Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

Βερίκοκο αυτός;

Στη δυσάρεστη θέση του να πρέπει να αναφερθώ και πάλι στο μόρφωμα που έχει την ευθύνη του υπουργείου Υγείας βρίσκομαι για τρίτη φορά στο μπλογκ μου· και τούτο με θλίβει αφάνταστα –ένα βάρος μου πλακώνει το στήθος. Θα προτιμούσα να μην είχα ασχοληθεί μαζί του ποτέ –ποτέ να μην είχε χρειαστεί να ανακατευτώ με τα πίτουρα· αποστάσεις ασφαλείας να με προφυλάσσουν από τις κότες.

Αλλά και τα σημερινά του, τα ανεκδιήγητα; Αυτό το «όταν ο κόσμος χάνει τη δουλειά του, εσείς κάνετε φασαρία για ένα χιλιόμετρο», κι εκείνο το «ντροπή σας! Δείξτε στην κοινωνία ότι καταλαβαίνετε!» πώς να τ’ αφήσω έτσι;  Αμ το άλλο, το «έπρεπε να σας απολύσουμε για να δείτε τι εστί βερίκοκο»;

Ψυχραιμία· θέλει προσοχή η ανάλυση. Δεν έχουμε να κάνουμε με τον κλασσικό ελιγμό, που στόχο έχει...
να ερεθίσει τα ανακλαστικά του κοινωνικού αυτοματισμού. Ασφαλώς και ταιριάζει θαυμάσια με τα ανάλογα μολυσματικά που έχουν κατά καιρούς ακουσθεί· τα διάφορα απαίσια, που συνοψίζονται στην τάχαμου μομφή για το δάκρυ που, αχ, δεν έχυσαν οι βολεμένοι του Δημοσίου για τα εκατομμύρια των ανέργων του Ιδιωτικού Τομέα, και τα διάφορα δήθεν τέτοια… Ναι, λοιπόν, πράγματι ταιριάζει το φαρμακερό αυτό του βέλος με τα αντίστοιχα παρόμοια που έχουν προηγήθεί, και με όσα ακόμα προμηνύονται. Μόνο όμως σε πρώτη ανάγνωση. Διότι το βέλος του Γεωργιάδη είναι στην ουσία του διαφορετικό· εμποτισμένο μ’ ένα πολύ χειρότερο κι επικίνδυνο δηλητήριο.

Το μυαλό του Γεωργιάδη είναι τηγανητό. Το λάδι μέσα στο οποίο έχει τηγανιστεί σε ταγκιάζει από χιλιόμετρα, και προδίδει άνθρωπο ο οποίος θέλει να έχει πάντα δίκαιο –πιθανότατα εξαιτίας κάποιου βαθέος ψυχολογικού τραύματος, ανιχνεύσιμου κατά την παιδική ηλικία. Αξιώνει μάλιστα –θα το έχετε προσέξει– να του αναγνωρίζεται η προσπάθεια που κατέβαλε για να καταλήξει στην ιερή αλήθεια, εκείνη που του επιτρέπει να έχει πάντα δίκαιο, αυτός μόνος. Όταν δεν του αναγνωρίζεται, καταβάλλει επιπλέον προσπάθεια για να το επιβάλλει. Κι όταν του το στερούν, περνάει πολύ γρήγορα σε χωράφια αρμοδιότητας ειδικού ψυχιάτρου.

Το μυαλό του είναι και πανέ. Το πανάρισμα έχει γίνει σε κρούστα από ελληνοληψία –η ελληνική σοφία που τα είχε βρει και τα είπε όλα, εξυπηρετεί με το μέγεθος και το βάρος της άριστα την ανάγκη του γι αδιαμφισβήτητο δίκαιο. Εξ ου κι έχει πάρει η αφεντιά του την αρχαιοελληνική μπίζνα εργολαβία.

Το τελικό παρασκεύασμα από τη φριτέζα δεν είναι τίποτε άλλο από μυαλά πανέ, αλλά στο μενού αναγράφεται ακριβώς όπως σερβίρεται ως πιάτο, δηλαδή ως ελληνογερμανική σπεσιαλιτέ με τίτλο «σωτηρία της πατρίδας». Διότι με την υπουργοποίησή του, ο Γεωργιάδης δεν νοεί τον εαυτό του ως απλό σωτήρα, όπως οι άλλοι συνάδελφοί του, αλλά ως η χρυσή ελληνική εφεδρεία που κλήθηκε στα δύσκολα, επ’ εσχάτοις –πιστεύει ότι εδώ που φτάσαμε, δεν γινόταν αλλιώς, είδαμε κι αποείδαμε, και κλήθηκαν επιτέλους οι… αυθεντικοί Έλληνες. Πριν από λίγες ημέρες είπε για όσους διαμαρτύρονται: «Ο πραγματικός ελληνικός λαός, δεν τους ακολουθεί.» Τον άλλο ελληνικό λαό, εκείνον που δεν είναι πραγματικός, ο Γεωργιάδης τον αποστρέφεται. Ίσως και να τον μισεί. Αφενός επειδή θέτει σε κίνδυνο την ανάγκη του να έχει πάντα σε όλα δίκαιο, και αφετέρου επειδή δεν συμμαχεί με τους χρυσούς Έλληνες της εσχάτης εφεδρείας, που ο ίδιος προνομιακά και κατ’ αποκλειστικότητα εκπροσωπεί.

Για τον Γεωργιάδη όσοι τολμούν και διαμαρτύονται δεν βλάπτουν απλώς την Υγεία, αλλά την Ελλάδα του σήμερα και της ιστορικής διαχρονίας της. Χα, δεν είναι Έλληνες ετούτοι που του ορθώνουν ανάστημα· τους αξίζει όλο κι όλο ένα ξινό βερίκοκο· ένα που, κατ’ αυτόν, ίσως σε κάποιους εκλεκτούς του τηγανητού κόσμου του να μην άξιζε. Όχι όμως ότι δεν άξιζε και σε όσους ατηγάνιστους έχει απέναντί του. Μεγαλόψυχος αυτός, ωστόσο, μακρόθυμος, ωραίος σαν Έλληνας τους κάνει τη χάρη να μην τους το χαρίσει. Το βερίκοκο. Κι ελόγου τους οι αγνώμονες, αχάριστοι, ανθέλληνες, βάρβαροι, αντί να τον ευγνωμονούν, του φτύνουν τα κουκούτσια από το βερίκοκο στα μούτρα.

Δεν μας λέει όμως ποιοι είναι οι πραγματικοί Έλληνες. Οι ολιγάρχες των δημοσίων έργων; Οι μπαταξήδες των Μ.Μ.Ε. που τον ανέδειξαν; Οι άλλοι ανέγγιχτοι, οι ανέπαφοι που φωλιάζουν στις διάφορες λίστες; Ή μήπως όσοι τρίβουν τα χέρια τους και πλουτίζουν ήδη αδρά μέσα στη λαίλαπα, χάρη στα έργα του; Και φιλέλληνες, αλήθεια, ποιοι είναι; Οι διεθνείς τοκογλύφοι; Ίδιο με το δικό μας και γι αυτούς το φρούτο, ενώ αλλάζει μόνο η μελωδία; «Χειλάκι πετροκέρασο και μάγουλο βερίκοκο»;

Αρκετά! Βαρέθηκα με δαύτον. Τα ψωμιά του, του ιδίου και συναφιού του είναι μετρημένα· και το ξέρουν. Η ώρα της αλήθειας πλησιάζει. Ακούς εκεί βερίκοκο! Στάσου, να τον δω και αυτόν και τους ομοίους του, όταν θα ακόυσει ρίκοκο. Ρίκοκο-ρίκοκο, ρίκο-ρικοκό.

Από Sotos, μοντάζ Γρέκι