Κυριακή 4 Μαΐου 2014

«Ετσι άρχισε το μεγάλο φαγοπότι»

Ο Μολυβάς θυμάται, μέσω της «Κ.Ε.»,
πώς εκπαραθυρώθηκε από τον ΣΕΓΑΣ
και την οργανωτική τού «Αθήνα '97»
O Στράτος Μολυβάς αποκαλύπτει πώς φαγώθηκαν 4 δισ. δραχμές το 1997, πώς εκδιώχθηκε επειδή αντιδρούσε, πώς χτυπήθηκε άνανδρα προκειμένου να του κλέψουν τα στοιχεία.

«Υπήρξε οργανωμένο σχέδιο για να φύγουν από τη μέση οι ενοχλητικοί, που επίμονα τάσσονταν υπέρ της νομιμότητας και της τήρησης των προβλεπόμενων διαδικασιών, ώστε ν' αρχίσουν κατόπιν οι απευθείας αναθέσεις, με άλλα λόγια το μεγάλο φαγοπότι, το οποίο συνεχίστηκε αμέσως μετά και κορυφώθηκε στην επόμενη μεγάλη διοργάνωση, τους Ολυμπιακούς Αγώνες...
της Αθήνας».

Ο Στράτος Μολυβάς, που έζησε από κοντά τα γεγονότα του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Στίβου του 1997, λύνει τη σιωπή του, αποκαλύπτοντας στην «Κ.Ε.»... διευθύνσεις και ονόματα. Ως πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ συμμετείχε «ex oficcio» στην Οργανωτική Επιτροπή του «Αθήνα '97», όμως όταν άρχισε να εκφέρει τη γνώμη του -όπως ισχυρίζεται ο ίδιος- ή να διαφωνεί με μεθόδους, πολιτικές και νοοτροπίες, εκπαραθυρώθηκε σε χρόνο ρεκόρ, αφού πρώτα έχασε την πλειοψηφία στο δ.σ. και εν συνεχεία το Πρωτοδικείο όρισε προσωρινή διοίκηση.

«Αγόρασαν τα σωματεία για να με ρίξουν. Παράνομα. Η επιχείρηση άλωσης της Ομοσπονδίας είχε ξεκινήσει μήνες πριν, όταν η Γυμναστική, το Μοντέρνο Πένταθλο και το Κρίκετ ανεξαρτητοποιήθηκαν. Μετά μοίρασαν αφειδώς χρήμα. Περίπου 4 δισ. δρχ., όπως έχω καταγγείλει, έφθασε η ιστορία» τονίζει ο κ. Μολυβάς, ξεδιπλώνοντας το κουβάρι στοιχείων και περιστατικών της εποχής.

«Για τελευταία φορά έλαβα μέρος στις εργασίες της Οργανωτικής στις 4 Μαρτίου 1997. Εκτοτε, δεν ξαναπήγα. Η εκδίωξή μου με άκομψο τρόπο, αφού καταλύθηκε η έννομος τάξη, ήταν το εφαλτήριο για να αρχίσει το πάρτι διασπάθισης του δημοσίου χρήματος. Οταν τελείωσαν οι Αγώνες, όλοι αυτοί οι κύριοι, οι λεγόμενοι τεχνοκράτες της Οργανωτικής που αμείβονταν αδρά, δεν έμειναν χωρίς δουλειά. Προσλήφθηκαν αμέσως στην Οργανωτική Επιτροπή του Αθήνα 2004».

«Παρανομίες-ατασθαλίες»

Ο έκπτωτος πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ με επιστολή του στις 31-7-2008 προς τον υπουργό Πολιτισμού Μιχάλη Λιάπη και τον υφυπουργό Αθλητισμού Γιάννη Ιωαννίδη μνημόνευε «παρανομίες, οικονομικές-διαχειριστικές παρατυπίες και ατασθαλίες», οι οποίες «προκαλούν το πολιτικό και αθλητικό αίσθημα παντός αθλητικού παράγοντα και φορέα». Ζητούσε δε, να γίνουν, από τον φόβο μήπως παραγραφούν ποινικά αδικήματα, το συντομότερο δυνατόν οι δέουσες ενέργειες. Τέσσερα χρόνια αργότερα κινδύνεψε ο ίδιος, όταν κακοποιήθηκε από αγνώστους έξω από την πόρτα του σπιτιού του.

«Με χτύπησαν μέρα-μεσημέρι, τη στιγμή που έβαζα το κλειδί για να μπω μέσα. Δύο ήταν, με πέταξαν κάτω και μου απόσπασαν τον φάκελο με τα στοιχεία, που επρόκειτο να καταθέσω στον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος Γρηγόρη Πεπόνη. Ευτυχώς, όμως είχα αντίγραφα. Προηγουμένως, ήμουν στο δικηγόρο μου, οπότε φαίνεται πως με παρακολούθησαν και μου επιτέθηκαν όταν θεώρησαν ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή».

Μεμονωμένο συμβάν, ή απόπειρα φίμωσης, εντεταγμένη μέσα σ' ένα γενικότερο σχέδιο συγκάλυψης; Αν ο κ. Μολυβάς κινδύνεψε και απειλήθηκε η σωματική του ακεραιότητα, επειδή δεν κλείνει το στόμα του, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του ελληνικού κράτους έκαναν 17 ολόκληρα χρόνια μέχρι να βγάλουν άκρη για το όργιο σπατάλης, ρουσφετολογικών προσλήψεων και αναθέσεων δίχως διαγωνισμούς, καταστρατήγησης των νόμων. Το 100 σελίδων πόρισμα, για παράδειγμα, του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο έβγαλε στην επιφάνεια η «Κ.Ε.» στις 20 και 27 Απριλίου, πέρασε από σαράντα κύματα μέχρι να πάρει την τελική του μορφή. Οπως σημειώνει η ανώτατη δικαστικός Δέσποινα Καββαδία-Κωνσταντάρα, «στις 13/5/2009 αποφασίστηκε η συγκρότηση πενταμελούς ομάδας ελέγχου του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία "Κεντρική Οργανωτική και Εκτελεστική Επιτροπή-Αθήνα '97». Μολονότι, «η διάρκεια του ως άνω ελέγχου, αρχομένου από 15/5/2009, ορίστηκε αρχικά στους έξι μήνες και στη συνέχεια παρατάθηκε μέχρι τις 30 Απριλίου 2010, η ομάδα αυτή ουδέν πόρισμα, έστω και μερικό, υπέβαλε». Προφανώς, λόγω της καθυστέρησης, ο πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου συμπλήρωσε την ομάδα «με δύο επιπλέον δικαστικούς υπαλλήλους», η οποία ομάδα ανασυγκροτήθηκε εκ νέου στις 19/6/2012 με την προσθήκη ενός ακόμη δικαστικού υπαλλήλου, σύνολον δηλαδή 8. «Αμέσως μετά όμως», επισημαίνεται στο ιστορικό της έρευνας, «5 μέλη τοποθετήθηκαν σε άλλους ελέγχους, ενώ με την προαγωγή 2 μελών σε επιτρόπους και την τοποθέτησή τους στην επαρχία δυσχεράνθηκε ακόμη περισσότερο το έργο. Επιπλέον δυσχέρεια αποτέλεσε για την παρούσα ομάδα το γεγονός ότι δεν υπήρχε ενεργό λογιστήριο. Το πόρισμά της εν τέλει παραδόθηκε την 30ή Ιουλίου 2013». Επειτα από έναν τέτοιο... γολγοθά βασάνων πρέπει να είμαστε και ευχαριστημένοι...

**
Εν λευκώ στον «Vaggelis»
  
Η απευθείας ανάθεση στον διάσημο Ελληνα μουσικό Βαγγέλη Παπαθανασίου των τελετών έναρξης-λήξης του «Αθήνα '97» στηλιτεύτηκε έντονα από τον Τύπο, όχι μόνον επειδή το κόστος από 800.000.000 δρχ., όπως είχε προϋπολογιστεί, εκτινάχτηκε στα 2.235.997.199 δρχ., αλλά επειδή υπήρξε μεθόδευση και φυσικά απευθείας ανάθεση.

«Η εν λευκώ ελευθερία ανάθεσης στον Ευάγγελο Παπαθανασίου να ορίζει τους συνεργάτες και την αμοιβή αυτών δημιουργεί εύλογες απορίες και ερωτηματικά για την άνευ ορίων εξουσιοδότηση προσδιορισμού των ανωτέρω αρμοδιοτήτων αυτού και ασφαλώς η διατεθείσα δαπάνη κρίνεται ως υπέρογκη» επισημαίνει στην έκθεσή του ο επιθεωρητής του υπουργείου Οικονομικών Φώτης Κουλαρμάνης, που αποτέλεσε οδηγό για τον μετέπειτα έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Στο πόρισμα τώρα, που υπογράφει η κ. Καββαδία-Κωνσταντάρα, ως επικεφαλής της έρευνας, από την παράθεση της αλληλογραφίας μεταξύ ΚΟΕ και του γνωστού συνθέτη, αποκαλύπτεται πως «είχε προηγηθεί, πριν την κήρυξη ως αγόνου του σχετικού διαγωνισμού, συνάντηση και πρόταση του υφυπουργού Αθλητισμού με τον Β. Παπαθανασίου για την εκ μέρους του εξ ολοκλήρου ανάληψη της καλλιτεχνικής οργάνωσης των τελετών, κατά την ελεύθερη κρίση του και κατά την ελεύθερη επιλογή του». Σημειωτέον δε, «χωρίς εξουσιοδότηση, η οποία δόθηκε εκ των υστέρων, αφού κηρύχθηκε άγονη η διαδικασία, χωρίς η ΚΟΕ να αιτιολογήσει ειδικώς την κρίση αυτή». Σιγά μην αιτιολογούσε...

Του ΑΝΔΡΕΑ ΜΠΕΤΣΗ από enet