άλλη πάλι, δεν δικαιολογείται σε άνθρωπο που θέλει να αυτοπαρουσιάζεται σαν καλοπροαίρετος η μνησικακία να αρνηθεί την συμφωνία σε οτιδήποτε βελτιώνει τις συνθήκες και προάγει τον κοινό βίο.

Είναι γεγονός ότι ο λαός κυβερνά, και δεν ξέρω ποιό είναι εκείνο το είδος της παιδείας και σε ποιά ιστορικά προηγούμενα συναντάται, που θα τον έκανε να κυβερνήσει καλύτερα.

Το σίγουρο είναι ότι οι καταστάσεις εξαντλούν τα προσχήματα. Και φυσικά για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δαχτυλάκι μας όποτε αναφερόμαστε σε παιδεία μιλάμε εντέχνως πάλι για μια χειραγώγηση με άλλο περιεχόμενο. Γιατί ποιά είναι η παιδεία που έκανε ποτέ να συμπέσουν ο αλληλέγγυος με τον ατομιστή, ο ανοιχτός σε ενδεχόμενα με τον ανασφαλή, ο πλούσιος με τον φτωχό, ο ομοφυλόφιλος με τον ετεροφυλόφιλο κλπ.

Αυτό που λέμε πολιτισμός και ανοχή – γιατί στην πλήρη αναγνώριση του άλλου ποτέ δεν φτάνουμε, απλά στην δημοκρατία επιδιώκουμε θεσμούς που να μας προστατεύουν αμοιβαία, στην περίπτωση που τελικά δεν συμφωνούμε- η μοναδική σίγουρη περίπτωση- αυτός λοιπόν ο πολιτισμός έχει ιστορικά αποδειχθεί να βασίζεται σε δύο προϋποθέσεις, στην οικονομική δυνατότητα ή μια κεντρική εξουσία που να ξέρει να ελίσσεται μεταξύ εκφοβισμού και πειθούς.

Τα υπόλοιπα ανήκουν στον χώρο της δημιουργικής φαντασίας και το διαπιστώνεις πάραυτα όταν τελειώνει ο ρήτορας την αγόρευσή του για κοινή στόχευση και για κοινωνική πολιτική που δεν αποκλείει κανέναν, και αμέσως μετά λογικά και φυσιολογικά κατονομάζει υπευθύνους για την έκβαση των καταστάσεων , όρους για την ελάχιστη συνεργασία κλπ. Ενώ αποδεικνύεται ιστορικά περίτρανα ότι αν θες να βουλώνεις στόματα, πρέπει να τα μπουκώνεις.

Μπορείς να είσαι καχύποπτος με όλους, χωρίς αυτό να ανατρέπει την ικανότητα σου να συμπάσχεις και να συμπαθείς; Σε τελική ανάλυση είναι προσωπικό στοίχημα, η εξάσκηση του σε εξωθεί έξω από το γενικευτικό σχήμα του λαού, και αν ποτέ δεν σε φέρει σε θέση άσκησης πολιτικής εξουσίας σε διαχωρίζει από το σύστημα ακριβώς επειδή ασκείσαι σε ότι σε προάγει σε αυτεξούσιο.

Η περίφημη αυτεξουσιότητα που ήταν για τους πολιτικούς φιλόσοφους της αρχαιότητας η ιδανική προϋπόθεση για να εξουσιάζεις και την πόλη. Κάτι που ανέκαθεν έπειθε όσο και εξερέθιζε τον λαό. Σε πόσους από τους “Υπηρέτες των λαϊκών συμφερόντων» αναγνωρίζει κανείς σήμερα το ιδίωμα αυτό; Αλλά αφήνω να μου διαφεύγει ότι δεν ζούμε πια τέτοιες εποχές και με τέτοιες προτεραιότητες.

Στο συλλογικό μας ασυνείδητο κυριαρχούν άλλες ανάγκες, ποιός θα την γλυτώσει στον χαμό, ποιός θα κατισχύσει με κάθε εύσχημο οριακά τρόπο.

Με αυτές τις προτεραιότητες στο αμίλητο αλλά και ολοφάνερο, είναι δύσκολο επί παραδείγματι, να απομονώσεις κοινωνικά μορφώματα που οδηγούν στη δημιουργία Χρυσών Αυγών. Κάτι τελικά μοιραζόμαστε όλοι με τους Χρυσαυγήτες, είναι οι συνθήκες και το ανθρωποτοπίο που τους επιτρέπει να ευδοκιμούν: Το σύστημα που από κοινού λειτουργούμε.

Πόσο να πείσει δηλαδή ο φιλελεύθερος αστός της ελεύθερης οικονομίας, πόσο ο νοικοκυραίους μικροαστός και ο μικροϊδιοκτήτης, πόσο να πείσει ο κομμουνιστής που είτε υποτάσσεται εκών, άκων σε κομματική πειθαρχία, είτε αναρριχάται στο πολιτικό του περιβάλλον για να απολαύσει την «κρυφή» του υπεροχή μέσα σε πλαίσια προσχηματικού εξισωτισμού, πόσο να πείσει και ο φιλανθρωπισμός στις χριστιανικές ή άλλες εκδοχές του, όταν προϋποθέτει την αδυναμία αυτού που η συνθήκη της ζωής του συρρικνώνεται στην ευεργεσία που δέχεται;


Καμιά εύκολη απάντηση. Καμιά λύση που να βρέθηκε και να μην έχει εφαρμοστεί. Για αυτό και τα πανηγύρια και οι κατηγορηματικές αποφάνσεις υπέρ ή κατά σε τίποτα δεν συνεισφέρουν από μια στείρα επανάληψη.

Χρειάζεται όντως χαρά, ελπίδα, κουράγιο για το παραπέρα , όμως μιας άλλης τάξης χαρά, μιας μεγαλύτερης ελπίδας από την οικονομική ανάκαμψη, που προφανώς δεν θα αντλήσει από την συγκυρία.

ΙΣΑΑΚ ΣΟΥΣΗΣ από imerodromos