Συντρίμμια, σκόνη και θρύψαλα κάνει το «στρατηγικό σχέδιο εξόδου» της κυβέρνησης από το μνημόνιο το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή στην τριμηνιαία έκθεσή του για την περίοδο Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2014, επιβεβαιώνοντας ότι η έξοδος στις αγορές ή μία προληπτική γραμμή πίστωσης θα ισοδυναμεί με στενή εποπτεία, κάτι άλλωστε που είχε αποκαλύψει πρώτο «Το Ποντίκι» στο φύλλο της Πέμπτης 16 Οκτωβρίου 2014.
Τάσσεται μάλιστα υπέρ του σεναρίου που προέβλεπε ότι η αναδιάρθρωση του χρέους θα ήταν πιο ωφέλιμη αν προηγούνταν της εξόδου...
στις αγορές, προσθέτοντας: «Η ελληνική επιλογή “έξοδος στις αγορές, όχι νέο πρόγραμμα" δεν στηριζόταν σε μία ρεαλιστική εκτίμηση του διεθνούς και ευρωπαϊκού περιβάλλοντος», με αποτέλεσμα την απότομη άνοδο των επιτοκίων.
Με τον πλέον σαφή τρόπο, το Γραφείο διατυπώνει «επιφυλάξεις για
την ορθότητα της στρατηγικής» εξόδου στις αγορές, λόγω του υψηλότερου
κόστους δανεισμού από τον Ε5Μ. «Όποια λύση και αν τελικά επιλεγεί»
σημειώνει «η έξοδος στις αγορές ή το αγκυροβόλιο του Ε5Μ (π .χ. μέσω
μίας προληπτικής γραμμής πίστωσης ή με απευθείας δανεισμό) θα
συνοδεύεται από στενή εποπτεία της ελληνικής οικονομικής πολιτικής».
Για πολλοστή φορά, το Γραφείο του Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, επικεφαλής του οποίου είναι ο καθηγητής Π. Λιαργκόβας, αμφισβητεί
ευθέως όχι μόνο το «ιδανικό» οικονομικό περιβάλλον που κατασκευάζουν
τα φιλικά προς την κυβέρνηση ΜΜΕ, αλλά και την επικοινωνιακή στρατηγική
του Μαξίμου, που επιχειρεί να εμφανίσει τον Α. Σαμαρά ως τον νέο... Μεγαλέξανδρο, που με τη δόξα της ανασκαφής στην Αμφίπολη θέλει να κατακτήσει τις αγορές χωρίς δυνάστες - δανειστές.
«Κινούμενη άμμος»
Το Γραφείο στην πολυσέλιδη έκθεσή του (87 σελίδες) επισημαίνει ότι η
διαπραγμάτευση με την τρόικα - που θα επιστρέψει στην Αθήνα τον
Νοέμβριο - γίνεται σε σκηνικό που θυμίζει «κινούμενη άμμο» λόγω και της εξωτερικής πίεσης των δανειστών.
Προαναγγέλλει ότι τα στοιχεία του προσχεδίου του προϋπολογισμού θα αναθεωρηθούν έως τον Δεκέμβριο, οπότε θα κατατεθεί στη Βουλή το τελικό σχέδιο, και ότι έχουν συσσωρευτεί εκατοντάδες εκκρεμείς υποχρεώσεις της ελληνικής πλευράς.
Οι συντάκτες της έκθεσης δεν διστάζουν να υπογραμμίσουν τη «ρευστή κατάσταση» της οικονομίας, την οποία επιδεινώνει το γεγονός ότι «δεν έχει ακόμα διαμορφωθεί ένα εθνικό πρόγραμμα για
την εποχή μετά το τρέχον μνημόνιο». Προσθέτουν ακόμη ότι «ένα νέο
πρόγραμμα που θα στόχευε στην ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης θα
έπρεπε πρωτίστως να είναι δική μας υπόθεση. Ωστόσο, η
σύνταξη ενός αξιόπιστου αναπτυξιακού προγράμματος πρέπει να στηρίζεται
σε φθηνούς πόρους που προέρχονται από τον Ε5Μ, την ΕΚΤ και άλλους
ευρωπαϊκούς θεσμούς».
Με αφορμή τους αρνητικούς κοινωνικούς δείκτες (ανεργία, φτώχεια, ανισότητα, εξαθλίωση κ.λπ.), το Γραφείο εκτιμά ότι «η επιτευχθείσα μακροοικονομική ισορροπία είναι εύθραυστη»: «Η
οικονομία πρέπει να διανύσει πολύ δρόμο ακόμα για να περάσει σε
διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης και ικανοποιητική μείωση της ανεργίας».
Αναγνωρίζει τη μεγάλη προσπάθεια για δημοσιονομική προσαρμογή και
αισιοδοξεί ότι αυτή (παρά την προχειρότητα στον σχεδιασμό και την
εφαρμογή) θα συμβάλει στις δύσκολες διαπραγματεύσεις με τους εταίρους.
Ωστόσο, διαπιστώνει «αβεβαιότητες ως προς το τελικό
δημοσιονομικό αποτέλεσμα» του τρέχοντος έτους, επικρίνοντας τους
ανασχεδιασμούς που τροφοδοτούν την αβεβαιότητα, αλλά και τη φιλοσοφία
του προϋπολογισμού, που «παραμένει στο πνεύμα της λιτότητας».
Ασαφές
Το Γραφείο παίρνει θέση και στο θέμα του δημόσιου χρέους υιοθετώντας το σενάριο ότι η αναδιάρθρωση πριν από
την επιδιωκόμενη έξοδο στις αγορές θα βελτίωνε τόσο τις προοπτικές της
χώρας όσο και την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας. Κι αυτό θα
οδηγούσε σε μείωση των επιτοκίων και θα απέτρεπε και απότομες
διακυμάνσεις τους έπειτα από κάθε αναταραχή.
Στον τομέα των μεταρρυθμίσεων το τοπίο χαρακτηρίζεται «ασαφές και ευμετάβλητο». «Η
εντύπωση που έχουμε» αναφέρεται στην έκθεση «είναι ενός εργοταξίου
όπου το έργο προχωρεί χωρίς αποσαφηνισμένο σχέδιο ή είναι υπό συνεχή
διαπραγμάτευση και δεν τελειώνει ποτέ». Δεν είναι τυχαίο ότι αμφισβητείται το αναπτυξιακό σχέδιο της κυβέρνησης, σημειώνοντας ότι «δεν αποσαφηνίζει με ποια ακόμη συγκεκριμένα μέτρα, μεταρρυθμίσεις και χρονοδιαγράμματα θα διαμορφωθούν οι συνθήκες για εξωστρεφή ανάπτυξη».
Το Γραφείο επικεντρώνεται και στον «πολιτικό κίνδυνο», με
την κυβέρνηση να μην επιθυμεί να περάσει κρίσιμες μεταρρυθμίσεις
(προαπαιτούμενα για τις επόμενες δόσεις) και την αξιωματική
αντιπολίτευση να δηλώνει ότι θα ανακαλούσε τα μέτρα των «μνημονίων».
Καυτηριάζει ακόμη τη στάσηκυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης στο ενδεχόμενο εθνικών εκλογών με
αφορμή την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, που ωθεί τη χώρα σε
μία μακρά προεκλογική περίοδο, αλλά όχι μόνο. «Ανεξάρτητα από αυτό»
επισημαίνεται «οι δισταγμοί και οι ανακολουθίες στη μεταρρυθμιστική πολιτική της κυβέρνησης, η ανυπαρξία συντεταγμένης αναπτυξιακής πολιτικής και η ασάφεια των θέσεων της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν συμβάλλουν στη δημιουργία κλίματος σταθερότητας στην οικονομική πολιτική».
Ως... επίλογο κρατάμε μία φράση του καθηγητή Λιαργκόβα από τον πρόλογο της έκθεσης: «Ό,τι είναι αναγκαίο με οικονομικά κριτήρια δεν είναι απαραίτητα εφικτό με πολιτικά. Επίσης, ό,τι είναι επιθυμητό πολιτικά δεν είναι πάντοτε οικονομικά αποτελεσματικό».
Το μόνο που θα μπορούσε κάποιος να συμπληρώσει στην έκθεση της ανεξάρτητης αυτής επιστημονικής ομάδας είναι ότι η έλλειψη σχεδιασμού τα
τελευταία χρόνια έχει φέρει τη χώρα στο «παρά πέντε» της μετάβασης σε
ένα νέο μοντέλο οικονομικής λειτουργίας και επιτήρησης, χωρίς να έχει
προηγηθεί η στοιχειώδης επεξεργασία για το τι θέλει αυτή η χώρα.
Όσο λιγότερο το πολιτικό σύστημα σχεδιάζει το μέλλον της χώρας τόσο θα αυξάνονται τα
περιθώρια των δανειστών να την ελέγχουν εξ ολοκλήρου, ακόμη και στα
στοιχεία πολιτικής που θα έπρεπε να είναι αμιγώς δική μας υπόθεση...
Από το Ποντίκι
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου