Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

Με μια φιλική κουβέντα κι ένα όπλο

Ο Αλ Καπόνε είχε πει κάποτε πως «με μια φιλική κουβέντα κι ένα όπλο μπορείς να πετύχεις πολύ περισσότερα απ’ ό,τι με μια φιλική κουβέντα μόνο».

Προφανώς ζούμε σε μια χώρα όπου αν δεν έχεις όπλο, δεν σε ακούει κανείς.
Προφανώς ζούμε σε μια χώρα που γέννησε και όπου σήμερα υπάρχει δημοκρατικό πολίτευμα αλλά ουδείς σέβεται τη γνώμη (με όποιον τρόπο εκφράζεται αυτή) των πολλών.
Προφανώς ζούμε σε μια χώρα όπου αν δεν σκοτωθεί κάποιος, δεν ασχολείται κανείς.
Προφανώς ζούμε σε μια χώρα όπου κάνουμε πορείες για τα οικονομικά μέτρα, για τα γουρούνια τους μπάτσους, για τη Σερβία και την Παλαιστίνη, για το ΛΑΦΚΑ. Ορεξη να’ χουμε, πορεία θα γίνει.

Προφανώς ζούμε σε μια χώρα η οποία δεν κυβερνείται από τους εκλεγμένους αλλά, εδώ και λίγες εβδομάδες, από τραπεζίτες, δανειοδότες και λοιπούς. Και το να πούμε ότι τα ‘φαγε ...
ο Καραμανλής, ο Αλογοσκούφης, ο Ρουσόπουλος, ο Εφραίμ, ο Σημίτης, ο Παπανδρέου ή ο Παπακωνσταντίνου είναι η εύκολη λύση.

Πραγματικά, σε μια χώρα που αποθέωνε κάποτε τον Γιώργο Κοσκωτά που κατόρθωσε να ξεγελάσει το κράτος, αν υπήρχε κάποιος τόσο έξυπνος να φάει 200 εκατ. ευρώ δεν θα ήταν σούπερ; Αϊνστάιν θα ήταν ο τύπος. Αλλά δεν είναι έτσι.

Είναι φως φανάρι. Η Ελλαδίτσα, που για να κάνει Ολυμπιακούς Αγώνες, να μπει στην ΟΝΕ και να κάνει διάφορα άλλα από το 2000 και μετά, χρεώθηκε μέχρι το αιδοίο της, είναι ο αδύναμος –οικονομικός- κρίκος της Ευρωζώνης. Το εύκολο θύμα.

Εχουμε βρεθεί σε μια μάχη δολαρίου και ευρώ, η παραλίγο πτώχευση της Ελλάδας χθες, της Πορτογαλίας σήμερα και της Ισπανίας αύριο θα οδηγήσει το ευρωνόμισμα σε έναν πρόωρο θάνατο.

Μια χώρα απροστάτευτη, με αδύναμη οικονομία, είναι (και έγινε) το εύκολο θύμα. Η προσφυγή στο ΔΝΤ ήταν η μόνη λύση που επιβλήθηκε από την Ευρωζώνη και δεν ήταν επιλογή.

Ας βγούμε λοιπόν στους δρόμους. Ενάντια… ποιον; Του ΔΝΤ, του Ομπάμα, της Μέρκελ; Ποιανού; Α, πάμε στη Βουλή, πάμε στο σύνταγμα.

Ναι, καταπληκτική επιλογή, ιδανική «κουβέρτα» για να κρυφτούν από κάτω δέκα, εκατό, χίλιοι μαλάκες με μολότοφ. Κι όταν υπάρχει μολότοφ, όποιον πάρει ο Χάρος. Πήρε τρεις εργαζόμενους σήμερα, αύριο μεθαύριο θα πάρει άλλους τόσους. Και; Το αίμα που έχυσαν πάει στράφι.

Και πάει στράφι διότι η Ελλάδα, ως κράτος, έχει πεθάνει προ πολλού. Αν φταίνε οι 300 ή οι προηγούμενοι 300; Ε, αν δεν το σκεφτούμε δεύτερη φορά, ας τους κάψουμε μέσα στη Βουλή. Ας κάψουμε αυτούς που εμείς ψηφίσαμε, αυτούς που πήραμε τηλέφωνο για βύσμα του παιδιού στο στρατό, για διορισμό του άλλου παιδιού και για σβήσιμο κλήσεων και προστίμων.

Κοιταχτείτε στον καθρέπτη. Πόσο περήφανοι είστε ατομικά, ως Έλληνες; Χέστε τι έχει κάνει το κράτος, εσείς ατομικά.

Κάθε συνδικαλιστής βγαίνει στον δρόμο να υποστηρίξει το δικό του συνδικάτο, όχι τον συμπολίτη του. Οι ταξιτζήδες για τους ταξιτζήδες, οι δημοσιογράφοι για τους δημοσιογράφους, μέχρι και οι στρατιωτικοί βγήκαν στους δρόμους προχθές! Για το δικό τους συνάφι, όχι για το σύνολο.

Σήμερα τις μολότοφ που έκαψαν μια τράπεζα και οδήγησαν στον θάνατο τρεις ανθρώπινες ψυχές δεν πέταξαν αστυνομικοί, δεν πέταξαν αναρχικοί, δεν πέταξαν οργανωμένοι σε οτιδήποτε. Τις πέταξαν μέλη κομματικών μηχανισμών. Τους ξέρουν. Ας τους πιάσουν και ας τους κρεμάσουν στο Σύνταγμα.

ΥΓ. Καμιά φορά η οργή προηγείται του πληκτρολογίου και αδημονώ να διαβάσω τις απόψεις, τις διαφωνίες και τις σκέψεις σας. Το δικό μου το κλούβιο το κεφάλι έχει πλέον αδειάσει…
Από koubanezos