Tα νέα κράτη-μέλη που μπήκαν στην Ευρώπη το 2004 αναζητώντας δημοκρατία, ασφάλεια και ευημερία, ανακάλυψαν ότι το να ανήκεις στη Δύση πολλές φορές συνεπάγεται την επιβολή αντιλαϊκών μέτρων, λιτότητα και αύξηση της φτώχειας.
Σε μια χρονιά κατά την οποία συμπληρώνονται 100 χρόνια από την έναρξη του Α′ Παγκοσμίου Πόλεμου, 75 από το ξέσπασμα του Δεύτερου και 25 από την πτώση του Τείχους, τα δέκα χρόνια της μεγαλύτερης διεύρυνσης που γνώρισε η Ε.Ε., και δη προς την Ανατολή, γιορτάζονται από τις ηγεσίες...
των κρατών-μελών ως «επέτειος υπέρβασης των διχασμών και επανένωσης της Ευρώπης». Αλλά το κλίμα κάθε άλλο παρά αισιόδοξο είναι, καθώς βρίσκει την Ε.Ε. βυθισμένη σε μια βαθύτατη οικονομική και θεσμική κρίση και αντιμέτωπη με τον μεγαλύτερο «διχασμό» της μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου με τη σύγκρουση γεωστρατηγικών συμφερόντων Δύσης και Ανατολής στη σύρραξη της Ουκρανίας.
Την 1η Μαΐου του 2004 με το Σύμφωνο Διεύρυνσης που υπεγράφη στην Αθήνα προσχώρησαν στην Ε.Ε. επτά χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία, Τσεχική Δημοκρατία), η Σλοβενία της πρώην Γιουγκοσλαβίας και από τον Νότο η Κύπρος και η Μάλτα. Δύση και μετακομμουνιστική Ανατολή μαζί για μια καλύτερη Ευρώπη, για ένα ισχυρό μπλοκ που θα αφήσει πίσω τις έριδες και τους πολέμους, εδραιώνοντας δημοκρατία, ασφάλεια και ευημερία, ήταν το επίκεντρο τόσο των υποσχέσεων όσο και των προσδοκιών αυτής της «ανατολικής διεύρυνσης», που συμπληρώθηκε το 2007 με την προσχώρηση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας και το 2013 της Κροατίας.
Το «παραπέτασμα» επιστρέφει
Είμαστε περήφανοι για το σχέδιο ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, τόνισε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο μιλώντας για «επέτειο της ευρωπαϊκής επανένωσης μετά από μισό αιώνα διχασμού, που συνέβαλε στην ειρήνη και τη συμφιλίωση και πρόσφερε πολιτική σταθερότητα και οικονομική ευημερία». Ωστόσο, παραμονές της επετείου, οι υπουργοί Εξωτερικών Γερμανίας και Ολλανδίας έβγαλαν από τα ψυχροπολεμικά κιτάπια ξανά τα περί «Σιδηρού Παραπετάσματος» με αφορμή την κρίση στην Ουκρανία. Η Ε.Ε. παραμένει διχασμένη ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση και ανάμεσα σε Βορρά και Νότο, όπως ομολόγησε και ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, υποψήφιος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οσο για την ευημερία των Ευρωπαίων φαντάζει ακόμη μια φούσκα που έσκασε.
Δέκα χρόνια μετά, τα νέα κράτη-μέλη πέρασαν από τον ενθουσιασμό στον σκεπτικισμό, καθώς οι οικονομικές, πολιτικές και στρατηγικές προσδοκίες που γέννησε η προσχώρησή τους στο «κλαμπ των πλουσίων» μοιάζουν σήμερα πολύ μακρινές. Οι μεγάλες κατακτήσεις, όπως η αύξηση του ΑΕΠ κατά 50%, ανήκουν στο παρελθόν. Σήμερα το μέσο ΑΕΠ των νέων μελών εξακολουθεί να είναι ίσο με το μισό των παλαιών. Ανακάλυψαν ότι το να ανήκεις στη Δύση πολλές φορές συνεπάγεται την επιβολή αντιλαϊκών μέτρων, πρόγραμμα λιτότητας και αύξηση της φτώχειας. Οπως και ότι ενότητα και ισότητα προσκρούουν στην πραγματικότητα μιας Ε.Ε. που φτάνει ακόμη και να περιορίζει την ελεύθερη κυκλοφορία και να απελαύνει τους «νέους Ευρωπαίους» από τις «παλιές χώρες».
Η Κύπρος πέρασε από τους πανηγυρισμούς στην ψυχρολουσία ενός πακέτου διάσωσης 10 δισ. ευρώ και της πρωτοφανούς στην Ε.Ε. επιβολής κουρέματος των καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ. Στο τελευταίο Ευρωβαρόμετρο το 56% δήλωσε πως «η χώρα θα μπορούσε να αντιμετωπίσει καλύτερα το μέλλον εκτός Ε.Ε.».
Η Σλοβενία, μετά την επίπλαστη ανάπτυξη με τα φτηνά δάνεια, βυθίστηκε σε μια κρίση που εξανέμισε τα αρχικά οικονομικά οφέλη της ένταξης, διπλασιάζοντας την ανεργία και συρρικνώνοντας το ΑΕΠ. Αν το 2004 το 90% των ψηφοφόρων ενέκρινε την ένταξη, σήμερα μόνο το 46% θα τασσόταν υπέρ ενώ μόλις το 17% των Σλοβένων είναι ικανοποιημένοι με την Ε.Ε.
Η Σλοβακία κατάφερε να αναδειχτεί σε αυτή τη δεκαετία σε σημαντική δύναμη στην αυτοκινητοβιομηχανία, σημαντικό πόλο ανάπτυξης. Αλλά αυτό δεν κατάφερε να μειώσει την υψηλή δομική ανεργία, που το 2013 έκλεισε στο 14,1%, ενώ σε κάποιες περιοχές ξεπερνά το 20%. Σήμερα μόνο το 51% των πολιτών τάσσονται υπέρ της Ε.Ε.
Ανάλογες και οι εξελίξεις στην Τσεχία, την πλουσιότερη (σε κατά κεφαλήν ΑΕΠ) από τις επτά χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας. Ο ενθουσιασμός για την Ε.Ε. πέρασε από το ιστορικό ρεκόρ του 80% κατά την τσεχική προεδρία, σε ένα ελάχιστο 34% τον Μάρτιο.
Στις βαλτικές χώρες, η ανάπτυξη με τις «εύκολες επενδύσεις» και τα χαμηλά επιτόκια προκάλεσε την κερδοσκοπική φούσκα που οδήγησε στην κρίση του 2008- 2009, όταν Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία γνώρισαν τεράστια μείωση του ΑΕΠ (20%, 25% και 17%, αντίστοιχα) και υιοθέτησαν οδυνηρά μέτρα λιτότητας. Κατάφεραν να επανέλθουν σε σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά η ραγδαία πτώση του επιπέδου ζωής αύξησε τον ευρωσκεπτικισμό και τη μετανάστευση των πολιτών τους σε αναζήτηση καλύτερης ζωής.
Η Ουγγαρία είναι η χώρα με τις περισσότερες απώλειες. Από το 2004 το ΑΕΠ της αυξήθηκε κατά 20%, τρεις φορές λιγότερο απ’ ό,τι τη δεκαετία πριν από την ένταξή της ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της μόλις που φτάνει στο 66% του μέσου ευρωπαϊκού. Και η κυβέρνηση του Ορμπάν (αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος) αποτελεί τρανό παράδειγμα ότι η ένταξη στην Ε.Ε. μπορεί να συνυπάρχει με την άλωση δημοκρατικών θεσμών και τον αυταρχισμό. Μόνο το 34% των πολιτών έχει θετική άποψη για την Ε.Ε.
Η Πολωνία απέφυγε την ύφεση
Εξαίρεση αποτελεί η Πολωνία. Ευνοούμενη από τη στενή της σχέση με τη Γερμανία, εμφανίστηκε ως «ηγέτιδα της δημοσιονομικής υπευθυνότητας στη Βόρεια Ευρώπη» και απέφυγε την ύφεση. Το ΑΕΠ της αυξήθηκε κατά 48,8% και είναι βασική αποδέκτρια κοινοτικής βοήθειας, κάτι που εξηγεί το ότι το 80% δηλώνει ικανοποιημένο με την Ε.Ε.
Οσο για τη Μάλτα, το μόνο αξιοσημείωτο αυτής της δεκαετίας είναι ο εξαναγκασμός σε παραίτηση του Ευρωπαίου επιτρόπου της για υποψίες εμπλοκής του σε σκάνδαλο διαφθοράς.
Επιφυλάξεις και απογοήτευση είναι κοινές για πολλά παλιά και νέα μέλη. Σε έκθεση του Ευρωβαρόμετρου καταδείχθηκε ότι το 56% θεωρεί πως η προσχώρηση έφερε μείωση των θέσεων εργασίας στις 15 «παλιές» χώρες-μέλη και σχεδόν το 50% πως με αυτήν αυξήθηκε η ανασφάλεια στην Ε.Ε. Επιπλέον, η διεύρυνση προς Ανατολάς φούντωσε τους φόβους της ευρωπαϊκής Δεξιάς απέναντι στη μετανάστευση και της Αριστεράς απέναντι στη φυγή επιχειρήσεων και στο κοινωνικό dumping. Συνεπικουρούμενοι από την καταστροφική διαχείριση της κρίσης από τα δύο μεγάλα ευρωπαϊκά κόμματα, αυτοί οι φόβοι οδήγησαν στην άνοδο των ακραίων ευρωσκεπτικιστικών και ξενοφοβικών κομμάτων, κάτι που καταδεικνύουν όλες οι δημοσκοπήσεις τρεις εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές.
Της Χριστίνας Πάντζου από efsyn
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου