Κυριακή 9 Ιουνίου 2013

ΔΝΤ: Το «πείραμα» απέτυχε, το «πειραματόζωο» ίσως ζήσει

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παραδέχθηκε ότι υποτίμησε τις συνέπειες της λιτότητας στην οικονομία της Ελλάδας και ασκεί, προ της... αποχωρήσεώς του, πιέσεις στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για νέο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους
Στοχευμένη προσπάθεια της ηγεσίας του ΔΝΤ να ασκήσει πίεση στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ώστε να συναινέσουν στην περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδας, θεωρείται η πρόσφατη ομολογία του για λάθη στο σχεδιασμό του αρχικού ελληνικού προγράμματος.

Αναλυτές στην αμερικανική πρωτεύουσα εκτιμούν ότι στην ακραία περίπτωση ελλοχεύει ο κίνδυνος το ΔΝΤ να εξετάσει -εξαιτίας της πίεσης στο εσωτερικό του- μέχρι και την αποχώρησή του από το πρόγραμμα διάσωσης.

Το ΔΝΤ παραδέχθηκε ότι υποτίμησε...
τις συνέπειες της λιτότητας στην ελληνική οικονομία και τη βιωσιμότητα του χρέους της χώρας. Πρόκειται για την τελευταία προσπάθεια του ΔΝΤ να ασκήσει πίεση στους Ευρωπαίους εταίρους του στο πρόγραμμα διάσωσης, ώστε να παράσχουν περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδας και να μειωθεί έτσι το ελληνικό χρέος στα βιώσιμα επίπεδα του 110% επί του ΑΕΠ έως το 2022 (από περίπου 175% φέτος). «Αυτός είναι ο στόχος του ΔΝΤ: να πετύχει βιωσιμότητα του χρέους στην Ελλάδα», έγραψε στον «Economist» ο αναλυτής του Μάρτιν Κέρινγκ.

Το ΔΝΤ... φεύγει

Στην έδρα του Ταμείου, αν και είχαν αποκλείσει πέρυσι τις φήμες ότι προετοιμάζει το έδαφος για ολοσχερή αποχώρηση από το πρόγραμμα διάσωσης με την αιτιολογία ότι «το Ταμείο δεν λειτουργεί έτσι», υπάρχουν φωνές στο εσωτερικό του που ανησυχούν για το μέγεθος της στήριξης στο ελληνικό πρόγραμμα και ενισχύουν αυτό το ενδεχόμενο, ειδικά αν δεν πραγματοποιηθεί από την Ευρωζώνη η ελάφρυνση του χρέους.

Στην 50σέλιδη έκθεση με τίτλο «Greece: Ex Post Evaluation of Exceptional Access Under the 2010 Stand-By Arrangement», που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Τετάρτη, υπογραμμιζόταν ότι οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη ήταν υπεραισιόδοξες και ότι η αναδιάρθρωση έπρεπε να είχε γίνει νωρίτερα. Η διάσωση πραγματοποιήθηκε, αν και η Ελλάδα δεν εκπλήρωνε ένα από τα τέσσερα κριτήρια του ΔΝΤ (πιθανότητες βιωσιμότητας του χρέους μεσοπρόθεσμα), ενώ ήταν πιθανό ότι θα αποτύχαινε και σε δύο άλλα κριτήρια. Οι αναλύσεις στους «Financial Times» υποστήριξαν ότι το ελληνικό πείραμα μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση για μελλοντικές αναδιαρθρώσεις, ένα υποβοηθητικό θεωρητικό πλαίσιο όπου το Ταμείο θα απαιτεί μεγαλύτερες απώλειες για τους ιδιώτες επενδυτές, θα κάνει πιο ρεαλιστικές προβλέψεις για την ανάπτυξη και το χρέος και θα επιφέρει αλλαγές, όταν οι αναδιαρθρώσεις λαμβάνουν χώρα εντός μιας νομισματικής ένωσης.

Το ΔΝΤ δέχθηκε συνδυασμένα πυρά για τη στάση του και η κριτική εστιάζεται στο ότι θα έπρεπε να είναι πιο αυστηρό στην εκτίμηση της βιωσιμότητας του χρέους μιας χώρας προτού εμπλακεί και ότι θα πρέπει να επιμένει για τη χρέωση των πιστωτών (bail in) πριν από τη δική του ανάμιξη. Δυστυχώς, το ΔΝΤ άφησε κατά μέρος τη δημιουργία ενός μηχανισμού αναδιαρθρώσεων κυβερνητικού χρέους που θα ασχολούνταν με τις χρεοκοπίες κρατών. Ο πρώην επικεφαλής των οικονομολόγων του ΔΝΤ, Σάιμον Τζόνσον, σε άρθρο του στο πρακτορείο Bloomberg κατηγόρησε το Ταμείο ότι εσκεμμένα αποκρύπτει την πραγματική αιτία του ευρωπαϊκού προβλήματος χρέους, το οποίο, κατά τον ίδιο, οφείλεται στο ευάλωτο τραπεζικό σύστημα των πλούσιων δυτικοευρωπαϊκών χωρών, λόγω της ισχυρής παρουσίας των Ευρωπαίων στην ηγεσία του ΔΝΤ. Παράλληλα, πρόσθεσε, παρά την έντονη ρητορική περί ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, η πραγματικότητα είναι ότι μια λανθασμένη προσέγγιση στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα επέτρεψε να ληφθούν αποφάσεις μακροοικονομικής πολιτικής. «Μόνο εάν το ΔΝΤ καταστεί ικανό να έρθει σε άμεση και δημόσια αντιπαράθεση με τους Ευρωπαίους θα μπορέσουμε να αποφύγουμε περισσότερες καταστροφές ελληνικού στιλ», κατέληξε ο αρθρογράφος.

Οι «ανίκανοι»

Οι συντάκτες της έκθεσης θεωρούν ότι το αρχικό πρόγραμμα για την Ελλάδα ήταν «αναγκαίο» και «κατάλληλο». Ωστόσο τονίζουν με αιχμηρό τρόπο ότι παρέκαμψε τους κανονισμούς του ΔΝΤ για τα δάνεια προς χρεοκοπημένες χώρες, ενώ, ειδικότερα, οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ στάθηκαν «ανίκανοι να εγγυηθούν» ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να αποπληρώσει τα δάνειά της μεσοπρόθεσμα. «Τα στελέχη του ΔΝΤ προτίμησαν να προχωρήσουν μπροστά λόγω του φόβου ότι η μετάδοση της κρίσης από την Ελλάδα σε άλλες χώρες θα απειλούσε την Ευρωζώνη και τη διεθνή οικονομία». Εκ των υστέρων, στην περίπτωση της Ελλάδας το Ταμείο δεν εφάρμοσε ακόμη εσωτερικά δύο κριτήρια: το να εξακριβώσει ότι η χώρα είχε «καλές προοπτικές για την επανάκτηση της πρόσβασης σε κεφαλαιακές αγορές» και το να διασφαλίσει ότι διέθετε «μια λογικά ισχυρή προοπτική για την επιτυχία των προγραμμάτων, λαμβάνοντας υπ' όψιν θεσμικές και πολιτικές ιδιότητες, προκειμένου να αποφανθεί σχετικώς».

Κομβικό σημείο αποτελεί το γεγονός ότι η τρόικα θα μπορούσε να πιέσει τους Ελληνες ομολογιούχους για «κούρεμα» νωρίτερα, ωστόσο υπήρχε πολιτική αντίθεση για το εν λόγω βήμα. «Η μη αποφασιστική αντιμετώπιση του προβλήματος δημοσίου χρέους εξαρχής ή νωρίς, κατά την εφαρμογή του προγράμματος, προκάλεσε αβεβαιότητα σχετικά με την ικανότητα της Ευρωζώνης να επιλύσει την κρίση και ενδεχομένως επιδείνωσε την ύφεση». Η Ελλάδα θα είχε ίσως επωφεληθεί από λιγότερο αυστηρούς δημοσιονομικούς στόχους, ή στόχους με μεγαλύτερο χρονικό πλαίσιο εφαρμογής, αν και αυτό θα απαιτούσε πολλά δισ. ευρώ επιπλέον - μια μη εφικτή πιθανότητα. Το αρχικό ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης κατέληξε τελικώς να λειτουργεί ως μια επιχείρηση εξαγοράς χρόνου για γαλλικές και γερμανικές τράπεζες, ώστε να ξεφορτωθούν έγκαιρα τα τοξικά ομόλογα.

Το μέλλον του ελληνικού προγράμματος περνά μέσα από τη συνεργασία ΔΝΤ-Κομισιόν. Το ΔΝΤ εξέφρασε αμφιβολίες για την τρόικα, που χρηματοδότησε και διαχειρίστηκε το πρόγραμμα, καθώς «κανείς από τους εταίρους δεν θεωρούσε τη διευθέτηση ως ιδανική και απέτυχαν στην ορθή διανομή εργασιών». Ωστόσο, όπως επισήμανε και ο Πολ Τόμσεν σε συνέντευξή του, «η άποψη όλων των εμπλεκομένων είναι ότι πρόκειται για τρεις οργανισμούς που δεν διέθεταν ιστορία συνεργασίας κατά το συγκεκριμένο τρόπο, οπότε (η συνεργασία τους) πήγε απροσδόκητα καλά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούσε να πάει και καλύτερα...».

Του ΘΑΝΑΣΗ ΤΣΙΤΣΑ από enet