Ως παράδειγμα συνέχισης φαινομένων ευνοιοκρατίας και που οδηγούν στη διόγκωση του δημόσιου τομέα, παρά τις περικοπές και τη δύσκολη προσπάθεια «συμμαζέματός» του, χρησιμοποιούν οι New York Times, την υπουργό Παιδείας, Άννα Διαμαντοπούλου, σε σχετικό άρθρο που είχαν δημοσιεύσει την Τρίτη.
Στην τελευταία του παράγραφο, το δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας καταλήγει, συμπεραίνοντας ότι είναι αμφίβολο, το αν η ελληνική πελατειακή κουλτούρα της ευνοιοκρατίας θα μπορέσει να εξαλειφθεί, προσθέτοντας ότι...
«για παράδειγμα, τον περασμένο μήνα, η υπουργός Παιδείας, Άννα Διαμαντοπούλου, πρότεινε τον διορισμό 150 νέων υποστηρικτών του ΠΑΣΟΚ, στο Εθνικό Ίδρυμα Νεότητας, του υπουργείου της, αλλά η κριτική των Μέσων Ενημέρωσης ματαίωσαν την κίνηση αυτή. Το δημοσίευμα σημειώνει ότι εκπρόσωπος της κ. Διαμαντοπούλου ανέφερε ότι τα κονδύλια των προσλήψεων θα προέρχονταν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά έπειτα από αναθεώρηση του προϋπολογισμού δεν προχώρησαν.
Σίγουρα δεν είναι και το πλέον τιμητικό, για την υπουργό Παιδείας το να χρησιμοποιείται, σε μία από τις κορυφαίες εφημερίδες του κόσμου, ως παράδειγμα προς... αποφυγή, που δεν πτοείται από την υπάρχουσα δύσκολη συγκυρία, συνεχίζοντας τις «παραδοσιακές πρακτικές» που κατά μεγάλο ποσοστό έφεραν τη χώρα στο χείλος του γκρεμού.
Β.Β.
Από newpost
Οι New York Times «υμνούν» το... αθάνατο ελληνικό Δημόσιο
Eκτενή αναφορά στις παθογένειες του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα είχαν στο πρωτοσέλιδό τους οι New York Times, κάνοντας λόγο για διαφθορά «που βγάζει μάτι» και όργιο σπατάλης στην Ελλάδα.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι Έλληνες αξιωματούχοι προσλαμβάνουν τις γυναίκες τους και τους συγγενείς τους στα γραφεία τους, ενώ διευθυντές αγοράζουν... κουρτίνες γραφείων έναντι 38.000 δολαρίων.
Οι υπάλληλοι της Βουλής είναι τόσοι πολλοί, που κάποιοι από αυτούς δεν πηγαίνουν στη δουλειά τους, γιατί δεν υπάρχουν αρκετές θέσεις για να καθίσουν όλοι, προσθέτει, χαρακτηριστικά, η πρωτοσέλιδη αναφορά. Την ώρα που η Ευρώπη ελπίζει να δει οποιοδήποτε σημάδι, εισόδου της Ελλάδας στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων, υπάρχουν αμφιβολίες για την ικανότητα και την προθυμία της χώρας, να μειώσει το εργατικό κόστος των δημοσίων υπαλλήλων, που αποτελεί κλειδί στην προσπάθεια μείωσης των εξόδων, που θα οδηγήσει με τη σειρά της, στη συνέχιση εκταμίευσης των δανειακών δόσεων.
Η εφημερίδα κάνει εκτενή αναφορά και στις απεργίες, καθώς και σε όλες τις κινητοποιήσεις, ενώ τονίζει πως αν και έχουν γίνει περικοπές μισθών, η κυβέρνηση δεν έχει προχωρήσει σε καμία απόλυση.
Το δημοσίευμα τονίζει, ότι υπάρχει ένας «στρατός υποστηρικτών» της κυβέρνησης, με τους δημοσίους υπαλλήλους να μετατρέπονται σε υπαλλήλους του κόμματος προεκλογικά και την κάθε οικογένεια, σχεδόν, να περιλαμβάνει κι από έναν, σημειώνεται.
Η κυβέρνηση διαθέτει περίπου 700.000 υπαλλήλους και άλλους 80.000 που δουλεύουν για κρατικές εταιρίες όπως η ΔΕΗ. Πριν από τρεις δεκαετίες, ο αριθμός έφτανε μόλις το ένα τρίτο, αν και πριν από την απογραφή των δημοσίων υπαλλήλων, το ελληνικό κράτος δεν ήξερε πόσα άτομα απασχολούσε, προσθέτει το άρθρο.
Η εφημερίδα επισημαίνει, επίσης, ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Ηλίας Μόσιαλος, διαπίστωσε ότι το κράτος, για 11 άτομα ξόδευε 750.000 δολάρια το χρόνο, με τον ίδιο να προαναγγέλλει αυστηροποίηση των κανόνων και της ιεραρχίας στο Δημόσιο.
Το δημοσίευμα τονίζει ότι η δράση κατά των δημοσίων υπαλλήλων, μπορεί να έχει μεγάλο κόστος, αφού για παράδειγμα, οι φοροσυλλέκτες αντιδρούν και δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους.
Τέλος, στην αναφορά των New York Times περιλαμβάνεται ως «κακό» παράδειγμα, το όνομα της υπουργού Παιδείας, Άννας Διαμαντοπούλου, η οποία ζήτησε πρόσφατα την πρόσληψη 150 ατόμων από το ΠΑΣΟΚ, στο υπουργείο Παιδείας. Οι προσλήψεις δεν προχώρησαν μετά την κριτική των ΜΜΕ, με την υπουργό να ισχυρίζεται ότι θα πληρώνονταν από την Ε.Ε. Τελικά, μετά από εξέταση του προϋπολογισμού, απορρίφθηκαν.
Βαγγέλης Βιτζηλαίος από newpost
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου