Όποιος νομίζει ότι το «κούρεμα» των επικουρικών συντάξεων έχει τελειώσει, πλανάται. Η τροπολογία που κατέθεσε σήμερα στη Βουλή ο Γιώργος Κουτρουμάνης μας υπενθυμίζει αυτό που προβλέπει το μνημόνιο: Κάνουμε αναλογιστικές μελέτες στα ταμεία. Αν προκύψει έλλειμμα, εκδίδουμε μια υπουργική απόφαση και «κουρεύουμε» τη σύνταξη για να κλείσει η «τρύπα» ...
καθώς. κάθε χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό απαγορεύεται.
Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα της τροπολογίας: «Εάν και μετά την εφαρμογή του συντελεστή βιωσιμότητας προκύψει οποιοδήποτε έλλειμμα, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ύστερα από τεκμηριωμένη πρόταση της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, το ποσό της σύνταξης θα αναπροσαρμόζεται πριν από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, με την προϋπόθεση την μη ύπαρξη ελλείμματος σε αυτό και το επόμενο έτος, αποκλείοντας κάθε μεταφορά πόρων από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτό θα πρέπει να επανεξετάζεται σε τριμηνιαία βάση και αν απαιτούνται περισσότερες προσαρμογές θα λαμβάνονται κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους».
Είναι σαφής ρύθμιση: Όσο υπάρχουν ελλείμματα στα επικουρικά ταμεία, οι εκάστοτε υπουργοί Εργασίας θα έχουν τη δυνατότητα να μειώνουν τις συντάξεις και μάλιστα ανά τρίμηνο.
Για όλους τους ασφαλισμένους ενεργοποιείται νέος τρόπος υπολογισμού των επικουρικών συντάξεων. Περισσότερο, θα πληγούν όσοι έχουν πιάσει δουλειά μετά την 1η Ιανουαρίου του 2001 και λιγότερο αυτοί που έχουν ασφαλιστεί νωρίτερα από τη συγκεκριμένη προθεσμία. Καθόλου δεν θα θιγούν μόνο όσοι θα συνταξιοδοτηθούν μέχρι το τέλος του 2014. Ο νέος τρόπος υπολογισμού θα βγάζει μικρότερη σύνταξη καθώς ουσιαστικά θα λαμβάνονται υπόψη εισφορές που θα έχει πληρώσει ασφαλισμένος κατά τη διάρκεια του εργασιακού του βίου. Όπως αναφέρεται και στην τροπολογία, το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης θα διαμορφώνεται με βάση:
α) τα δημογραφικά δεδομένα τα οποία στηρίζονται σε εγκεκριμένους αναλογιστικούς πίνακες θνησιμότητας,
β) το πλασματικό ποσοστό επιστροφής που θα εφαρμόζεται στις συνολικά καταβληθείσες εισφορές και το οποίο θα προκύπτει από την ποσοστιαία μεταβολή των συντάξιμων αποδοχών των ασφαλισμένων,
γ) την επιλογή ή όχι της μεταβίβασης της σύνταξης στα δικαιοδόχα μέλη κατά τη στιγμή της συνταξιοδότησης του ασφαλισμένου από τον επικουρικό του φορέα και
δ) τον συντελεστή βιωσιμότητας, ο οποίος θα πρέπει να αναπροσαρμόζει σε ετήσια βάση τις νέες και τις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις, μέσω ενός μηχανισμού μειωμένης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, ανάλογα με τις καταβαλλόμενες εισφορές, έτσι ώστε να αποφεύγεται η δημιουργία ελλειμμάτων στο ταμείο, αποκλείοντας κάθε μεταφορά πόρων από τον κρατικό προϋπολογισμό.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου