Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012

Toυς στέλνει στη... σέντρα

Τη διερεύνηση των ευθυνών των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., που συνδέονται με την προσφυγή της χώρας στο ΔΝΤ και το καθεστώς των Μνημο­νίων και της επιτήρησης, αναζητά ο ΣΥΡΙΖΑ με την πρόταση για τη σύστα­ση Εξεταστικής, την οποία κατέθεσε τελικά χθες στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής. Συγκεκριμένα, προσδιο­ρίζει ως διάστημα διερεύνησης πολι­τικών, αλλά και αστικών και ποινικών ευθυνών κυρίως το διάστημα από τον Οκτώβριο του 2009 μέχρι σήμερα, και, ειδικά όσον αφορά τα πρόσωπα, κατο­νομάζονται οι...
Γ. Παπανδρέου, Γ. Παπακωνσταντίνου, Λ. Παπαδήμος, Ευ. Βενι­ζέλος και Γ. Προβόπουλος. Ωστόσο, θε­ωρεί ότι χρήζει διερεύνησης πολιτικών ευθυνών και η περίοδος προετοιμασί­ας ένταξης της χώρας στο ενιαίο νόμι­σμα επί κυβερνήσεων Σημίτη αλλά και αργότερα η περίοδος Καραμανλή από το 2004 και την πραγματοποίηση των Ολυμπιακών Αγώνων. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ στρέφεται και κατά αξιωματού­χων της Ε.Ε. τόσο της περιόδους σχεδί­ασης της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης όσο και την τελευταία διετία.

Αναλυτικότερα, σημειώνεται ότι, δεδομένου πως δυόμισι χρόνια μετά την υλοποίηση των Μνημονίων 1 και 2 το χρέος έχει καταστεί μη βιώσιμο, ενώ παράλληλα έχει συντελεστεί πρω­τοφανής κοινωνική καταστροφή, γίνε­ται σαφές ότι «η πολιτική των περικο­πών και της ακραίας λιτότητας δεν έχει στόχο τον περιορισμό του ελληνικού δημόσιου χρέους αλλά την εσωτερι­κή υποτίμηση και την καθιέρωση ενός νέου κοινωνικού μοντέλου οργάνω­σης στηριγμένου στη φθηνή εργατική δύναμη και την ιδιωτικοποιημένη λει­τουργία του συνόλου της οικονομίας».

Οι υποθέσεις

Στις γενικότερες συνθήκες που χρή­ζουν διερεύνησης ο ΣΥΡΙΖΑ περιλαμ­βάνει υποθέσεις όπως το εξοπλιστικό πρόγραμμα που μπήκε σε εφαρμογή μετά το 1996 (ύψους άνω των 60 δισ. ευρώ), η ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και η οικονομική διαχείριση της προετοιμασίας τους, η σταθερή πρακτική της υπερτιμολόγησης προμηθειών και δημοσίων έργων. Προτείνεται να αναζητηθούν «οι πολι­τικές ευθύνες για τη συντήρηση του κρατικοδίαιτου πολιτικού συστήματος και των κομμάτων, του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, που χρησιμοποι­ούσαν τον Δημόσιο Τομέα ως όργανο για την εξυπηρέτηση πολιτικών σκο­πών και συμφερόντων».

Και βέβαια ζητείται διερεύνηση της σχέσης του ελληνικού Δημοσίου με την Goldman Sachs και «να δι­ευκρινιστεί επα­κριβώς η επιρροή των αμαρτωλών swaps που συνήπτε το Ελληνικό Δημόσιο με την εν λόγω εταιρεία από το 2001 έως το 2007 στο μέγεθος των ελλειμμάτων του Δημοσίου Χρέους».

Το κύριο όμως που θέ­τει η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι να εξεταστούν οι ει­δικές συνθήκες που οδήγησαν στο καθεστώς των Μνημονίων και οι οποίες «παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδι­ευκρίνιστες».

Ειδικότερα ζητείται να εξεταστεί αν υπάρχουν πολιτικές και ενδεχομένως ποινικές ευθύνες «για πράξεις και παραλείψεις κυβερνητι­κών φορέων και κάθε άλλου προσώπου που επιδείνωσαν την οικονομική θέση της χώρας, υπονόμευσαν την πιστοληπτική της ικανότητα που καθο­ρίζεται από τις προσδοκίες των δανει­στών για την αποπληρωμή των οφει­λομένων αλλά και αν υπήρχαν άλλες διέξοδοι από την θέση στην οποία είχε βρεθεί η ελληνική οικονομία μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2009».

Οι συντάκτες της πρότασης ενισχύ­ουν τη θέση τους επικαλούμενοι την έκθεση της ειδικής ομάδας του ΔΝΤ τον Αύγουστο του 2009, σύμφωνα με την οποία «η ελληνική οικονομία δεν είχε υποστεί μεγαλύτερη πίεση από την διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση σε σχέση και με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης ενώ σε καμία περί­πτωση δεν προοιωνιζόταν τίποτα από όλα όσα ακολούθησαν μετά τους χει­ρισμούς της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ την περίοδο 2009-2010».

Παράλληλα, με αφορμή τις δηλώ­σεις του Παναγιώτη Ρουμελιώτη, για την περίοδο των διαπραγματεύσεων ένταξης στον μηχανισμό «διάσωσης», πως το ΔΝΤ γνώριζε ότι το πρόγραμμα ήταν «καταδικασμένο να αποτύχει» καθώς και ότι ο Γιώργος Παπανδρέου «αρνήθηκε να ακολουθήσει την υπό­δειξη του τότε επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κ. Ντο­μινίκ Στρος - Καν για άμεση αναδιάρ­θρωση του Ελληνικού Χρέους», κά­νουν λόγο για «τεράστιο πολιτικό και νομικό ζήτημα». Εκτιμάται ότι «χρήζει εξονυχιστικής διερεύνησης και από τη Βουλή των Ελλήνων ώστε να διαλευ­κανθεί αν ο τότε Πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Γεώργιος Παπανδρέου αλλά και ο τότε Υπουρ­γός των Οικονομικών κύριος Γεώργιος Παπακωνσταντίνου καθώς και τα υπό­λοιπα μέλη της τότε Κυβέρνησης γνώ­ριζαν τις θέσεις του ΔΝΤ».

Η πρόταση εστιάζει και στην πε­ρίπτωση της λειτουργίας της Ελληνι­κής Στατιστικής Αρχής υπό τον πρώην Πρόεδρό της Ανδρέα Γεωργίου και αξιοποιώντας τις καταγγελίες στελεχών της για «πολιτικές παρεμβάσεις που πιθανόν να οδήγησαν στην παραποίηση στοιχείων και την τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος του έτους 2009» αναζητά τις ευθύνες του πρώην υπουργού Οικονομικών. Σημειώνεται ότι «η ακα­τανόητη αναθεώρηση του ελλείμματος με ευθύ­νη του Υπουργού Οικο­νομικών κυρίου Γε­ωργίου Παπακωνσταντίνου στο 13,5% για λόγους που παραμένουν απολύτως αδιευκρίνιστοι αποτέλεσε και το ση­μείο καμπής για την πιστοληπτική ικα­νότητα της χώρας και έδωσε το έναυ­σμα σε κερδοσκοπικές επιθέσεις που εκτόξευσαν τα spreads των ελληνικών ομολόγων».

Έρευνα σε βάθος

Εξηγήσεις θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ και για το τεράστιο ζήτημα που προέκυψε με το σορτάρισμα των ελληνικών ομολόγων «από τον Οκτώβριο του 2009 και μέχρι τον Απρίλιο του επόμενου έτους, όταν η ΤτΕ και μείωσε τον χρόνο διακανονι­σμού των ομολόγων σε Τ+1». Σε κάθε περίπτωση, αναφέρεται, «είναι ανα­γκαίο να διακριβωθεί αν προκύπτουν πέρα από τις πολιτικές και ποινικές ευ­θύνες για τον τότε Διοικητή της Τράπε­ζας της Ελλάδος κ. Προβόπουλο αλλά και μέλη της τότε κυβέρνησης»

Διερεύνηση επιβάλλεται και «για το αν και κατά πόσο οι κύριοι Παπανδρέ­ου και Παπακωνσταντίνου γνώριζαν την κατάσταση της ελληνικής οικονο­μίας πριν τις εκλογές του Οκτωβρίου αλλά και να διευκρινιστεί αν είχαν γί­νει συναντήσεις με παράγοντες του ΔΝΤ ή τον τότε Πρόεδρο του Ταμείου κύριο Ντομινίκ Στρος - Καν πριν και με­τά τις εκλογές του 2009 και να διασα­φηνιστεί το περιεχόμενο των συζητήσεων αυτών».

Σε βάθος έρευνα όμως απαιτείται και «για την διασαφήνιση των συνθη­κών που οδήγησαν στην συμφωνία για το δεύτερο κούρεμα των ελληνικών ομολόγων (PSI Mk2) καθώς και για τις επιμέρους ρυθμίσεις της. Πρέπει να αναζητηθούν οι πολιτικές και ενδεχο­μένως ποινικές ευθύνες τόσο του τό­τε Πρωθυπουργού κυρίου Λουκά Παπαδήμου όσο και του τότε υπουργού Οικονομικών κυρίου Ευάγγελου Βενι­ζέλου και κάθε άλλου προσώπου για τη συνέχιση της αδιέξοδης πολιτικής του Μνημονίου 1 και την αποδοχή των συγκεκριμένων όρων του κουρέματος των ελληνικών ομολόγων που δεν πε­ριλάμβανε βεβαίως αυτά που κατείχε η ΕΚΤ».

Από το Ποντίκι