Το 1997, ξεκίνησε μια σειρά δικαστικών αναμετρήσεων ανάμεσα στον Γιώργο Νταλάρα και τον Τζίμη Πανούση. Ο Γιώργος Νταλάρας έκανε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση στον Τζίμη Πανούση, με αφορμή τον τρόπο που τον σατίριζε για τις αφιλοκερδείς συναυλίες του.
Η συνέχεια της υπόθεσης είναι γνωστή. Το δικαστήριο απαγόρευσε στον Τζίμη Πανούση να χρησιμοποιεί με τεχνικά μέσα τη φωνή και την εικόνα του Γιώργου Νταλάρα, επειδή έκρινε ότι αυτό αποτελούσε προσωπική επίθεση εναντίον του. Ο Τζίμης Πανούσης αναφερόταν στον Γιώργο Νταλάρα με τον χαρακτηρισμό «ο ακατονόμαστος». Το 2004, η δικαστική αναμέτρηση έληξε.
Πριν από δυο ημέρες, ένας ακατονόμαστος με απείλησε –μέσω της σελίδας του στο Facebook- με αγωγή. Η απειλή για αγωγή είχε να κάνει με το κείμενό μου «Οι πιο πουτ@νες από τις πουτ@νες».
Βέβαια, εγώ δεν είμαι ο Τζίμης Πανούσης, ούτε ο ακατονόμαστος είναι ο Γιώργος Νταλάρας. Υπάρχει, όμως, μια μεγάλη εξέλιξη από το 1997 έως σήμερα.
Είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κάποιος, έχει το δικαίωμα αυτός που εξοργίζεται με κάτι που γράφεται ή λέγεται εναντίον του –σοβαρά ή σατιρικά- να κινηθεί δικαστικά, για να αποκαταστήσει...
την τιμή του και την υπόληψή του. (Εγώ δεν θα το έκανα αλλά αυτό είναι άλλο θέμα.)
Η διαφορά, λοιπόν, από το 1997 είναι πως σήμερα δεν χρειάζεται να αναφερθείς προσωπικά σε κάποιον για να θεωρήσει πως θίγεται και να νομίζει πως μπορεί να κινηθεί δικαστικά εναντίον σου.
Ο ακατονόμαστος –του οποίου το όνομα δεν υπάρχει στο επίμαχο κείμενο- ήταν ο μόνος που θίχτηκε και άρχισε να με βρίζει και να με απειλεί με αγωγή. Μάλιστα, ζητούσε να …ανακαλέσω – μου έδινε και διορία.
Προφανώς, κάποια στιγμή συνειδητοποίησε -ή τον ενημέρωσαν- ότι είναι εντελώς παράλογο και δεν στέκεται νομικά να κάνεις αγωγή σε κάποιον που δεν έχει γράψει ή πει ούτε το όνομά σου και –αφού έκανε μια μεγαλοπρεπή κωλοτούμπα- ενημέρωσε τους αναγνώστες του πως δεν θα μου κάνει αγωγή. Πολύ γενναιόδωρη κίνηση. Μάλλον κάποιος θα τον πληροφόρησε πως η μόνη αγωγή που θα έστεκε σε ένα δικαστήριο θα ήταν η δική μου εναντίον του.
Μάλιστα, γράφει πως εγώ ανακάλεσα έμμεσα –δηλαδή, τον …φοβήθηκα. Δεν ανακάλεσα ούτε έμμεσα, ούτε άμεσα. Και να ήθελα, δεν θα μπορούσα να ανακαλέσω. Για να ανακαλέσεις, πρέπει να έχεις «καλέσει» πρώτα. Κι εγώ δεν τον κάλεσα. Μόνος του πετάχτηκε στη μέση του δωματίου. Μέχρι να συνειδητοποιήσει πως πετάχτηκε μόνο αυτός• για ένα κείμενο που δεν περιείχε κανένα όνομα (εκτός από το όνομα ενός πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ για μια δήλωσή του).
Δεν ξέρω γιατί κάποιος απειλεί με αγωγή κάποιον άλλον, χωρίς να έχει κάνει καμία αναφορά στο όνομά του. Ούτε ξέρω γιατί μπορεί ο ακατονόμαστος να αναγνωρίζει τον εαυτό του στο κείμενό μου. Πάντως, ήταν ο μόνος. Ήταν ο μόνος που θεώρησε ότι τον αφορούσε. Το γιατί το γνωρίζει μόνο ο ίδιος.
Μιας και δεν έχω βρεθεί ποτέ στη ζωή μου σε δικαστήριο –ούτε καν ως μάρτυρας-, ρώτησα έναν φίλο δικηγόρο τι συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις. Το μόνο που θα αναφέρω είναι ότι έτριψε τα χέρια του. Ειδικά, όταν διάβασε τις ατελείωτες βρισιές και τις απειλές του ακατονόμαστου προς εμένα (που δεν έχω αναφέρει καν το όνομά του). Ε, δεν χρειάζεται και πολύ μυαλό.
Τα δικαστήρια δεν είναι Facebook. Και οι δικαστές δεν είναι αργόσχολες χαζογκόμενες. Ακόμα.
Τελικά, για να επιστρέψω στην ουσία, ποιοι είναι οι δημοσιογράφοι και οι συγγραφείς που είναι στο payroll; Ας περιμένουμε άλλα 15 χρόνια, όπως με το κύκλωμα στη Θεσσαλονίκη, όπου κανείς δεν είχε την παραμικρή ιδέα και κανείς δεν είχε καταλάβει τίποτα. Αλίμονο.
(Με εντυπωσιάζει το πόσοι πολλοί άνθρωποι δεν έχουν στοιχειώδη λογική και καταπίνουν αμάσητο ό,τι διαβάζουν στο διαδίκτυο. Κοπάδια. Και κανείς -ακόμα και επαγγελματίες δημοσιογράφοι που έγραψαν κείμενα για το θέμα- δεν σκέφτηκε πως, απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρχει μια κόντρα ή μια διαμάχη, είναι να συμμετέχουν δυο. Έγραφε ο ακατονόμαστος τα δικά του, με απειλούσε, με έβριζε και τσακωνόταν μόνος του – εγώ δεν συμμετείχα σε αυτό. Ουσιαστικά, αυτό είναι το πρώτο κείμενό μου για το θέμα –και δεν έχω αναφέρει ούτε μια φορά το όνομά του. Κανείς δεν σκέφτηκε ότι είναι κάπως περίεργο να βρίζεις και να απειλείς με αγωγή κάποιον, χωρίς να έχει αναφέρει ούτε μια φορά το όνομά σου. Περαστικά, παιδιά. Το τυρί το είδατε, την φάκα δεν την είδατε.)
(Και κάτι ακόμα. Αυτό το αφελέστατο παραμύθι με την ανωνυμία –και τους κακούς ανώνυμους που γράφουν για τους καλούς επώνυμους-, ας τελειώνει. Κανένας μπλόγκερ δεν είναι ανώνυμος, πόσω μάλλον εγώ που έχω δουλέψει στο ραδιόφωνο, την τηλεόραση, εκδόθηκαν βιβλία μου και συμμετέχω τώρα στην έκδοση περιοδικού. Το ονοματεπώνυμο μου το γνωρίζουν χιλιάδες άνθρωποι. Δεν είμαι ανώνυμος. Γράφω με ψευδώνυμο – έχει μια τεράστια διαφορά. Εκτός αν θεωρεί κάποιος πως ο Αρκάς –του οποίου το όνομα γνωρίζω και τον έχω δει- είναι ανώνυμος. Το ψευδώνυμο έχει ένα μεγάλο καλό: μπορώ να πηγαίνω στις πορείες και τις διαδηλώσεις. Αν με κάνετε Παύλο Τσίμα, δεν θα μπορώ να πάω. Το γιατί δεν χρειάζεται να σας το εξηγήσω. Έχετε δει ποτέ τον Παύλο Τσίμα σε διαδήλωση; Αν και είναι κι αυτός αντιεξουσιαστής.)
(Το κείμενο «Οι πιο πουτ@νες από τις πουτ@νες» που τάραξε τον ακατονόμαστο.)
Εγραψε o Pitsirikos
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου