Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, σύμφωνα με όσα αποκαλύπτονται στην Ιταλία για τα – σεξουαλικά κυρίως – σκάνδαλά του, είναι, ανάμεσα σε όλα τα άλλα, ιδιόκτητης μιας πολυκατοικίας στο Μιλάνο, όπου φιλοξενούνται 24 από τις νεαρές ιερόδουλες με τις οποίες ο πρωθυπουργός της γείτονος περνάει τον ελεύθερο χρόνο του. Στα χείλη των Ιταλών η λέξη puttanaio* έχει την τιμητική της.
Η αλήθεια είναι ότι ο μεγιστάνας, μεγαλοϊδιοκτήτης ΜΜΕ και...
πρωθυπουργός Μπερλουσκόνι έχει καταφέρει, αν μη τι άλλο, το ακατόρθωτο: ολόκληρη η Ιταλία – και η αντιπολίτευση – να ασχολείται νυχθημερόν με τα ποικίλα και πολυπληθή σκάνδαλά του, τα οποία μέχρι τώρα βρίσκονταν στο απυρόβλητο, αφού οι νόμοι που ο ίδιος περνούσε δεν επέτρεπαν στη Δικαιοσύνη να τον στριμώξει.
Από την άλλη πλευρά έχει μια θλιβερή αντιπολίτευση, η οποία εδώ και χρόνια επιχειρεί να τον χτυπήσει εστιάζοντας στα ουκ ολίγα σκάνδαλά του, αλλά χωρίς πολιτικά επιχειρήματα ικανά να προσελκύσουν τον ιταλικό λαό. Και βεβαίως όλα αυτά σε μια περίοδο κατά την οποία η Ιταλία βρίσκεται αντιμέτωπη με τον θανάσιμο κίνδυνο μιας δικής της κρίσης δανεισμού, καθώς από καιρό οι αναλύσεις των διεθνών ΜΜΕ την εμφανίζουν ως ένα από τα επόμενα θύματα της συντονισμένης κερδοσκοπίας.
Ακόμη χειρότερα, το puttanaio του γερο-Σίλβιο, του πρωθυπουργού με τη φαουστική και διονυσιακή ιδιοσυγκρασία, φαίνεται να αποτελεί την καλύτερη συγκάλυψη για ένα άλλο puttanaio, εργασιακό αυτή τη φορά. Όπως μας πληροφορεί ένα αναλυτικό άρθρο του Στάθη Λουκά στην Αυγή:
«Παραμονές των Χριστουγέννων (23.12.10) «υπογράφτηκε στο Τορίνο μεταξύ της FIAT και των ιταλικών συνδικάτων της μεταλλομηχανουργίας (CISL, UIL και δύο άλλα μικρά), πλην της FIOM-CGIL, για μια επένδυση ύψους ενός δισ. ευρώ στο παλιό εργοστάσιο "Μιραφιόρι" του Τορίνο. Η συμφωνία στηρίζεται στην αποδοχή από τη μεριά των συνδικάτων όλων των όρων της FIAT:
α. Δημιουργία νέας επιχείρησης, που θα είναι έξω από την Ένωση Ιταλικών Βιομηχανιών και δεν θα δεσμεύεται από τη Συλλογική Σύμβαση που είχε υπογραφεί το 2008.
β. Κάθε εργαζόμενος – που ήδη δουλεύει – για να "επαναπροσληφθεί" στη νέα εταιρεία πρέπει να υπογράψει ατομικά ότι αποδέχεται τους όρους.
γ. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις όπως η FIOM-CGIL – που είναι το μεγαλύτερο συνδικάτο του κλάδου – δεν μπορεί να υπάρχει στη νέα επιχείρηση που θα διαχειρίζεται το εργοστάσιο, παρ' όλο που υπάρχει στο μέχρι σήμερα εργοστάσιο».
Τι επέρχεται με τη συμφωνία αυτή:
«Καταργείται ουσιαστικά το δικαίωμα της απεργίας, μια και πρέπει να υπάρξει – με την υπογραφή – ατομική δέσμευση του κάθε εργαζόμενου. Έτσι ανοίγει η κερκόπορτα για την πλήρη κατάργηση των εθνικών συλλογικών συμβάσεων, που είναι αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης και του συμβιβασμού μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας στον χώρο της παραγωγής, πράγμα που οδηγεί στην ατομική σχέση μεταξύ εργαζόμενου και κεφαλαίου.
Και σύμφωνα με τη FIOM-CGIL οδηγούμαστε στην κατάργηση ενός από τους πυλώνες του δημοκρατικού ευρωπαϊκού κεκτημένου, μια και αποκλείει από την παρουσία στο εργοστάσιο τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που διαφωνούν, ακόμη και αν η παρουσία τους είναι σημαντική».
Ενώ λοιπόν η Ιταλία ασχολείται, πλήρως απορροφημένη, με το puttanaio του γερο-Σίλβιο, συντελείται μια πλήρης κατάργηση κάθε έννοιας συλλογικής σύμβασης και η χώρα αυτή, μια από τις οικονομικά σημαντικότερες της Ευρώπης, υλοποιεί βήμα προς βήμα μια ταχύτατη επιστροφή στον εργασιακό Μεσαίωνα.
Υποθέτω ότι δεν διαφεύγει της προσοχής μας η νέα νομοθεσία της Λούκας Κατσέλη, η οποία αποτελεί το προοίμιο της επικράτησης στην Ελλάδα των ατομικών συμβάσεων κατά το πρότυπο της FIAT.
Κοινωνικός αυτοματισμός
Σ’ αυτή την ιταλική υπόθεση όμως υπάρχει άλλη μια κρίσιμη λεπτομέρεια που μας αφορά και σχετίζεται με τον περίφημο «κοινωνικό αυτοματισμό». Δηλαδή με την τακτική που προωθεί συντεταγμένα το ελληνικό puttanaio – απαρτιζόμενο από:
● δημοσιογράφους με πύρινους λόγους και μανιφέστα «κατά της διαφθοράς»,
● εντεταλμένους σκανδαλοθήρες με «αποκαλύψεις» διοχετευμένες από κυβερνητικούς παράγοντες,
● οικονομολόγους «ιεροκήρυκες» της «καταπολέμησης των ελλειμμάτων»,
● επικοινωνιακά κομάντο κάθε ειδικότητας, τα οποία «ανακαλύπτουν» εκτεταμένες εστίες «διαφθοράς» σε κάθε κοινωνική ομάδα η οποία μπαίνει στο στόχαστρο των κυβερνητικών μέτρων,
● επαγγελματίες ψευδολόγους και «λαθολόγους» (μια νέα, πολύ ιδιαίτερη κατηγορία, για την οποία θα χρειαστεί συντόμως μια ξεχωριστή αναφορά), οι οποίοι συστηματικά υπερασπίζονται, με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσον, τις κυβερνητικές επιλογές σε όλα τα επίπεδα.
Ο στόχος ένας και μόνος: Πάση θυσία να συγκαλυφθεί η πραγματική κατάσταση της χώρας και οπωσδήποτε να στραφεί κάθε κοινωνική ομάδα εναντίον όλων των άλλων. Πρόκειται για την παμπάλαιη στρατηγική του «κοινωνικού αυτοματισμού», η οποία, σε περιόδους συντονισμένης κοινωνικής διάλυσης, αποτελεί το βαρύ πυροβολικό κάθε συστήματος εξουσίας που σέβεται τον εαυτό του.
Αυτή ακριβώς η στρατηγική πέτυχε στην περίπτωση της «Μιραφιόρι» (FIAT), όπου, στο σχετικό «δημοψήφισμα» που διεξήχθη μεταξύ των εργαζομένων, νίκησε με ποσοστό 54% το σχέδιο της εταιρείας.
Το αποτέλεσμα δεν ήταν όμως... ομοιόμορφο, αφού το σημαντικό ποσοστό απόρριψης που σημειώθηκε στις «μπλε φόρμες» (εργάτες) αντισταθμίστηκε με το παραπάνω από τα συμπαγή «λευκά κολάρα» (διοικητικοί υπάλληλοι), που θεώρησαν ότι η πλήρης διάλυση του εργασιακού στάτους θα πλήξει μόνο το εργατικό δυναμικό και όχι τους ίδιους.
Κι όμως, στην Ελλάδα, σε συνθήκες Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, αυτού του είδους το προσωπικό φεύγει... πρώτο από την εργασία του – κορυφαίο το παράδειγμα των ΜΜΕ, όπου η σφαγή αρχίζει από τους διοικητικούς με την προοπτική να επεκταθεί αργότερα και στους δημοσιογράφους...
Προφανώς το γενικευμένο χάος και η λογική «όλοι εναντίον όλων... των άλλων», το οποίο σε έναν σημαντικό βαθμό ήδη επιτυγχάνεται και στην Ελλάδα, αποτελεί την κρισιμότερη παράμετρο για την ευόδωση της πλήρους αποδιοργάνωσης και αποσάθρωσης κάθε συγκροτημένης αντίρρησης στην επιχειρούμενη διάλυση και – κυριολεκτικά – δήμευση της χώρας από τους δανειστές της. Ιδιαιτέρως όταν η ελαφρότητα και η συνταχνιακή άμυνα συνδυάζεται πλήρως με την εγκατάλειψη της πολιτικής.
Η «Τσινετσιτά» και το «Κάποιος στη φυλακή»
Χαρακτηριστικά του ελληνικού χάους είναι δύο κείμενα αυτών των ημερών. Το πρώτο είναι του Γιάννη Πρετεντέρη στα χθεσινά Νέα, όπου ο αρθρογράφος, αναφερόμενος στην Ιταλία, σημειώνει ότι πρόκειται για «μια χώρα που έχει εγκαταλείψει προ πολλού τη σφαίρα της πολιτικής και του πολιτισμού (και μιλάμε για τη χώρα που σχεδόν ανακάλυψε και τα δύο!) για να ζήσει τη ζωή με διαδικασίες τηλεοπτικού ριάλιτι. Σαν κακόγουστη σαπουνόπερα της “Τσινετσιτά”».
Το ενδιαφέρον όμως δεν βρίσκεται στον σχολιασμό της Ιταλίας, αλλά η αναφορά, με αυτή την αφορμή, στην Ελλάδα:
«Γελάτε, ε; Μη γελάτε καθόλου! Όλα αυτά δεν είναι ούτε τόσο ξένα ούτε τόσο μακριά όσο νομίζουμε. Όταν η ιταλική κοινωνία καταδέχεται να κυλιέται σε αυτήν την αποχαύνωση, δεν βλέπω γιατί η δική μας κοινωνία να διαθέτει περισσότερες αντιστάσεις. Εντάξει, στην Ελλάδα δεν έχουμε Μπερλουσκόνι... ακόμα! Εντάξει, στην Ελλάδα έχουμε μια σκληρή οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, η οποία (θέλω να ελπίζω...) επισκιάζει στα μάτια των πολιτών όλα τα γκομενιλίκια όλων των πολιτικών της οικουμένης. Αλλά από σαχλαμάρα και σκουπίδι, σκίζουμε.
Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αυτή η ξεφτίλα στην Ιταλία δεν φύτρωσε ξαφνικά. Προέκυψε έπειτα από μια μακρά περίοδο όπου η ιταλική κοινωνία εθίστηκε στη σαχλαμάρα και στο σκουπίδι – ακριβώς, δηλαδή, αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Κι όταν συνηθίσεις να ζεις μέσα στη σαχλαμάρα και το σκουπίδι, όταν αρχίσεις να μπερδεύεις τον Ρουμπίνι με τη "Ρούμπι", τότε το αποτέλεσμα είναι δεδομένο: η κοινωνία σου θα οδηγηθεί στην ξεφτίλα. Διότι κανείς δεν θα διανοείται πια ότι μπορεί να ζήσει και διαφορετικά».
Το δεύτερο ενδιαφέρον κείμενο είναι αυτό του Γιώργου Σκαμπαρδώνη, το οποίο φιλοξενείται στη διαδικτυακή στήλη Επωνύμως του «Π», με τίτλο Της φυλακής τα σίδερα. Σημειώνει ο συνεργάτης μας:
«Αλλά εκεί, επιμένει ο λαός: "Χώστε κάποιον στη φυλακή". Λες κι αυτό είναι το γιατρικό, λες κι άμα μπούνε δέκα στο μπαλαούρο θα ξοφλήσουμε το μνημόνιο και θα γίνουμε όλοι συνεπείς πολίτες, έντιμοι και ακέραιοι. Παναγίες. Ακόμα, δηλαδή, συνεχίζουμε να σκεφτόμαστε αφαιρετικά, συμβολικά, κουτοπόνηρα. Να μπει ένας μέσα για να σωθούμε όλοι οι υπόλοιποι, να συνεχίσουμε κανονικά, αφού ο αποδιοπομπαίος, που θα 'ναι στα σίδερα, θα είναι κάτι σαν αντίδωρο και πρόσχημα της γενικευμένης λαμογιάς.
Οι κλεφτοκοτάδες κρύβονται πίσω από τους μικρομεσαίους απατεώνες, εκείνοι πίσω από τους ληστές κι εκείνοι με τη σειρά τους πίσω από μερικούς μεγαλογιατρούς του Κολωνακίου – όλοι οι προηγούμενοι το βλέπουν ταξικά: να μπει μέσα ο μεγαλογιατρός, ως λογική απώλεια και επίφαση δικαιοσύνης, ώστε εμείς να συνεχίσουμε τα ίδια, αμέριμνοι, με βάση και το σύνθημα σε τοίχο: "Της φυλακής τα σίδερα είναι για τους μαλάκες"».
Προς τι τα δύο παραπάνω αποσπάσματα; Απλώς διότι, πέρα από τις όποιες επιμέρους ενστάσεις, μας δείχνουν τον βαθμό επιτυχίας της στρατηγικής του «κοινωνικού αυτοματισμού» και της κοινωνικής σάχλας που την καθιστά κυρίαρχη.
Πρώτος στόχος το Δημόσιο
Στη γενικευμένη επίθεση κατά του Δημοσίου, η οποία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, το βαρύ πυροβολικό είναι τα «λευκά κολάρα» της δημοσιογραφίας, τα οποία πρωτοστατούν στην «αποκάλυψη» της διαφθοράς του ακριβώς τις στιγμές που το έχει ανάγκη η κυβέρνηση – και με τη σειρά που αυτή προτιμά: σχολεία που κλείνουν, νοσοκομεία που πουλιούνται, ασφάλιση που ιδιωτικοποιείται, εφορίες που καταργούνται προς όφελος ιδιωτών, «κοπρίτες» που κακώς εργάζονται είναι το μοτίβο που κυριαρχεί.
Όλοι βεβαίως έχουμε κάκιστες εμπειρίες από τις συναλλαγές μας με το Δημόσιο και πολύ θα θέλαμε όχι μόνο βελτίωση των υπηρεσιών, αλλά και λειτουργούς του στη... φυλακή – και όχι άδικα. Είναι όμως αυτός ο στόχος της κυβέρνησης και της περιώνυμης τρόικας; Με βάση τα πεπραγμένα τους, όχι. Αντιθέτως φαίνεται να υλοποιούν μια αντίληψη ου θέλει απλώς οτιδήποτε δημόσιο στα χέρια των idiots (ιδιωτών με την αρχαιοελληνική έννοια).
Ας δούμε λοιπόν μια ακόμη ενδιαφέρουσα ανάγνωση, αυτή του Γιώργου Δελαστίκ από το Έθνος, εστιασμένη στο οικονομικοπολιτικό περιοδικό Economist, το οποίο κυκλοφόρησε με εξώφυλλο: «Η μάχη που βρίσκεται μπροστά μας - Αντιμετωπίζοντας τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα». Σημειώνει ο αρθρογράφος:
«Στον ιδιωτικό τομέα "οι απολύσεις εργαζομένων είναι συνηθισμένο γεγονός", αλλά "ο δημόσιος τομέας, αντιθέτως, αποτελεί λιμάνι ασφάλειας και σταθερότητας, πολύς κόσμος έχει δουλειά για ολόκληρη τη ζωή του" σημειώνει με φρίκη το βρετανικό περιοδικό. Είναι άκρως αποκαλυπτικός ο προσανατολισμός του Economist στις προτάσεις που κάνει προκειμένου να εξαλειφθεί αυτή η ενοχλητική για την ασυδοσία του κεφαλαίου "ανορθογραφία" των δημοσίων υπαλλήλων.
"Θα ήταν διεστραμμένο να απαγορευθούν ευθέως τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα" γράφει υποκριτικά θέτοντας ουσιαστικά επί τάπητος ακόμη και το θέμα να τεθεί... εκτός νόμου (!!!) ο συνδικαλισμός των δημοσίων υπαλλήλων. "Το δικαίωμά τους όμως στην απεργία πρέπει να περιοριστεί πιο σφιχτά" τονίζει, εμφανίζοντάς το ως δήθεν παραχώρηση. Με κομψό τρόπο προτείνεται η αντικατάσταση της γενιάς των δημοσίων υπαλλήλων που έχουν συναίσθηση των δικαιωμάτων τους με νέους, που δεν έχουν την πολιτική κουλτούρα των εργασιακών δικαιωμάτων».
Δεν είναι εκπληκτική η ομοιότητα της συμφωνίας στη FIAT με την αντίληψη του Economist για το Δημόσιο; Ποιος λοιπόν πιστεύει ότι η στρατηγική του ιταλικού... puttanaio είναι διαφορετική από αυτήν του ελληνικού; Απ' αυτή τη λαίλαπα δεν γλιτώνει κανείς. Κι αν υποτεθεί ότι κάποιοι φιλοδοξούν να σωθούν αν την πληρώσουν οι «άλλοι», είναι πολύ μακριά νυχτωμένοι. Πολύ περισσότερο σε συνθήκες πτώχευσης...
* Η λέξη «puttanaio» μπορεί να αποδοθεί στα ελληνικά και ως... «πουταναριό» – για να μείνουμε στην αργκό, η οποία φαίνεται να ταιριάζει καλύτερα στη συγκεκριμένη χρήση της λέξης από τους Ιταλούς αυτή την εποχή...
Από το "Ποντίκι"
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου